Gravesend, ένα σκοτεινό νουάρ θρίλερ από τον Γουίλιαμ Μπόυλ

Γουίλιαμ Μπόιλ, ο συγγραφέας του μυθιστορήματος «Gravesend»

Κείμενο: Θοδωρής Μπόνης (thodoris.bonis@gmail.com)

Ένα σκοτεινό νουάρ θρίλερ που εστιάζει στη δύναμη της μνήμης και στη βίωση της προοπτικής του θανάτου που, κατά τον Χάιντεγκερ, είναι η αναζήτηση του αληθινού εαυτού.

Το Γκρέιβσεντ είναι μία συνοικιακή περιοχή στη νότια πλευρά του Μπρούκλιν μετρώντας περίπου 30.000 κατοίκους. Σύμφωνα με τον ιστοριογράφο Γουίλιαμ Σμιθ Πέλετρο, το Γκρέιβσεντ ανακαλύφθηκε στα μέσα του 17ου αιώνα και έκτοτε αποτελούσε ολλανδική αποικία. Πρόκειται για ένα ήσυχο προάστιο που δεν θυμίζει στους έντονους ρυθμούς ζωής του Μπρούκλιν και της Νέας Υόρκης. Στο βορειοανατολικό μέρος του Γκρέιβσεντ παρατηρείται εδώ και δεκαετίες έντονη η εβραϊκή παρουσία, απότοκο της θρησκευτικής ελευθερίας που επικρατούσε πάντα εκεί. Στη μικρή και ανυποψίαστη παραθαλάσσια κωμόπολη των ΗΠΑ λαμβάνει χώρα το πρώτο μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Μπόυλ, που κυκλοφορείται από τις εκδόσεις Πόλις.

Μετά από δεκαέξι χρόνια ποινής στη φυλακή, ο Ρέι Μπόι Καλαμπρέζε αφήνεται ελεύθερος. Πρόκειται για έναν άντρα που ενσάρκωνε το πρότυπο για κάθε αγόρι όπως: Γυμνασμένος, όμορφος, πετυχημένος στον ερωτικό τομέα. Η παρανομία και η ασύδοτη ελευθερία του επέδρασαν καταλυτικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανιψιού του, Γιουτζίν. Τόσο ο Ρέι Μπόι όσο και η συν αυτώ εμφάνιζαν ομοφοβικές και βίαιες τάσεις που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο του Ντάνκαν Ντ’ Ινοσέντσιο λόγω των ομοφυλοφιλικών του προτιμήσεων. Η μακρόχρονη καταδίκη του Ρέι Μπόι τον βοήθησε να μετανιώσει για το κακοποιό του παρελθόν και να συναντήσει τον άνθρωπο που θα τον στοίχειωνε στη μετέπειτα ζωή του. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον αδερφό του Ντάνκαν, Κόνγουεϊ. Ο τελευταίος εργαζόταν σε μία φαρμακευτική εταιρία και ζούσε με τον ηλικιωμένο πατέρα του. Κάθε πτυχή της ζωής του επηρεαζόταν από την απώλεια του αδερφού του και μοναδική λύτρωση στην άνυδρη ζωή του Κόνγουεϊ θα ήταν η εκδίκηση εναντίον του Ρέι Μπόι. Ο ίδιος, ωστόσο, αναγνώριζε στον εαυτό του τη δειλία. Στη γειτονία του Γκρέιβσεντ επανεμφανίζεται μετά από χρόνια η Αλεσάντρα, πρώην συμμαθήτρια του Κόνγουεϊ στο σχολείο και περιπλανώμενη ηθοποιός. Οι οικονομικές δυσχέρειες την ανάγκασαν να επιστρέψει στο πατρικό της σπίτι και να δεχθεί να συμμετάσχει σε ευτελείς ανεξάρτητες παραγωγές. Στο παρελθόν ένιωθε έλξη για τον Ρέι Μπόι ενώ ήταν το αντικείμενο του πόθου για τον Κόνγουεϊ. Η παραμονή της εκεί θα συντελέσει να ανακτήσει επαφή με τη Στέφανι, συνεργάτιδα του Κόνγουεϊ, η οποία έμενε με τη δύστροπη μητέρα της και δεν είχε καμία εμπειρία στον ερωτικό τομέα.

Βασικός πρωταγωνιστής στο μυθιστόρημα του Μπόυλ δεν υπάρχει και αν έπρεπε να εφεύρουμε κάποιον αυτός θα ήταν το ίδιο το Γκρέιβσεντ (εξ ου και η απόδοση του τοπωνυμίου στον τίτλο της πρωτότυπης έκδοσης. Εκείνη η ήσυχη περιοχή μοιάζει να ζωντανεύει τρομακτικά. Το βιβλίο αποπνέει μια ατμόσφαιρα παρακμής που συντροφεύει τα πρόσωπα μέχρι το τέλος της ιστορίας. Στο νουάρ του Αμερικανού συγγραφέα απουσιάζει η τελική έκβαση όχι όμως απαραίτητα και η λύτρωση. Δεν θα ήταν άτοπο να πούμε ότι το αίσθημα εκδίκησης που κυριαρχεί ανάμεσα στα πρόσωπα αποτελεί προείκασμα θανάτου. Στους χαρακτήρες βιώνεται η κρίση της ηλικίας των twenties: εργασία ανασφάλεια, ερωτική αστάθεια και άγχος αποκόλλησης από τη γονική εστία. Η ενδομυθιστορηματική χρονική περίοδος σηματοδοτεί την κρίση ταυτότητας των προσώπων που εκβάλλει στην αποδοχή του θανάτου. Ο Ρέι Μπόι δεν μπορεί πια να αντέξει το βάρος της εμπλοκής του ως ηθικού αυτουργού στον θάνατο του Ντάνκαν (σ.σ. Ο Μπόυλ αναφέρει ότι η συμμορία του Ρέι Μπόι κυνηγούσε τον Ντάνκαν και ο τελευταίος αναγκάστηκε να εισέλθει σε δρόμο με αποτέλεσμα να σκοτωθεί από διερχόμενο όχημα) και δίνει οδηγίες στον αδερφό του θύματος πώς θα χρησιμοποιήσει το όπλο για να τον σκοτώσει. Από την άλλη πλευρά, ο Κόνγουεϊ, ανίκανος να εκδικηθεί τον Ρέι Μπόι επιθυμεί να λυτρωθεί πέφτοντας και ο ίδιος θύμα του.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις (2018)

Ο Κόνγουεϊ ήταν πάντα ένας αποτυχημένος πρώτης γραμμής. Η ανυπαρξία ελπίδας και θάρρους ήταν ένας σάπιος συνδυασμός. Και ο τρόπος που αντιμετώπιζε όλη αυτή την κατάσταση με τον Ρέι Μπόι ήταν πέρα από κάθε λογική. Για χρόνια ονειρευόταν να εκδικηθεί τον Ρέι Μπόι, αλλά δεν έκανε τίποτα για να προετοιμαστεί. Δεν έμαθε να πυροβολεί, δεν έκανε βάρη. Νόμιζε πως δεν είχε σημασία. Ίσως αυτό που ήθελε πραγματικά ήταν ο Ρέι Μπόι να έχει παραμείνει ο Ρέι Μπόι. Ίσως αυτό που ήθελε πραγματικά ήραν να πεθάνει από τα χέρια του Ρέι Μπόι, να έχει υπερισχύσει εκείνος, και η δική του αποτυχία να είναι απόλυτη και τελειωτική.
Τώρα πια ήταν ειλικρινή με τον εαυτό του. Αυτό ήταν που ήθελε πραγματικά. Από τότε που μπορούσε να θυμηθεί.
Αλλά ο Ρέι Μπόι είχε αντιστρέψει τους ρόλους. Ο καριόλης είχε μετανιώσει γι’ αυτό που είχε κάνει στον Ντάνκαν.
Κανείς δεν καταλάβαινε τον Κόνγουεϊ. Κανείς δεν τον κατάλαβε ποτέ. Ούτε ο ίδιος καταλάβαινε τον εαυτό του.

Οι αφηγήσεις που μεσολαβούν μεταξύ των διαλόγων συχνά ακολουθούν τον ειρμό των σκέψεων των δρώντων προσώπων και φορτίζονται συναισθηματικά σαν να επρόκειτο για προεκτάσεις του λόγου τους –αν και η εστίαση λαμβάνει χώρα μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα σε σχέση με τα γεγονότα. Εδώ η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, ο αφηγητής δεν είναι συμμέτοχος στις εξελίξεις αλλά παντογνώστης σχολιαστής των προθέσεων και των πράξεων των προσώπων του βιβλίου. Ο συγγραφέας έχει την ικανότητα να χρησιμοποιεί περισσότερες από μία αφηγηματικές γλώσσες ανάλογα με το κοινωνικό υπόβαθρο και την ηλικιακή κατηγορία του κάθε χαρακτήρα. Στην περίπτωση μάλιστα του Γιουτζίν και του φίλου του, Σουέτ, ο συγγραφέας-αφηγητής ολισθαίνει στη γλώσσα των εφήβων.

Η ζωή και οι συναναστροφές των ηρώων καθίστανται δυσφορικές σε παροντικό χρόνο ενώ η ενθύμηση του παρελθόντος λειτουργεί καταπραϋντικά. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Κόνγουεϊ, η Αλεσάντρα ή ακόμα και ο Γιουτζίν αναπολούν τα περασμένα χρόνια. Όταν επιστρέφουν στη θλιβερή τους πραγματικότητα, καταφεύγουν σε εφήμερες σεξουαλικές σχέσεις και στο αλκοόλ. Όλοι τους είναι δέσμιοι του παρελθόντος και του παρόντος τους, στοιχειωμένοι από το ίδιο το Γκρέιβσεντ, γνώστης του οποίου είναι ο συγγραφέας καθώς μεγάλωσε στην ευρύτερη περιοχή. Οι άνθρωποι του Γκρέιβσεντ και ο τόπος τους συνιστούν μια ταυτολογία και όλοι τους εκτός από την Αλεσάντρα τείνουν να αποδεχτούν την τραγική τους μοίρα. Πρόκειται για μια κλειστή κοινωνία όπου όλοι γνωρίζονται στενά μεταξύ τους και παρόλα αυτά, είναι αποξενωμένοι. Καθένας τους είναι αιχμάλωτος στη συνεχή περιδίνηση της ενδοοικογενειακής φθοράς και κάθε σύναψη φιλικής σχέσης πηγάζει από προσωπικό συμφέρον. Η οργή, η ζήλεια, η απογοήτευση, το αίσθημα εκδίκησης και ματαιότητας, οι προσωπικές ανασφάλειες κατακλύζουν τον κόσμο του Μπόυλ, συνθέτουν αποσυνάγωγες προσωπικότητες. Βιώνουν τη μοναξιά μέσα από τις αποτυχημένες τους προσπάθειες να κατανοήσουν τα κίνητρα των άλλων ενώ απωθούν την ιδέα της συμφιλίωσης με τον εαυτό τους προσκολλημένοι σε ένα παρελθόν που δεν έχει τίποτα πια να τους προσφέρει.


Συγγραφέας: William Boyle
Τίτλος: Gravesend
Μετάφραση: Άλκηστις Τριμπέρη
Εκδόσεις: Πόλις (2018)
Σελίδες: 336