«Χρόνια δίχως έλεος» του Βίκτορ Σερζ [Γράφει ο Θοδωρής Μπόνης]

Μεξικό, 1945. Ο 55χρονος πλέον Βίκτορ Σερζ είναι απομονωμένος στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής και αποφασίζει να συγγράψει το βιβλίο Άμμος, χιόνια, φωτιά, το οποίο έμελλε να είναι το τελευταίο του, καθώς δύο χρόνια μετά έφυγε από τη ζωή. Το βιβλίο του, ωστόσο, άλλαξε τον τίτλο σε Χρόνια δίχως έλεος και φέρει προσωπικά βιώματα του αφηγητή του. Γεννημένος στις Βρυξέλλες από Ρώσους γονείς, ο Βίκτορ Κιμπάλτσιτς (όπως ήταν το πραγματικό του επώνυμο) δραστηριοποιήθηκε στον αναρχικό χώρο και ήταν διαπρύσιος κήρυκας της οκτωβριανής επανάστασης. Παρά τις διαφωνίες του με τον Τρότσκι, θεωρούσε τον εαυτό του τροτσκιστή, με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από το σταλινικό καθεστώς. Τα χρόνια της ενήλικης ζωής τον βρήκαν στη Βαρκελώνη και στη Γαλλία, όπου φυλακίστηκε συνολικά για έξι χρόνια. Δύο χρόνια μετά τη σοβιετική επανάσταση, ο Σερζ εγκαταστάθηκε στη Ρωσία, εγγράφτηκε στο Κόμμα των Μπολσεβίκων, ενώ παράλληλα διατηρούσε επαφές και με τους Μενσεβίκους. Μία από τις υπηρεσίες που ανέλαβε είναι αυτή του πράκτορα στο Βερολίνο για σύντομο χρονικό διάστημα. Το 1925 επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση, αλλά οι περιπέτειές του με τον Στάλιν είχαν ως αποτέλεσμα τη διαγραφή του από το Κόμμα και τελικά την αυτοεξορία του στις Η.Π.Α. το 1941. Η παραμονή του εκεί δεν κατέστη δυνατή και έτσι αναγκάστηκε να βρει άσυλο στο Μεξικό, όπου πέρασε τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής του μέσα στην αφάνεια και τη φτώχεια.

Ο Σερζ ολοκλήρωσε ένα πλήθος από διόλου ευκαταφρόνητα μυθιστορήματα, τα οποία πηγάζουν από προσωπικές εμπειρίες, όπως είναι αυτή του εγκλεισμού του σε φυλακή του Παρισιού, ο πόλεμος, οι εξεγέρσεις, η δυναμική της Ιστορίας και η συλλογική συνείδηση. Μερικά από αυτά τα έργα είναι τα Άνθρωποι στη φυλακή, Η γέννηση της δύναμής μας, Κατακτημένη πόλη και Αναμνήσεις ενός επαναστάτη. Το βιβλίο του Χρόνια δίχως έλεος χωρίζεται σε τέσσερα εκτενή κεφάλαια: Το πρώτο κεφάλαιο εκτυλίσσεται στο Παρίσι λίγους μήνες μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Μονάχου το 1938. Στο δεύτερο κεφάλαιο βρίσκουμε την Ντάρια, συνάδελφο του Ντ., εξόριστη στο Καζακστάν, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, μεταβαίνει στο υπό πολιορκία Λένινγκραντ ώστε να εργαστεί σε στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών. Από το σκηνικό του πολέμου και του θανάτου στην παγωμένη Ρωσία, ο Σερζ επιλέγει μας μεταφέρει στη γερμανική επαρχία λίγο πριν την πτώση του Βερολίνου. Το μυθιστόρημα ολοκληρώνεται με την Ντάρια να αναζητά τον Ντ. στο Μεξικό, όπου ο τελευταίος βιοπορίζεται ως ιδιοκτήτης φυτείας καφέ.

Πυρήνας του βιβλίου του Σερζ είναι η ανθρώπινη συνείδηση, εκείνη η συνείδηση που κατακλύζει τη ζωή του ατόμου κατά τη λήψη αποφάσεων πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Το αίτημα της συνείδησης ενεργοποιήθηκε μέσω της επαφής του Σερζ με το έργο του Κροπότκιν και της θεωρίας του τελευταίου ότι η νεολαία της εργατικής τάξης έχει καθήκον να συμμαχήσει με τους ανθρώπους που πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από τους πλούσιους και να συμβάλλει στην καταστροφή του υπάρχοντος συστήματος. Η περίπτωση του Ντ. –λογοτεχνική αντανάκλαση του δημιουργού του- αποκαλύπτει μία προσωπικότητα αποστρεφόμενη των πολέμων και κατατρεγμένη. Η απόπειρα εφαρμογής του σχεδίου απόδρασης από το Παρίσι προς το εξωτερικό περιγράφεται από τον Σερζ μέσα σε μία ασφυκτική ατμόσφαιρα. Η ζωή του ίδιου και της συντρόφου του Νοεμί είναι πιο ευάλωτη από ποτέ. Ο πιο επικίνδυνος εχθρός δεν είναι ο Άξονας, αλλά μια εσωτερική μηχανή καταδίωξης δίχως πρόσωπο. Οι μυστικές υπηρεσίες παρεισφρέουν σε όλες τις πτυχές των ηρώων του μυθιστορήματος και απομυζούν κάθε τι που ενέχει τον χαρακτήρα του «ιδιωτικού». Η ανάγνωση γίνεται μια επίπονη διαδικασία, ένα κυνήγι ενάντια στον χρόνο και το πολιτικό Κακό. Μέσα από τους χαρακτήρες διαφαίνεται ξεκάθαρα η καταγγελία του βίαιου καθεστώτος του Στάλιν. Στη συνείδηση του Σερζ και των λογοτεχνικών του συντρόφων η ρωσική γη της Επαγγελίας μετατρέπεται σε  καλλιεργητή της κοινωνικής καταπίεσης, η λογοκρισία και ανηλεή δήμιο της ατομικής έκφρασης μπροστά στον θρόνο της βούλησης του «πατερούλη». Αναλαμβάνει το έργο να γίνει ιστορικός του καιρού του. Δεν πλάθει μία ιστορία από το μηδέν, αλλά τα γεγονότα που συντελέστηκαν στην πολιτική του ζωή και περιήλθαν στη μνήμη τώρα ξαναζωντανεύουν με ορμητικότητα τέτοια αποδυναμώνει εν μέρει τη δομή του κειμένου. Δεν περιορίζεται, εξάλλου, στον ρόλο του αποστασιοποιημένου αφηγητή ή του ρεπόρτερ, αλλά απευθυνόμενος ενίοτε στον αναγνώστη, επιδιώκει να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά του και να τον παραπέμψει σε δράση.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Απτόητος ως προς τις ιδέες του, ο Σερζ θεωρούσε αδιανόητο τον διαχωρισμό του στοχασμού από την πράξη. Όπως αναφέρει στις Αναμνήσεις ενός επαναστάτη, ένιωθε παιδιόθεν αποστροφή και αγανάκτηση για αυτό το παράδοξο αίσθημα τους ανθρώπους της εποχής του περί ύπαρξης ενός κόσμου από όπου δεν υπάρχει δυνατότητα διαφυγής ούτε αλλαγής του. Οποιαδήποτε αλλαγή επί τα βελτίω δεν είναι δυνατή για τον ίδιο τουλάχιστον μέσω προσωπικών φιλοδοξιών –μια τέτοια ανατροπή του status quo μπορεί να πετύχει μονάχα το συλλογικό Εγώ. Η παρουσία άλλωστε της συλλογικής ταυτότητας είναι  προϋπόθεση sine qua non στο μυθιστόρημα του Σερζ. Από την άλλη πλευρά, ο ατομικισμός είναι καταδικαστέος ως αστικό κατάλοιπο, ενώ οι ανθρώπινες πράξεις, σε αντίθεση με τη φυσική αρμονία, είναι ελαττωματικές. Ως φωτεινά πρότυπα παρουσιάζονται εκείνοι οι άνθρωποι της δράσης, που όχι μόνο απώλεσαν τον ατομικισμό τους, αλλά θυσιάστηκαν χωρίς να αποκτήσουν υστεροφημία.

«Ο ατομικισμός, άπαξ και ξεπεράσεις τον πρωτόγονο δαρβινικό νόμο του ενός εναντίον όλων, είναι μια θλιβερή αυταπάτη. Υπερβαίνοντας τον ατομικισμό γίναμε ικανοί να σηκώσουμε ένα βαρύ κομμάτι του κόσμου, ικανοί να γίνουμε καλύτεροι και πιο ενεργητικοί άνθρωποι. Γι’ αυτό αγαπώ εκείνους που ξέχασαν μέχρι και τ’ όνομά τους και δεν θα τους γράψει κανένα βιβλίο ιστορίας, γιατί ήταν οι καταλύτες γεγονότων που δεν θα κατανοήσουμε ποτέ εντελώς, γιατί αυτοί που έδρασαν θα μείνουν άγνωστοι… Το ασυγχώρητο λάθος μας ήταν ότι νομίσαμε πως αυτό που λέμε ψυχή –εγώ το λέω συνείδηση- δεν είναι παρά μια προβολή του παλιού ξεπερασμένου εγωισμού! Αν ζω ακόμα, είναι επειδή κατάλαβα πως παρερμηνεύσαμε το μεγαλείο της συνείδησης».

Τα Χρόνια δίχως έλεος αποτελούν αναμφίβολα συγγραφικό μνημείο του αγνώστου επανάστατη, εκείνον που επέλεξε τη συνείδηση ως ηθικά εμβαπτιζόμενη aurea mediocritas μεταξύ του ανεύθυνου ατομικισμού και του πνευματικού θανάτου.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Συγγραφέας: Βίκτορ Σερζ
Τίτλος: Χρόνια δίχως έλεος
Τίτλος πρωτοτύπου: Les Années sans Padron
Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου
Επιμέλεια: Σάμης Ταμπώχ
Εκδόσεις: Θύραθεν (2017)
Σελίδες: 431