Γιώργος Νταλάρας «Latin» – Ο σαρωτικός δίσκος που έμεινε στην ιστορία του Ελληνικού τοπίου

Θυμόμαστε ξανά τον αξεπέραστο δίσκο της Ελληνικής δισκογραφίας «Latin» με αφορμή τα σημερινά γενέθλια του Γιώργου Νταλάρα, 29 Σεπτεμβρίου. Ο Τάσος Π. Καραντής ετοίμασε για τον διαδικτυακό ιστότοπο ελληνικής μουσικής e-orfea.gr ένα εξαιρετικό άρθρο του οποίου κι εμείς καταθέτουμε ακριβώς και λεπτομερώς, όπως γράφτηκε πριν από 8 χρόνια.

«Ο Γιώργος Νταλάρας διαθέτει τέσσερα ισχυρά πρόσωπα από τη γέννησή του. Μ’ αυτά λειτούργησε τόσα χρόνια τώρα, φορώντας κι ένα βυζαντινό μανδύα χρυσοποίκιλτο και ακριβά ραμμένο. Το ένα του πρόσωπο περιέχει την παράδοσή του. Το άλλο, το πάθος του για το τραγούδι. Κάθε λογής τραγούδι. Το τρίτο, την ερωτική του σχέση με το κοινό. Και το τέταρτο, την τελειολογία και την τάση του για τ’ άστρα».

Αυτά έγραφε, μεταξύ άλλων, το 1988 ο Μάνος Χατζιδάκις για το Γιώργο Νταλάρα, στο σημείωμά του για το δίσκο (ζωντανή ηχογράφηση) «Το ελληνικό πρόσωπο του Γιώργου Νταλάρα», που είχε κυκλοφορήσει από το «ΣΕΙΡΙΟ». Αλλά, νομίζω, ότι και το “λάτιν πρόσωπο του Γιώργου Νταλάρα” – όπως, κυρίως, προκύπτει από τον δίσκο του, τα «Latin», που είχε κυκλοφορήσει ένα χρόνο πριν(1987) – οφείλεται ακριβώς στο ίδιο αυτό “πάθος του για το κάθε λογής τραγούδι”, όπως, πολύ εύστοχα, το θέτει ο Χατζιδάκις. Κι είναι τέτοια η ένταση του πάθους αυτού, που άγγιξε αμέσως το ευρύ κοινό, ώστε να εκτοξεύσει τις πωλήσεις του δίσκου αυτού του Νταλάρα στις 600.000(!), τοποθετώντας τον – και μαζί του, για μοναδική φορά, το είδος των λάτιν τραγουδιών στην Ελλάδα – κατευθείαν στην 4η θέση του TOP – 10 της ελληνικής δισκογραφίας. Τα «Latin» όμως, αποτελούν ένα μεγάλο κεφάλαιο στην καριέρα του Νταλάρα, με προϊστορία, αλλά και συνέχεια, που φτάνει ως τις μέρες μας κι αξίζει, στα πλαίσια της αναφοράς σ’ αυτό το δίσκο – σταθμό της δισκογραφίας του, αλλά και της ελληνικής δισκογραφίας, να τα προσεγγίσουμε.
Η προαναγγελία

«Από πολύ μικρό παιδάκι, θα ‘μουνα δε θα ’μουνα 10 χρονών, προς το τέλος της δεκαετίας του ’50, θυμάμαι στις γειτονιές μας πόσο θραύση κάνανε αυτά τα τραγούδια της Παραγουάης, της Αργεντινής, με το ”TRIO LOS PANCHOS” , με τους “LOS INDIOS” κι όλα αυτά τα συγκροτήματα που ταξίδεψαν τη μουσική της Λατινικής Αμερικής σ’ όλο τον κόσμο.».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αυτά εξομολογούταν ο Γιώργος Νταλάρας, στα πλαίσια μιας σειράς ραδιοφωνικών εκπομπών «Πρόβες και ηχογραφήσεις που δεν έγιναν ποτέ δίσκοι», που μεταδόθηκαν τη χριστουγεννιάτικη-πρωτοχρονιάτικη περίοδο 1984-1985 από το Β’ Πρόγραμμα, στις οποίες ο Νταλάρας παρουσίασε ο ίδιος αγαπημένα του τραγούδια από το προσωπικό του αρχείο. Τον ακούσαμε λοιπόν τότε, στο πασίγνωστο «Historia de un amor», όπου, όπως μας πληροφορούσε, το είχε ηχογραφήσει πρόσφατα στο στούντιο του σπιτιού του, παίζοντας μόνος του τις δυο κιθάρες, τις δυο κιθάρες που συνοδεύουν, καθώς και το μπάσο. Και ακολούθησαν το «Alma Corazon y vida», αλλά και το ελληνικό, επηρεασμένο από τις μελωδίες της Λατινικής Αμερικής, «Χαρά μου»(είχε μεταδοθεί, την ίδια εποχή(1984) και σε – αφιερωμένη στο Νταλάρα – τηλεοπτική εκπομπή της ΕΡΤ-1).

Στην ραδιοφωνική λοιπόν αυτή εκπομπή, που παρουσίασε αυτό το υλικό, μας εξηγούσε : «Δεν ξέρω πόσο σας ξαφνιάζει ν’ ακούτε αυτά τα τραγούδια, για μένα είναι μια καθημερινή απασχόληση, εκτός από τα λαϊκά που παίζω, όταν έχω χρόνο κάθομαι και σκαλίζω αυτά τα πράγματα». Αποδεικνύεται, έτσι, εκ των υστέρων, πως η αναφορά αυτή στο είδος, σχεδόν 3 χρόνια πριν την έκδοση του δίσκου με τα «Latin», αποτέλεσε, ουσιαστικά, μια προαναγγελία κι ότι, από τότε και παλιότερα, όπως θα δούμε παρακάτω, είχε μπει η ιδέα στο μυαλό του και την δούλευε, κάτι που δείχνει και τη σοβαρότητα όλης αυτής ενασχόλησής του.

O Προάγγελος

Το ρόλο του προάγγελου μιας ολοκληρωμένης έκδοσης με λάτιν τραγούδια τον έπαιξαν, δυο σχεδόν χρόνια μετά, οι δυο συναυλίες, στα πλαίσια του «Φεστιβάλ Λαϊκής Μουσικής», στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, στις 18 και 19 Νοέμβρη του 1986, με την κοινή εμφάνιση του Γιώργου Νταλάρα, του Αφρικανού Ray Lema και του διεθνούς φήμης Ισπανού κιθαρίστα Paco De Lucia, όπου, σχετικού ύφους, ισπανικά κι ελληνικά, κομμάτια, που παίχτηκαν εκεί, συμπεριλήφθηκαν στο δίσκο του Νταλάρα «Ζωντανές ηχογραφήσεις»(90.000 πωλήσεις), που κυκλοφόρησε το Φλεβάρη του 1987. Συγκεκριμένα στο δίσκο υπάρχουν το ισπανικό «El emigrante» κι η “δική μας” «Μανουέλλα»(στα φωνητικά ο Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας), με τη συνοδεία του Paco De Lucia στην κιθάρα. Ο Paco De Lucia θα αναφέρει για το Νταλάρα τα εξής : «Είναι πραγματικά πολύ μεγάλος τραγουδιστής. Πριν λίγο καιρό μου έστειλε μερικές κασέτες στη Μαδρίτη και ενθουσιάστηκα όταν πρωτάκουσα τη φωνή του. Είναι σπουδαίος. Και νομίζω ότι μπορεί να τραγουδήσει πολύ καλά τα δικά μας τραγούδια. Μου θυμίζει πολύ τους τραγουδιστές του φλαμέγκο»(περιοδικό «Διπλό Τηλέραμα», τεύχος 506, 6-12/12/1986, σελ. 16). Κι ο Νταλάρας θα γράψει στο σημείωμά του στο δίσκο : «Τα τραγούδια “El emigrante” και “Μανουέλλα” συνοδεύει με την κιθάρα του ο Paco De Lucia, ένα από τα σπουδαιότερα πρόσωπα της μουσικής μου μυθολογίας. Τον ευχαριστώ για τη μεγάλη τιμή».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Πρόβα

Τον ίδιο μήνα (το Φλεβάρη του 1987), με την κυκλοφορία των «Ζωντανών ηχογραφήσεων», βγαίνει, στην τότε ΕΡΤ – 1, μια καινούρια μουσική εκπομπή, η «Πρόβα», με παρουσιάστρια την αείμνηστη Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου. Το προφίλ της εκπομπής περιγράφεται από τον περιοδικό Τύπο της εποχής : «… θα παρουσιάζει γνωστούς τραγουδιστές, αλλά και συνθέτες, έτσι όπως δεν τους έχουμε δει και, κυρίως, όπως δεν τους έχουμε ακούσει ποτέ. Γιατί οι καλλιτέχνες πέρα από τη δισκογραφική τους δουλειά, έχουν πολύ συχνά τις δικές τους μουσικές ανησυχίες, προτιμήσεις», “ψαξίματα”, που δεν φτάνουν ποτέ στο κοινό. Αυτά τα άλλα άγνωστα στον πολύ κόσμο “μουσικά πρόσωπα” των καλλιτεχνών θα ανακαλύπτει και θα μας παρουσιάζει η Λιλάντα(Λυκιαρδοπούλου)».

Πρώτος καλεσμένος της εκπομπής είναι ο Γιώργος Νταλάρας, ο οποίος στο Στούντιο 3 της ΕΡΤ-1 στην Αγία Παρασκευή «τραγουδάει ζωντανά τραγούδια της Λατινικής Αμερικής και της Ισπανίας, αλλά και ελληνικά τραγούδια μιας εποχής πολύ ρομαντικής, που τραγουδούσαν κυρίως τα γνωστά τότε τρίο, που άφησαν εποχή και αγαπήθηκαν όσο και τα λαϊκά τραγούδια στη δεκαετία του ’60. Τραγούδια με ελληνικό στίχο, επηρεασμένα όμως από τους λατινικούς ρυθμούς και μελωδίες. Μ’ αυτήν την ευκαιρία ο Γιώργος Νταλάρας μας αποκαλύπτει μια μεγάλη του μουσική αγάπη, παίζοντας και ερμηνεύοντας, σαν κιθαρίστας και σαν τραγουδιστής, με το χαρακτηριστικό τους χρώμα τραγούδια από την Κούβα(γκουαχίρα), την Ισπανία(φλαμένγκο), το Περού, το Μεξικό και ρυθμούς όπως το βαλς περουάνο, το μάμπο, το ταγκό.».
Η ίδια η Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου αναφέρει για τον πρώτο καλεσμένο της εκπομπής: «Αρχίζουμε με τον Νταλάρα, γιατί ο ίδιος αποτελεί έναν “πολιορκητικό Κριό”. Διακινδυνεύει κάθε πειραματισμό και είναι τελειομανής στη δουλειά του. Ήταν από τους πλέον κατάλληλους να τραγουδήσει ζωντανά εξωρεπερτοριακά τραγούδια.».

Κι ο Γιώργος Νταλάρας εκφράζει την άποψή του για την εκπομπή:

«Η εκπομπή έχει την τύχη να την οργανώνει και να την παρουσιάζει η Λιλάντα, που αγαπά το τραγούδι και έχει συναίσθηση του χρέους μιας καλλιτεχνικής εκπομπής και όχι απλά ενός μουσικού διαλείμματος. Από εκεί και ύστερα τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα, παρ’ όλες τις δυσκολίες του ζωντανού προγράμματος. Η συνεργασία μας ήταν πραγματικά συναρπαστική και λειτουργήσαμε αυθόρμητα. Η επιλογή των τραγουδιών έγινε από μένα. Βασίστηκε στην αγάπη μου από μικρό παιδί για μερικά τραγούδια. Ανεξάρτητα από το τι θα επιθυμούσε ο πολύς κόσμος από μένα, μ’ αυτά τα τραγούδια κάνω μια πρόταση μουσική, αλλά κυρίως συναισθηματική. Προτιμώ να ταξιδέψω μέσα μου, παρά να χρησιμοποιήσω κάποια τραγούδια που ανάβουν και σβήνουν την ώρα που γεννιούνται. Είμαι δεμένος με τη λαϊκή μουσική κι αυτά τα τραγούδια είναι λαϊκή μουσική και είναι το μέσον για να εκφραστεί ένας λαϊκός τραγουδιστής.».

Τόσο η «Πρόβα», ως εκπομπή, όσο κι η συγκεκριμένη πρόβα του Νταλάρα, πέτυχαν πάντως! Αυτό τουλάχιστον έγραψε, σύσσωμη, η κριτική της εποχής : «Η “Πρόβα” της Λιλάντας Λυκιαρδοπούλου μας καθήλωσε. Και σαν ιδέα και σαν εκτέλεση η εκπομπή ήταν θαυμάσια. Χρειάζεται ένα μπράβο στην εξαίρετη δημοσιογράφο και σ’ όλους της συντελεστές της “Πρόβας”. Ακόμα μπράβο και στην ίδια την ΕΡΤ, που έδειξε πως όταν θέλει τα καταφέρνει» και «Καταλήγοντας, οφείλουμε ν’ αναφερθούμε στον ζωντανό Γιώργο Νταλάρα – έκπληξη και στους συνεργάτες του, που απέδωσαν πολύ καλά άγνωστα για μας λατινοαμερικάνικα τραγούδια με πλαίσιο ένα λειτουργικότατο σκηνικό χωρίς τίποτα περιττό.». Επίσης : «Όταν βλέπει κανείς την “Πρόβα”, ανακαλύπτει πως δεν χρειάζονται “υπεράνθρωποι” για να βγει μία καλή τηλεοπτική εκπομπή. Γνώση και αισθητική χρειάζονται. Και άνθρωποι όπως η Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου που τα διαθέτουν» και «Απολαύσαμε ένα Γιώργο Νταλάρα διαφορετικό από τον συνηθισμένο, να αποδίδει θαυμάσια τραγούδια με ιδιαίτερες ερμηνευτικές απαιτήσεις».

Τελικά, όπως αποδείχτηκε, η «Πρόβα» αποτέλεσε και κυριολεκτικά μια πρόβα για το Νταλάρα, αφού λίγους μήνες μετά, το καλοκαίρι του 1987, κυκλοφόρησε ο διπλός δίσκος του, τα «Latin». Πριν απ’ αυτό όμως, προηγήθηκαν μαθήματα ισπανικών!

Ο Νταλάρας μαθαίνει ισπανικά

Όταν ο Νταλάρας παρουσίαζε, στα τέλη του ’84 – αρχές του ’85, στην εκπομπή του Β’ Προγράμματος «Πρόβες και ηχογραφήσεις που δεν έγιναν ποτέ δίσκοι», τα «Historia de un amor» και «Alma Corazon y vida», σχολίαζε ο ίδιος : «Ελπίζω να μην παρεξηγήσετε την προφορά μου, ακούγεται λίγο βαριά, λίγο ελληνική για τα τραγούδια αυτά, αλλά έτσι τα ’μαθα, όπως τα ’μαθα απ’ τους δίσκους, μπορεί να ’ναι και λάθος τα λόγια, δεν ξέρω αν έχει και τόσο πολλή σημασία, έτσι κι αλλιώς πρόβες είναι αυτά, θα ’χουνε ελλείψεις, θα ’χουνε λάθη». Κι επειδή ο Νταλάρας είναι ο “τελειομανής του ελληνικού τραγουδιού”, δεν θα επέτρεπε ποτέ επιπολαιότητες σε μια δισκογραφική δουλειά του. Έτσι, λίγο πριν εκδοθούν τα «Latin», έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής : «Μαθήματα ισπανικής γλώσσας παρακολουθεί τώρα ο Γιώργος Νταλάρας. Ήταν ένας παιδικός του πόθος, όταν από μικρός ήθελε να τραγουδά ισπανικά τραγούδια». Μετά λοιπόν κι από τα μαθήματα ισπανικών, όλα πια είχαν μπει στην τελική ευθεία για την επικείμενη έκδοση!
Τα Latin

«Φύλαξα για μένα τη μικρή πολυτέλεια να ξαναζήσω το πληθωρικό συναίσθημα που γεννούσαν αυτές οι μουσικές και που για χρόνια ολόκληρα με συντρόφευε. Έπαιξα και τραγούδησα τα «Latin» – όπως τα έλεγα από μικρός – διασκευάζοντας και ενορχηστρώνοντάς τα σύμφωνα με το προσωπικό μου γούστο και διάθεση. Χρώσταγα αυτά τα “τραγούδια του παρελθόντος” στον εαυτό μου, στην κιθάρα μου και στις αναμνήσεις μου. Στο όνομα μιας ευαισθησίας μελλοντικής και μια εφηβείας που ακόμα παρατείνεται.».Έτσι προλογίζει ο Νταλάρας το δίσκο, εξηγώντας, στο σημείωμά του στο ένθετο, γιατί προχώρησε στην έκδοση αυτή. Τα τραγούδια αυτά, “του παρελθόντος”, όπως τα ονομάζει, ήταν, στον πρώτο δίσκο, 12 κομμάτια από τη Βενεζουέλα, το Μεξικό, την Παραγουάη, το Περού, την Κούβα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, σε όλη την ποικιλία των λάτιν ρυθμών : bolero, joropo, son jarocho, huapanco, vals peruano, rumba flamenca, guajira, rumba, bossa nova, huapanco huasteco, mambo. Ο δεύτερος δίσκος περιέχει 12 ελληνικά ελαφριά λαϊκά του ’50 – ’60, των Χιώτη, Ζαμπέτα, Μουζάκη, Μωράκη κ.ά., τα οποία όμως είναι επηρεασμένα από τη λατινική μουσική. Και, βέβαια, το σημαντικότερο απ’ όλα κι αυτό που έχει πραγματικό ενδιαφέρον, είναι, ότι ο Νταλάρας τα διασκευάζει, τα ενορχηστρώνει, παίζει τις κιθάρες και τα τραγουδάει με το δικό του αισθητικό, εκφραστικό και ερμηνευτικό τρόπο, ο οποίος αποτελεί, ουσιαστικά, την καλλιτεχνική πρόταση ενός σπουδαίου καλλιτέχνη πάνω στο είδος και με απόλυτη επιτυχία κι αποδοχή, όπως αποδείχτηκε περίτρανα έμπρακτα. Αναφέρεται ο ίδιος στο πως προσέγγισε αυτό το υλικό, σε συνέντευξή την εποχή που κυκλοφόρησε ο δίσκος(περ. «ΜΟΥΣΙΚΗ», τεύχος 115 – 116, Ιούνιος – Ιούλιος 1987, σελ. 25 – 26): «Μου ’πε ένας μουσικός ο οποίος έχει ασχοληθεί χρόνια μ’ αυτή τη μουσική : “Αυτά τα τραγούδια βέβαια άμα τα βάλεις δίπλα με τα πρωτότυπα, δε μοιάζουνε. Είναι αλλιώτικα τραγουδισμένα. Αλλά έχουνε τόσο προσωπική άποψη, που είναι άλλα τραγούδια”. Κατ’ αρχήν αυτοί οι άνθρωποι δεν τραβάνε ποτέ σόλο, αυτοί δίνουν βάση στις φωνές. Εγώ είμαι τραγουδιστής σόλο το κάνω για μένα κυρίως. Εγώ ήθελα αυτά τα τραγούδια να τα εκλαϊκεύσω ακόμα περισσότερο. Είναι λαϊκά τραγούδια αυτά. Ήθελα να τα κάνω ακόμα περισσότερο. Με τη φωνή τη δική μου που είναι οικεία στους ακροατές αυτά τα τραγούδια νιώθω ότι θα περάσουν σαν τραγούδια που τα ξέραν χρόνια και ήταν δικά τους. Κι αυτό είναι ενδιαφέρον για μένα, γιατί σαν τραγουδιστής που δεν έχει προσωπική δημιουργία, η δημιουργία του είναι αυτά … Τα μισά κομμάτια είναι τελείως διασκευασμένα. Μπορεί να μην έχουν καμιά σχέση με τα πρωτότυπα και ’γω το ’θελα αυτό και το πάλεψα μέσα μου. Στα περισσότερα κομμάτια έχω αλλάξει εισαγωγές, έχω προσθέσει πράγματα, έχω αλλάξει όργανα. Το κάνω γιατί έτσι θα με κάλυπτε. Κι απ’ την άλλη πλευρά εγώ θέλω να κάνω το κέφι μου. Παίζω χρόνια διάφορα όργανα, ότι μπορώ, αλλά εδώ ήθελα να κάνω την πλάκα μου. Ήθελα να παίξω λίγο κιθάρα, είχα λίγο το απωθημένο να σολάρω ας πούμε. Και το ’κανα.».

Σ’ όλο αυτό το τολμηρό εγχείρημα παίρνει μέρος και μια πλειάδα μουσικών και τραγουδιστών από το Διονύση Θεοδόση και τη Marta Moreleon στις β΄ φωνές, μέχρι τη Γλυκερία και την Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Όπως, επίσης, κι οι συγκινητικές συμμετοχές των Raul Sosa και Julio Jara, καθώς και των θρυλικών «Τρίο Καντσόνε» και «Τρίο Κιτάρα» ! Ακόμα κι ο Μάνος Ελευθερίου συστρατεύτηκε στην ελεύθερη απόδοση των ισπανόγλωσσων τραγουδιών στα ελληνικά, για τις ανάγκες του ενθέτου!

Η κορυφαία, βέβαια, συμμετοχή και πολύ τιμητική για τον Νταλάρα, είναι αυτή του κορυφαίου κιθαρίστα Al Di Meola ο οποίος σολάρει πάνω στις μελωδίες του Χιώτη, του Ζαμπέτα και του Μωράκη! Γράφει ο Νταλάρας για τον Al Di Meola στο ένθετο:

«Ο Al Di Meola, αυτός ο καταπληκτικός μουσικός, εξισορρόπησε με γνώση, ευαισθησία και μεράκι το δικό του ελεύθερο στυλ με τα δικά μας τραγούδια. Τον ευχαριστώ που τίμησε αυτές τις ηχογραφήσεις με τη συμμετοχή του». Και συμπληρώνει, σχετικά με το υλικό που δόθηκε στον Al Di Meola για να παίξει: «Δεν διάλεξα τυχαία τα τραγούδια του Μανώλη Χιώτη και του Γιώργου Ζαμπέτα, το μάμπο και τη μπόσα – νόβα, μια και πιστεύω ότι οι δυο αυτοί μουσικοί μας υπήρξαν απ’ τους πρώτους Έλληνες τζαζίστες που πάνω στις ακροβασίες των αυτοσχεδιασμών τους ταξίδεψε η φαντασία και μαθήτεψε το ταλέντο δεκάδων νέων μουσικών». Κι ο Al Di Meola λέει για τον Νταλάρα σε συνέντευξή του(περ. «ΜΟΥΣΙΚΗ», τεύχος 115 – 116, Ιούνιος – Ιούλιος 1987, σελ. 28) : «Σαν μουσικός και σαν τραγουδιστής έχει πολύ ψηλή ακεραιότητα. Θέλει να κρατάει την παράδοση κι όχι να πουλάει σε μεγάλα εμπορικά ακροατήρια. Είναι το ίδιο συναίσθημα που έχω κι εγώ για την μουσική μου».
Στο δίσκο αυτό ο Νταλάρας παρουσιάζει, πέρα από το ερμηνευτικό, και το πρόσωπό του ως μουσικός και, συγκεκριμένα, αυτό του κιθαρίστα, αν και παίζει και κρουστά. Πράγματι – εκτός από τις συμμετοχές σε κάποια τραγούδια του Στέλιου Καρύδα και του Αχιλλέα Περσίδη στις κιθάρες – ο Νταλάρας παίζει μόνος του solo κιθάρα α & β, αλλά και β΄ κιθάρα. Απολαύστε, σε όμορφα σόλα, τον “κιθαρίστα Νταλάρα”, ιδιαίτερα, στα κομμάτια : «El cascabel», «El preso numero nueve», «Que nadie sepa mi sufrir», «La Malaguena», «Μανουέλα», «Χαρά μου», «Πάντα μικρή μου», «Γέλα αγάπα και τραγούδα» και «Παραμυθένια ζωγραφιά».

Ερμηνευτικά, είναι ξεχωριστό το falsetto του(«El preso numero nueve», «La Malaguena», «Μανουέλα», «Πάντα μικρή μου») κι η εκφραστικότητα του, που αποπνέει συγκίνηση(«La malaguena», «Χρόνια σε περίμενα», «Παραμυθένια ζωγραφιά») και μια γλυκιά μελαγχολία(«Ποτέ μη κλαις»). Πολύ όμορφες είναι, επίσης, κι οι μπριόζες(«Los Garceros», «La bamba»), ατμοσφαιρικές(«Cancion del mimby», «Al bohio») και συγκινητικές(«La Malaguena», «Γέλα αγάπα και τραγούδα») ενορχηστρώσεις του.

Απ’ τον πρώτο δίσκο με τα ισπανόγλωσσα τραγούδια, η κορυφαία του ερμηνεία είναι στο «Una moneda le di», σ’ «ένα βαθύ τραγούδι, ένα τραγούδι για τραγουδιστή», όπως το χαρακτήρισε η Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου στην «Πρόβα» , γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο, που, αυτό το κομμάτι, έμεινε, μέχρι σχεδόν και τις μέρες μας, στο συναυλιακό ρεπερτόριο του Νταλάρα. Πολύ, επίσης, ακούστηκε και το, πασίγνωστο, «Historia de un amor». Ιδιαίτερη, συναισθηματικά φορτισμένη, είναι κι η ερμηνεία του στο «La malaguena».

Ο δεύτερος δίσκος, με τα ελληνικά τραγούδια, έβγαλε, όπως ήταν αναμενόμενο, και την μεγαλύτερη επιτυχία, το τραγούδι «Σε μαγικά νησιά». Πράγματι, οι καταιγιστικές κιθάρες του Al Di Meola, τα κιθαριστικά ντουέτα του με το Νταλάρα κι η, όλο ζωντάνια και φρεσκάδα, ερμηνεία του Νταλάρα, κατέστησαν το κομμάτι αυτό σούπερ επιτυχία, που μπήκε στις καρδιές όλων μας και ακούστηκε όσο κανένα άλλο! Το ακολούθησε, δεύτερο σε επιτυχία, το «Τι σου ’κανα και μ’ εγκατέλειψες», με τη συμμετοχή του Al Di Meola και σ’ αυτό. Ακολούθησε, μεγάλη επιτυχία επίσης, το «Μάμπο Μπραζιλέϊρο», με την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, η οποία το λέει καταπληκτικά. Χάρη στη συμμετοχή της αυτή στο δίσκο του Νταλάρα, χρωστά την παρουσία της στο ΤΟP – 10 της ελληνικής δισκογραφίας, αφού κανένας προσωπικός δίσκος της δεν έκανε πωλήσεις που να τις επιτρέψουν την αυτόνομη είσοδο στο ΤΟP – 10. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διασκευές στα κομμάτια του Χιώτη(«Δεν θέλω πια να ξαναρθείς»(με τη συμμετοχή της Γλυκερίας) και «Περασμένες μου αγάπες»), όπου μεταμορφώνονται δημιουργικά από τις κιθάρες του Al Di Meola. Αξίζει πάντως, να ανακαλύψετε και τα ”κρυφά διαμάντια”: «Χαρά μου», «Χρόνια σε περίμενα», «Γέλα, αγάπα και τραγούδα» και «Παραμυθένια ζωγραφιά», μέσα από τις τρυφερές κι αισθαντικές ερμηνείες του Νταλάρα. Ένα απ’ αυτά, το «Γέλα, αγάπα και τραγούδα», το έχει αφιερώσει στην μητέρα του την κυρία Τάνια! Δεν υπάρχει περίπτωση, ακούγοντάς τα, να μη σας δημιουργηθούν ειδυλλιακές εικόνες, με κατακόκκινα ηλιοβασιλέματα!

Να επισημάνω, ότι, όταν ήλθε το cd στην Ελλάδα, ο δίσκος κυκλοφόρησε και σ’ αυτή τη νέα μορφή, αλλά, με την τότε τεχνολογία, δεν χωρούσαν και τα 24 κομμάτια απ’ το διπλό δίσκο του βινυλίου σε ένα cd κι έτσι “κόπηκαν” τα εξής τρία(3): «Historia de un amor»(!), «Χρόνια σε περίμενα» & «Παραμυθένια ζωγραφιά». Γι, αυτό – δεν ξέρω αν κυκλοφορεί ακόμα αυτή η έκδοση – αναζητήστε οπωσδήποτε τη remaster επανέκδοση του 2003, η οποία περιέχει όλα και τα (24) τραγούδια, κι έχει και τέλειο ήχο, για να καταευχαριστηθείτε τα «Latin»!
Θα ολοκληρώσω αυτήν την παρουσίαση του δίσκου, με την παράθεση της δισκοκριτικής του Δημήτρη Καπράνου(από το «Διπλό Τηλέραμα» της εποχής), η οποία εξηγεί πολύ εύστοχα γιατί άρεσαν τόσο πολύ τα λάτιν του Νταλάρα και γιατί η πρότασή του αυτή έπιασε τον σφυγμό του Έλληνα :
«Θ’ αρχίσω με μια ιστορία. Το 1973, με τον Μάικ Ροζάκη και τον Τάκη Αντωνιάδη, εργαζόμαστε στο ”On The Rocks” της Βάρκιζας. Ένα βράδυ, λοιπόν, εκεί που παίζαμε το «Twist and Shout”, μου ‘ρθε η ιδέα να το γυρίσω στο «Labamba”. Λοιπόν, ο κόσμος στην πίστα ενθουσιάστηκε. Και από την άλλη μέρα φτιάξαμε ένα πρόγραμμα με το “Μπέσαμε μούτσο”, το “Μολιέντο Καφέ” το “Πεπίτο μι κορασόν” και άλλα λατινοαμερικάνικα κομμάτια.

Λοιπόν, ο Έλληνας λατρεύει τη λατινοαμερικάνικη μουσική. Είναι μέσα στο γούστο του. Τον οδηγεί στο ξεφάντωμα ή στο ρομαντισμό. Κι αυτό εκτός από μας το ξέρουν κι άλλοι. Και τα “ισπανικά” που παίζαμε τότε εμείς, τα παίζει τώρα υπέροχα, και μάλιστα με τη συμμετοχή του Αλ ντι Μέολα, ο Νταλάρας. Και θυμίζει σε όλους από κάτι δικό τους. Κι ακόμα και σε εκείνους που δεν έχουν ιδιαίτερη αγάπη για τα “λάτιν”.
Θα πω “μπράβο” και “ευχαριστώ” στον Νταλάρα. Ευχαριστώ, γιατί βρέθηκε ένας άνθρωπος να υλοποιήσει μια ιδέα και μια επιθυμία που είχαμε τόσοι και τόσοι παλιότερα. Και που μας τη χρώσταγε ένας από τους σημερινούς μουσικούς. Γιατί στα “Λάτιν” ο Νταλάρας είναι, κυρίως, μουσικός. Και μετά εκτελεστής. Ξεδίνει παίζοντας την κιθάρα του, όπως θα έπαιζε όμορφα και το “Απάτσι” των “Σάντοουζ” αν ποτέ έκανε δίσκο με τίτλο και θέμα “Sixties”. Δεν μπορώ να μην πω, όμως, και “μπράβο”, γιατί τα “Λάτιν” είναι τέλεια από κάθε άποψη. Είναι μια ολόκληρη εποχή, μια εποχή όμορφη, στερημένη ίσως αλλά όμορφη. Και γεμάτη μουσική και αίσθημα. Φυσικά “Λάτιν” είναι και μερικά από τα κομμάτια του δίσκου που έχουν γραφτεί από Έλληνες συνθέτες. Και ακόμη ακούγεται μια υπέροχη διασκευή του τραγουδιού του μεγάλου Γ. Ζαμπέτα “Τι σου ’κανα και μ’ εγκατέλειψες”. Συμμετοχή στο δίσκο εκτός του Αλ ντι Μέολα, που δίνει ελάχιστα δείγματα της δεξιοτεχνίας του, έχουν και οι Ραούλ Σόσα και Τζούλιο Λάρα, ο Γ. Πετσίλας και ο Φ. Παπαθεοδώρου(παλιά μέλη του “Τρίο Καντσόνε”) οι “Ράζα ντελ Κόμπρε”, η Άλκηστη Πρωτοψάλτη, Γλυκερία, ο Διον. Θεοδόσης και η Μάρτα Μορελεόν ».

Δείτε περισσότερα στο e-orfeas.gr