Το αυτοβιογραφικό αφήγημα της Μαρίζας Κωχ φέρει τον τίτλο Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Παρατηρώντας στο εξώφυλλο τη νεαρή Κωχ σε ηλικία μόλις οκτώ ετών, της είπα ότι μοιάζει να είναι θυμωμένη. Εκείνη μου αποκρίθηκε χαμογελώντας με τη λέξη «τσαχπίνα». Και πράγματι. Στο βιβλίο της Κωχ, όπου διηγείται τη ζωή της κατά την περίοδο 1952-1957, το ξανθό κορίτσι αναχωρεί από την Αθήνα μαζί με την κατά έναν χρόνο μεγαλύτερή της Ειρήνη και τον κυρ Φώτη, τον ταχυδρόμο με προορισμό τη Σαντορίνη και το χωριό Μέσα Γωνιά. Ο αποχωρισμός της από τη μητέρα της δεν ήταν καθόλου εύκολος. Στη Σαντορίνη τα δύο αδέρφια θα μείνουν στον θείο τους Μανώλη. Εκεί, θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν διάφορους συγγενείς τους, να απολαύσουν την εξοχή και τη συντροφιά των ζώων:
Από τη ζωή μου στα χωράφια, στα δυο χρόνια που μείναμε στο σπίτι του θείου, έμαθα πολλά πράγματα για τη φύση. Μέσα μου πιστεύω ότι είμαι γεννημένη αγρότισσα κι ακόμα ζω με τη λαχτάρα να οργανώσω τη ζωή μου μέσα στη φύση, στην αγροικία που από χρόνια έχω χτίσει στην Καρδαμύλη της Μάνης, εκεί που ακόμη υπάρχει αγροτική ζωή. Εκεί κάτω από τον Ταΰγετο οι άνθρωποι αγαπούν τη γη τους και φυτεύουν ακόμη ελιές στα πιο απόκρημνα μέρη του. Εκεί πέτρα, ελιά, ήλιος και θάλασσα συνθέτουν αυτό που λέμε Ελλάδα.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει η συγγραφέας, η μικρή Μαρίζα δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα μαθήματα του σχολείου, έβρισκε συνεχώς αφορμές για να απουσιάζει και επιδιδόταν συχνά σε κάθε είδους σκανδαλιές και ζημιές. Οι δικοί της στο σπίτι δεν της κρατούσαν κακία και η συμβίωση μεταξύ τους εξελισσόταν ομαλά. Εκείνη την περίοδο, μάλιστα, φανέρωσε για πρώτη φορά την αγάπη της για το τραγούδι, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που έψελνε στην εκκλησία:
Ο θείος μου στεναχωριόταν βέβαια που δεν ήθελα να πηγαίνω στο σχολείο, αλλά η χαρά του που πήγαινα στον παππού μου, στην εκκλησία, και με μάθαινε στο ψαλτήρι να διαβάζω ήταν μεγάλη.
Δεν είχαν καταλάβει ότι εγώ αποστήθιζα τα λόγια του Ευαγγελίου και παίζοντας κουτσό και αμάδες με τα άλλα παιδιά τα παπαγάλιζα και δεν τα ξέχναγα! Κανείς δεν είχε υποψιαστεί ότι η δυσλεξία μου ήταν το πρόβλημά μου στο σχολείο. Άλλωστε αυτή η λέξη ήταν άγνωστη εκείνη την εποχή.
Είμαι υποχρεωμένη, μετά από τόσα χρόνια, να εξομολογηθώ πως ο δεύτερος σημαντικός λόγος για τον οποίο δεν έχανα κανέναν εσπερινό με τον παππού ήταν ότι, όταν έψελνα, φανταζόμουν πως τραγουδούσα, κι αυτό το αίσθημα μου χάριζε μεγάλη ελευθερία. Την ίδια ελευθερία που νιώθω και τώρα όταν τραγουδώ μπροστά στο κοινό στις συναυλίες!
Ποια ήταν η αφορμή της συγγραφής αυτού του βιβλίου; Με ρώτησαν κάποιοι γιατί να εκτεθώ τώρα με αυτό το βιβλίο. Τους απαντώ ότι εκτίθεμαι γιατί νιώθω ότι εξαργύρωσα την αγάπη του κόσμου. Μετά από τόση αγάπη που έχω δεχτεί, μπορώ να ευαισθητοποιήσω ανθρώπους, μικρούς και μεγάλους. Ο λόγος που έκανα αυτό το αφήγημα είναι γιατί με έχουν πονέσει τα ορφανά του πολέμου.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ