Στάμος Τσιτσώνης «Αντιμετωπίζω τα διηγήματά μου ως σκηνές ενός έργου της καθημερινότητας»

Συνέντευξη στη Μαρκία Λιάπη (markiali@yahoo.gr)

O Στάμος Τσιτσώνης μιλάει για το τελευταίο του βιβλίο «Μια διαφορετική μέρα» και την επιστήμη των μαθηματικών.

Κύριε Τσιτσώνη, είστε μαθηματικός, συγγραφέας και μεταφραστής (έχετε μεταφράσει 6 έργα γύρω από το φανερό ή μη μαθηματικό σύμπαν της καθημερινότητας). Είναι η λογοτεχνία μια μαθηματική γλώσσα; Ποιος θα μπορούσε να είναι ο άγνωστος χ της λογοτεχνικής έκφρασης; Τα μαθηματικά είναι ένα κατάλληλο μέσο που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Η λογοτεχνία είναι ένα βολικό μέσον να εκφράσουμε τις απόψεις μας, τα συναισθήματά μας για αυτόν τον κόσμο. Η σχέση μαθηματικών και αφήγησης έχει πολλές διαστάσεις. Πρόκειται για δύο, θεωρητικώς διαφορετικούς χώρους, που έχουν όμως δομικές αναλογίες, με χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, ότι και στους δύο διατυπώνονται ή εκφράζονται νοήματα με ισχυρή αλλά όχι προφανή έννοια. Γενικεύοντας την άποψη ότι τα πάντα είναι μαθηματικά, θα μπορούσα να συμπεριλάβω και τη λογοτεχνία σ’ αυτή την ενότητα. Ωστόσο, ανιχνεύοντας τις δομές της λογοτεχνίας θα διαπιστώσει κανείς τις έννοιες της υπόθεσης, του συμπεράσματος, της λογικής (αλλά και της σουρεαλιστικής) εξέλιξης, της πλοκής, της άρνησης, της συμμετρίας, της συνεπαγωγής και πολλές ακόμη έννοιες που τις μονοπωλούν τα μαθηματικά, αλλά υφίστανται ως λογοτεχνικές «οντότητες» ντυμένες πότε με τη φορεσιά του συναισθήματος, πότε με τον σεμνό μανδύα μιας περιγραφής, πότε κρυμμένες δειλά στον στίχο ενός ποιήματος. Μένει στον καθένα λοιπόν να ανακαλύπτει την κρυμμένη ομορφιά αυτών των εννοιών. Ίσως αυτή ομορφιά θα μπορούσε να αποτελεί τον άγνωστο χ της λογοτεχνικής έκφρασης.

Ανάμεσα στις μεταφράσεις σας ανήκει και το έργο Επιστολές σε μια νεαρή μαθηματικό του Ian Stewart. O τίτλος, αλλά και το περιεχόμενο, φέρνει συνειρμούς γύρω από τις Επιστολές σε ένα νέο ποιητή του Rilke. Ένας νέος επιστήμονας χρειάζεται μια παρόμοια πνευματική καθοδήγηση γύρω από την εξέλιξη και τη δράση του; Ο ευφυής τίτλος του Ian Stewart όντως παραπέμπει συνειρμικά στις Επιστολές σε ένα νέο ποιητή του Rilke. Ωστόσο, στα γράμματα του Rilke θα αναγνωρίσει κάποιος αναφορές για τα μικρά κι ασήμαντα της κάθε μέρας, αλλά και για τον Θεό, τον θάνατο, τον έρωτα, την τέχνη, για τις χαρές και τα βάσανα της ζωής. Ο Ian Stewart χρησιμοποιεί την αλληλογραφία με τη φανταστική δεκαεξάχρονη συνομιλήτριά του (νομίζω πως δεν πρόκειται αναγκαστικά για νεαρή γυναίκα – το άρθρο she εμπεριέχει μια έννοια ουδετερότητας στην αγγλική γλώσσα) ως ένα είδος ήπιας προσέγγισης χωρίς στοιχεία διδακτισμού. Καταθέτει την αγάπη του για τα μαθηματικά, τη φανερή για κάποιους και την υπόρρητη για πολλούς γοητεία που ασκούν, την ανάγκη να αναγνωρίσει κάποιος και να υιοθετήσει, στη συνέχεια, τη λογική τους στις αποφάσεις τις ζωής του, ιδιαιτέρως αν σκοπεύει να τα διδάξει. Θα ήταν ευχής έργον αν αυτή την πνευματική κατάθεση-καθοδήγηση την είχε αναλάβει υποχρεωτικά και με σοβαρότητα στον τομέα του κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα, οποιασδήποτε βαθμίδας. Ουσιαστικά πρόκειται για την καταγραφή και διδασκαλία της ηθικής της επιστήμης.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Εργαστήκατε για πολλά χρόνια στον χώρο της εκπαίδευσης. Θα μπορούσατε να βρείτε μια θετική και μια αρνητική πλευρά της σημερινής εκπαιδευτικής διαδικασίας-συνεργασίας μεταξύ δασκάλου και μαθητή; Επειδή ανήκω στη λεγόμενη παλαιά σχολή εκπαιδευτικών –ειλικρινώς δεν ξέρω αν αυτό είναι μειονέκτημα ή πλεονέκτημα–, έχω την εμπειρία πολλών μορφών συνεργασίας δασκάλου και μαθητή. Έτσι, για τη σημερινή διαδικασία που αναφέρετε, θα μπορούσα να επισημάνω ως θετικό στοιχείο την αποκαθήλωση της από έδρας διδασκαλίας και την προσέγγιση του μαθητή με στοιχεία συναισθηματικής ισοτιμίας. Ιδιαιτέρως αν το αντικείμενο είναι τα μαθηματικά, οφείλουμε να παρουσιάσουμε την ομορφιά τους και να εξηγήσουμε ότι, για να τα κατανοήσεις, πρέπει να υπηρετηθεί πιστά η αυστηρότητα των κανόνων τους. Ως αρνητικό στοιχείο μπορώ εύκολα να καταθέσω την παρερμηνεία αυτής της προσέγγισης. Αυτός που οφείλει να θέτει τα όρια της διδακτικής πράξης είναι ο δάσκαλος, ο καθηγητής και όχι ο μαθητής.

Όσον αφορά τη λογοτεχνική σας παραγωγή, προτιμάτε πάντα τη μικρή φόρμα του διηγήματος. Αποτελεί συνειδητή επιλογή ή σας οδηγεί η θεματική σας (οι μικρές «φέτες» της καθημερινότητας πολλών ανθρώπων); Λατρεύω τη μικρή φόρμα γιατί απαιτεί τη λιτότητα και την πυκνότητα, χωρίς να χάνεται η ουσία και το περιεχόμενο. Αντιμετωπίζω τα διηγήματά μου ως σκηνές ενός έργου της καθημερινότητας που αποτυπώνονται μέσα από τον λογοτεχνικό φακό. Αλλά και στις φανταστικές ή σουρεαλιστικής σκηνές –και υπάρχουν αρκετές στα κείμενά μου– είναι σαν ανοίγω τις πόρτες πολλών μικρών κλουβιών στα οποία έχουμε εγκλωβισμένα τα απωθημένα μας. Δυστυχώς, σε πολλούς από εμάς, τα απωθημένα μας έχουν διογκωθεί τόσο πολύ, που δεν χωρούν να βγουν από την ανοιχτή πόρτα.

Εντονότερα στην πρώτη συλλογή διηγημάτων σας (Χωρίς απόδειξη, εκδόσεις Κριτική) και λιγότερο στις μετέπειτα εμπνέεστε από μια «μαθηματική οντολογία», από το πόσο πραγματική ή πραγματικά παράδοξη είναι η μικρο-καθημερινότητά μας. Πόσο παράδοξη είναι λοιπόν η πραγματικότητα; Ως μαθηματικός, χαίρομαι να ζω σε έναν κόσμο παραδόξων και να προσπαθώ να τα ερμηνεύσω ως λογοτέχνης. Γιατί τα καθαρώς μαθηματικά παράδοξα διατυπώθηκαν και αντιμετωπίστηκαν πολλά χρόνια νωρίτερα από κολοσσούς της μαθηματικής επιστήμης. Ωστόσο, το αναπάντεχο, το απρόβλεπτο σε αυτό που εύστοχα χαρακτηρίζετε ως μικρο-καθημερινότητα, είναι η άρνηση μιας «λογικής» διαδικασίας που έχουμε παγιωμένη στον νου μας. Έτσι, αυτό που εγώ ονομάζω ανατροπή και κυριαρχεί στα κείμενά μου αποτελεί, με την έννοια αυτή, μια περιγραφή αυτής της παραδοξότητας.

Το βιβλίο «Μια διαφορετική μέρα» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κριτική.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στην τελευταία συλλογή σας, Μια διαφορετική ημέρα (εκδόσεις Κριτική), το παράδοξο και το «αμάρτημα» του καθενός απέναντι στους ορθολογιστικούς κανόνες προβάλλονται με συμπάθεια από τον παντογνώστη αφηγητή. Πρέπει να σκύψουμε με συμπάθεια στην καθεμιά προσωπική «λογική»; Η επιείκεια, η ανοχή και ο συμβιβασμός μέσω της λογοτεχνικής διατύπωσης στα αναπόφευκτα ανθρώπινα «ελαττώματα», ουσιαστικά είναι σαν να κλείνουμε το μάτι στον εαυτό μας. Σαν να δηλώνουμε δημοσίως πως κι εμείς αναζητούμε την επιείκεια, διεκδικούμε την ανοχή, επιδιώκουμε τον συμβιβασμό για τα «αμαρτήματά» μας απέναντι στους κανόνες που εμείς οι ίδιοι έχουμε ορίσει. Όλα αυτά τα αιτήματα πάντως τα προβάλλω ζητώντας να αντιμετωπιστούν με συμπάθεια επειδή ακριβώς είναι ανθρώπινα (ταυτολογία – να πάλι τα μαθηματικά μπροστά μας!), τυλίγοντάς τα με το περιτύλιγμα του χιούμορ, της ειρωνείας και του σαρκασμού.

Κλείνοντας, πού βρίσκεται η δημιουργία για εσάς σήμερα; Αν εννοείτε την ιδέα της δημιουργίας γενικά, δυσκολεύομαι να σας απαντήσω. Όσον αφορά την προσωπική μου δημιουργική συνέχεια, έχω πάντοτε οπλισμένη τη φωτογραφική μου μηχανή, πότε με τον ευρυγώνιο λογοτεχνικό φακό, πότε εστιάζοντας κοντά με το φίλτρο του χιούμορ, και προσπαθώ να αποτυπώσω στο χαρτί αυτό που νομίζω πως βλέπω ή φαντάζομαι.