Μιμή Ντενίση «Δεν σκέφτηκα ποτέ ότι πρέπει να μετακομίσω στα πλούσια προάστια για να αισθανθώ καταξιωμένη»

Φωτογραφία: Δημήτρης Βλάικος

Η Μιμή Ντενίση – μια αδιαπραγμάτευτη σταρ – συνομιλεί με τον δημοσιογράφο Παύλο Παπαδόπουλο για το Green Park στο κέντρο της Αθήνας στο «Κ» της Καθημερινής. Αυτή την περίοδο προετοιμάζει τη νέα της ταινία σε ξένη παραγωγή, καθώς και τη νέα θεατρική απόπειρα για τη ζωή του μεγάλου Ελληνα ερμηνευτή Στέλιου Καζαντζίδη. Διαβάστε ένα απόσπασμα στο ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ.

Παρατηρώ όλα αυτά από το μπαλκόνι του διαμερίσματος της Μιμής Ντενίση. Επισκέφτηκα την ηθοποιό, σκηνοθέτιδα και θεατρική συγγραφέα στο σπίτι της, επειδή είναι κάτοικος του Πεδίου του Άρεως τα τελευταία 30 χρόνια και αγωνίζεται για την αποκατάσταση της περιοχής. Φοράει μπλουτζίν κι ένα λευκό πουκάμισο με μπλε σχέδια. Εργάζεται συνεχώς. Μετά την τριετή επιτυχία της θεατρικής «Σμύρνης» στον «Ελληνικό Κόσμο» έχει ολοκληρώσει το σενάριο για την κινηματογραφική της μεταφορά. Παράλληλα, σκηνοθετεί το έργο «Η ζωή μου όλη» με θέμα τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη, που αναμένεται να ξεκινήσει τον Δεκέμβριο στον «Ελληνικό Κόσμο». Παίρνει το smartphone και μου βάζει να ακούσω απροσδόκητες ερμηνείες του Καζαντζίδη που θα συμπεριλάβει στο έργο. «Ήξερες ότι ο Στέλιος είχε τραγουδήσει τα “Πέτρινα χρόνια”;». Δεν το ήξερα. Όμως η συνάντησή μας έχει θέμα το Πεδίον του Άρεως.

Τη ρωτώ πρώτα για το σπίτι της. Είναι ένα από τα σπάνια διαμερίσματα των Αθηνών. Βρίσκεται σε μια αστική πολυκατοικία της δεκαετίας του ’50, που μέχρι πριν από 30 χρόνια ανήκε ολόκληρη στην εφοπλιστική οικογένεια Κουλουκουντή. Συζητάμε μπροστά στο τζάκι, στην τραπεζαρία με έπιπλα αντίκες και μια βιβλιοθήκη με πολλά βιβλία, τα περισσότερα για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Διακρίνω βιβλία για τον Λόρενς Ολίβιε και τον Ηλία Καζάν.

«Γιατί δεν φεύγετε;»

«Το πάρκο κατέρρευσε όταν έκλεισε το Green Park και η κατάσταση χειροτέρεψε πολύ τα τελευταία δύο χρόνια», λέει. «Γιατί δεν φεύγετε;» τη ρωτώ κάπως απότομα. «Γιατί δεν προτιμήσατε το Ψυχικό ή την Εκάλη;» Η ερώτηση δεν της αρέσει ιδιαίτερα. «Είναι εγκαταλελειμμένο το κέντρο της Αθήνας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να το εγκαταλείψουμε όλοι», απαντά κοφτά. «Μήπως η εγκατάλειψη πρέπει να μας κινητοποιήσει, ώστε να σκεφτούμε τι πρέπει να κάνουμε για να αναστρέψουμε την παρακμή, αντί να σκεφτόμαστε πότε θα μετακομίσουμε στη Γλυφάδα, στην Εκάλη και στη Βουλιαγμένη;»

Μιλάει για την παιδική της ηλικία στου Παπάγου, στο σπίτι όπου μένει μέχρι σήμερα η μητέρα της Μαρία Ντενίση και η αδελφή της Σοφία Ντενίση, καθηγήτρια Ιστορίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στην ΑΣΚΤ. Παραδέχεται ότι αγαπάει το κέντρο της πόλης, αλλά και την εξοχή. Αναφέρει το εξοχικό της στον Θεολόγο. Όμως δεν προτιμά τις «ενδιάμεσες καταστάσεις» στους εύπορους δήμους της πρωτεύουσας. Δεν την ενθουσιάζουν οι έρημοι δρόμοι των βορείων προαστίων με τις περίκλειστες βίλες. «Λατρεύω την Αθήνα, θέλω να ζω στο κέντρο της πόλης, να πηγαίνω γρήγορα στη δουλειά μου, να είμαι μέσα στην κίνηση και στη ζωή, και να έρχονται εύκολα οι φίλοι μου στο σπίτι μου. Και δεν σκέφτηκα ποτέ ότι πρέπει να μετακομίσω στα πλούσια προάστια για να αισθανθώ καταξιωμένη».

Περισσότερα στο «Κ» της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ..

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ