Κριτική: «Όπως πάει το ποτάμι» σε σκηνοθεσία Γιάννη Λεοντάρη στο Θέατρο Σταθμός

Στο θέατρο «Σταθμός» ο Γιάννης Λεοντάρης σκηνοθετεί την παράσταση «Όπως πάει το ποτάμι», ένα πολυεπίπεδο έργο με επίκεντρο την, ερωτική σε πρώτο επίπεδο, σχέση δύο ανδρών. Τους χωρίζουν αρκετές δεκαετίες βιωμένης εμπειρίας. Από τη μία πλευρά, στο ρόλο του «Μπο» ο Περικλής Μουστάκης ενσαρκώνει την ιστορική προέκταση του ομοφυλοφιλικού κινήματος στην ύστατη παρουσία της στις κοινωνικές μεταβολές τις οποίες αντικρίζει με σκεπτικισμό, δίχως, ωστόσο, να απωλέσει την διάθεση και τον ενθουσιασμό για την ερμηνεία τους στη δική του, ατομική και συλλογική, ιστορία. Από την άλλη πλευρά, στο ρόλο του «Ρούφους» ο Μάνος Καρατζογιάννης εκπροσωπεί την ελεύθερη ερμηνεία της ερωτικής εμπειρίας, ως επέκταση της επιθυμίας για συνολική ταύτιση αυτής με την έννοια της ανανέωσης και της ευθύνης έναντι των επιλογών μας.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ιστορία συναντά τον ενθουσιασμό και την αθωότητα. Φαινομενικά επρόκειτο για την πλοκή μίας ψυχολογικής, συναισθηματικής και διανοητικής «ιδιαιτερότητας». Δύο εραστές επιδίδονται στην γεφύρωση της χρονικής ανακολουθίας μέσα από την ερωτική επιθυμία. Ωστόσο, το έργο ξεδιπλώνεται ενώπιον του θεατή με τρόπο γραμμικό μεν, σύνθετο δε. Στην πρώτη περίπτωση, η προσωπική σχέση, την οποία αναπτύσσουν τα συμβαλλόμενα μέρη, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον πόθο για αποδοχή και ικανοποίηση, τα οποία υιοθετεί κανείς ενώπιον της ανθρώπινης επαφής. Πίσω, όμως, από την επιφάνεια των προσώπων αποκαλύπτεται αφενός η τραυματική ιστορία του ομοφυλοφιλικού κινήματος, αφετέρου η προσωπική στάση του πρωταγωνιστή (βλ. Μπο) στα γεγονότα ως αυτόπτης μάρτυρας αυτών. Ομοφυλοφιλικό κίνημα στο διάβα της ιστορίας του οποίο γινόμαστε δέκτες της βιαιότητας και της καταπίεσης με την οποία αντιμετωπίστηκε από θεσμικούς και μη φορείς του δυτικού πολιτισμού, στο όνομα διαφύλαξης της ηθικής του ιδίου αυτού συστήματος κατασκευής της ανηθικότητας στις οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές και, ευρύτερα, κοινωνικές του διαστάσεις. Ένοχο το σύστημα το οποίο διαμόρφωσε και, εν πολλοίς, εξακολουθεί να το πράττει, περιθώρια και στοχευμένους αντιπάλους. Στο ίδιο πλέγμα αντιθέσεων κινήθηκε και το ομοφυλοφιλικό κίνημα, με τραγικές για το ίδιο συνέπειες· συνέπειες και γεγονότα τα οποία αποτυπώνονται μέσα από το έργο (βλ. περιγραφή για τον εμπρησμό και τη δολοφονία τριάντα δύο (32) ατόμων στο gay bar Upstair’s Loungr της Νέας Ορλεάνης το 1973). Ο «Μπο» βιώνει την οικογενειακή απόρριψη, ως μία εκ των μορφών εξουσίας του λόγου και των κοινωνικών ρόλων ενσωμάτωσης στον δυτικό πολιτισμό. Απόρριψη την οποία δεν θα υπερβεί καθόλη τη διάρκεια της ζωής του. Στους συντρόφους, με τους οποίους θα συναναστραφεί, επενδύει στην έννοια της εμπιστοσύνης και της αθωότητας/αυθεντικότητας των αισθήσεων και των επιλογών. Τόσο στην Ευρώπη όσο και την Αμερική, μας μεταφέρει πτυχές του αγώνα του ομοφυλοφιλικού κινήματος για την διεκδίκηση της ταυτότητάς τους ως αυτόνομες υποστάσεις. Μέσα από τις περιγραφές ο «Μπο» αυτό-ψυχαναλύεται. Συναισθήματα, επιθυμίες, ευθύνη, πόνος, ευτυχία και αξιοπρέπεια, εξωτερικεύονται.

Από τη δική του οπτική γωνία ο «Ρούφους» στην ορμή της νεανικότητάς του, επιχειρεί να οικοδομήσει την αμφισβήτηση στις συμβάσεις του δικηγορικού του επαγγέλματος μέσα από την αναζήτηση της αλήθειας στο πρόσωπο του «Μπο». Αυτού του είδους η αλήθεια δεν γνωρίζει περιορισμούς και δεν θέτει προϋποθέσεις. Είναι διατεθειμένη να αφοσιωθεί άνευ όρων και ορίων, δίχως να προδικάζει την προ-οικονομία του μέλλοντος χρόνου. Παρότι ο παρορμητισμός του εμφιλοχωρεί στο νεαρό της ηλικίας του, ωστόσο, διαθέτει τον ενθουσιασμό της ενηλικίωσης. Με άλλα λόγια, δεν αντιμετωπίζει τον έρωτα ως σαρκική απόλαυση και φυσική αναγκαιότητα. Υπερβαίνει τα συμπλέγματα που ορίζει το κοινωνικό σύνολο ως ηθικώς αποδεκτά και καλεί (ή/και προσκαλεί-προκαλεί) τον «Μπο» στη δημιουργία νέων δεσμών ταύτισης και αφοσίωσης. Αυτό το οποίο αρνείται πεισματικά ο τελευταίος (σύναψη συμφώνου συμβίωσης, υιοθεσία παιδιού) το αναζητά έπειτα σε τρίτο πρόσωπο, εξίσου νεότερο όπως ο ίδιος στη σχέση του με τον μεσήλικα άνδρα. Και στις δύο περιπτώσεις, την σχέση του «Μπο» με τον «Ρούφους» και αργότερα του «Ρούφους» με τον «Χάρυ» τα πρότυπα ιεράρχησης επανέρχονται και επαναπροσδιορίζονται. Πατρική φιγούρα ο ένας για τον άλλο, μητρική φιγούρα ο τρίτος για το υιοθετημένο, εν τέλει, παιδί. Μία διαδικασία η οποία καταλήγει να μας υπενθυμίζει πόσο δύσκολο έως και αδιέξοδο είναι να ανατρέψει κανείς τις συμβάσεις των κοινωνικών ιδιοτήτων. Ωστόσο, οι ήρωες του έργου επιχειρούν να προσδώσουν νέο περιεχόμενο σε αυτές. Ο «Ρούφους» πάσχει από τη νόσο της διπολικής διαταραχής. Νόσος, η οποία μεταβάλει τα συμπτώματά της από την κατάθλιψη έως τις απότομες διακυμάνσεις της συμπεριφοράς και διάθεσης. Με επιδέξιο τρόπο και ενσυναίσθηση, ο ηθοποιός Μάνος Καρατζογιάννης, υπηρετεί αυτού του είδους τις μεταπτώσεις και τις μεταφέρει στο κοινό ως πεδίο προβληματισμού. Η έννοια της «ιδιαιτερότητας» έχει πολλαπλές αποχρώσεις και δεν αφορά μονάχα τις ερωτικές επιλογές του ατόμου. «Ιδιαίτερη» είναι η ίδια η ζωή, η οποία, στο σύντομο διάβα της, μας προκαλεί να την βιώσουμε στις διαστάσεις της. Η στάση του έναντι του «Μπο» είναι στάση αποκέντρωσης του «Εγώ». Επιζητά την εμπειρία μέσα από την εναλλαγή των προτεραιοτήτων και όταν αγγίζουν το τέλμα του κορεσμού (βλ. την συμβίωση με τον «Μπο») δεν εγκαταλείπει τον σύντροφό του, για την ανανέωση του καινούργιου, αλλά ισορροπεί ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, ανάμεσα στον «Μπο» και τον «Χάρυ». 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο «Χάρυ», ρόλο τον οποίο υποδύεται ο Δημήτρης Ροϊδης, είναι το τρίτο πρόσωπο της ιστορίας. Ή, καλύτερα, είναι η ίδια η κυκλική πορεία της ιστορίας στην αρχή και το τέλος αυτής. Ουσιαστικά διαδέχεται τον «Ρούφους» στο ρόλο τον οποίο είχε ο ίδιος στη σχέση του με τον «Μπο». Η επανάληψη αυτή λειτουργεί ως σημείο αναφοράς. Ο «Χάρυ», ως drag queen, μεταπλάθει την απόσταση που χωρίζει τα συμβαλλόμενα μέρη σε τομή γεφύρωσης. Τί κι αν τα σώματα, ως υλικές υποστάσεις, υποχωρούν ενώπιον του αναπόφευκτου τέλους; Η επιθυμία, ο παραλογισμός του έρωτα και η «μανία» της ταυτότητας σε αυτόν κεντρίζουν την ποιότητα της προσωπικής αφήγησης. Η ζωντάνια και η ενέργεια του «Χάρυ» σηματοδοτεί την κυκλική δομή του ατόμου στη ζωή.

Η σκηνοθετική ματιά του Γιάννη Λεοντάρη, στη λιτότητα του χώρου και την εντυπωσιακή χρήση οπτικών εφέ, επιτελεί την σημαντικότερη ερμηνεία του έργου, εν συνόλω. Ακινητοποιεί τον χρόνο, προσδίδει υπεραξία στα σώματα, μεταθέτει την κινησιολογία στο επίπεδο της σημειολογίας των λεκτικών σχημάτων και ερμηνεύει την ανθρώπινη απόσταση, ανάμεσα στην απομόνωση και την αποδοχή, με όρους αντισυμβατικότητας. Δεν σκηνοθετεί μία θεατρική παράσταση. Σκηνοθετεί τον άνθρωπο, δίχως περιστροφές. 

Info: Κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00 και κάθε Κυριακή στις 18:00, στο Θέατρο Σταθμός (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο Αθήνα (πλησίον του Μετρό Μεταξουργείο) / 2105230267). Εισιτήρια στη viva.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook (εδώ), twitter (εδώ) και instagram (εδώ) για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.