Είδαμε τη θεατρική παράσταση «O κήπος του Ραπατσίνι» στο Θέατρο Πορεία

Γράφει η Ελπίδα Ροΐδου

Βασισμένο στο διήγημα του Ναθάναελ Χώθρον «Η κόρη του Ραπατσίνι», του 1844. Ένα σκοτεινό αλληγορικό «παραμύθι» βασισμένο στην υπόθεση μιας απαγορευμένης αγάπης. Ένας νέος πηγαίνει για σπουδές σε μια Ιταλική κωμόπολη (σ.σ. Ερρίκος Μήλιαρης), όπου γνωρίζει και ερωτεύεται μια κοπέλα (σ.σ. Δανάη Ρούσσου), κόρη ενός μυστηριώδους άντρα, που διατηρεί έναν περίεργο κήπο, του Ραπατσίνι. Ο ίδιος είναι επιστήμονας και αναμειγνύει είδη και αναλογίες φυτών με σκοπό να παράγει νέα είδη, νέες ουσίες από αυτά, με τα οποία «εμβολιάζει» και «ποτίζει» την κόρη του. Είδη δηλητηριώδη κατά μείζονα λόγο, που θα τον «δυναμώσουν» ως επιστήμονα, θα αποτελεί απειλή για τον κόσμο και τους αντιπάλους του. Δημιουργεί φυτά που μπορεί να έχουν -θετικές ή- απολύτως αρνητικές επιπτώσεις για τον ανθρώπινο οργανισμό. Στο κείμενο υπάρχει ένας ρόλος-καταλύτης για την εξέλιξη, αυτός του αντιπάλου του Ραπατσίνι, του Μπαλιόνι. Ο οποίος είναι η φωνή της συνείδησης, της ηθικής αναστολής, αυτός που προσπαθεί να προειδοποιήσει και να προστατεύσει το νεαρό φοιτητή. Ωστόσο τελικά υποκύπτει προκειμένου να αντιταχθεί στο Ραπατσίνι. Έργο ρομαντικό, σκοτεινό, μυστηριακό, βαθιά συναισθηματικό. Πρωτοποριακό, για τον καιρό που γράφτηκε.

Το να διαβάζει κανείς ένα έργο εποχής, όπως το συγκεκριμένο -γραμμένο 173 χρόνια πριν- και να το βλέπει να διαδραματίζεται στο σανίδι ή ακόμη και στο πανί απέχει παρασάγγας. Ως πρόθεση, είναι φιλόδοξη και αξιοθαύμαστη, αλλά έχει πολύ μεγάλη δυσκολία ως εγχείρημα και σπανίως είναι απόλυτα πετυχημένη. Χρειάζεται έντονη προσπάθεια και εφευρετικότητα προκειμένου να καλυφθεί η χρονική απόσταση που το χωρίζει με το σήμερα, να αγγίξει το θεατή και να του προκαλέσει συναισθήματα ταύτισης με τον τρόπο δραματοποίησής του.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από την άλλη μεριά το ίδιο ακριβώς είναι και το εύκολο της υπόθεσης. Παρακολουθώντας μια τέτοιου είδους παράσταση, μπορείς, ως θεατής, να δικαιολογήσεις το γεγονός ότι δε σε «άγγιξε», σκεπτόμενος το κλασσικό του θέματος, διότι έχεις εξ αρχής τοποθετήσει τον εαυτό σου σε μια απόσταση (αυτήν που –όπως αναφέρθηκε παραπάνω- καλείται να διανύσει ο δραματουργός που παίρνει αυτό το ρίσκο). Αναγνωρίζεις προθέσεις, σκηνοθετικά ή σκηνογραφικά ευρήματα, στοιχεία που σου άρεσαν ή δε σου άρεσαν, αλλά δεν έχεις «βουτήξει» στο έργο.

Στην προκειμένη περίπτωση, η παράσταση μάλλον δεν κατάφερε το σκοπό της, αν αυτός ήταν να κάνει το θεατή αναπόσπαστο μέρος του έργου. Η Όλια Λαζαρίδου διασκεύασε, σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστεί στο έργο, υποδυόμενη τρεις ρόλους, οι οποίοι είναι λίγο συγκεχυμένοι. Δεν είναι δηλαδή ξεκάθαρος ο τρόπος που ο καθένας ξεχωριστά συμβάλλει στην εξέλιξη της πλοκής. Οπτικά, διακρίνει κανείς τα τρία αυτά πρόσωπα, μέσω μικρών ενδυματολογικών διαφορών που έχουν μεταξύ τους. Ωστόσο δεν είναι εύκολο να διακρίνεις το χαρακτήρα του καθενός. Αυτό εντείνει ίσως τη «στασιμότητα» κατά τη διάρκεια του έργου. Δεν είναι έντονη η αίσθηση της εξέλιξης της υπόθεσης. Το κείμενο έχει έντονο μυστηριακό στοιχείο το οποίο όμως δεν έχει περάσει με απόλυτη επιτυχία στη θεατρική διασκευή.

Τέλος, δεν μπόρεσα να αποσαφηνίσω το νόημα της τελευταίας σκηνής, η οποία ωστόσο ήταν η πιο έντονη συναισθηματικά, διότι τα λόγια της ήταν πιο κοντά στο δικό μας σήμερα. Η Όλια Λαζαρίδου αποποιείται τους ρόλους της και μας εξιστορεί το «ηθικό δίδαγμα» του έργου. Ως σκηνοθέτης; Ως ένα είδος αφηγητή; Ως ένας τέταρτος ρόλος; Ως θεατής; Δεν κατάλαβα.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αξίζει εδώ να σταθούμε στη σκηνογραφία του Άγγελου Παπαδημητρίου ο οποίος αυτή τη φορά έπαιξε το ρόλο του σκηνογράφου και εικαστικού και όχι του ηθοποιού. Επιμελήθηκε και κατασκεύασε τα σκηνικά και τα κοστούμια. Ενδιαφέροντα σκηνικά, όχι μεταφερμένα στη σκηνή «κυριολεκτικά». Πέρασαν από το συναισθηματικό και οξυδερκές νοητικό του φίλτρο. Έτσι ο κήπος μεταφράστηκε σε ένα είδος «χλοοτάπητα» ενώ υπήρχε στη σκηνή έντονο όριο. Το όριο του απαγορευμένου σπιτιού και του υπόλοιπου κόσμου. Υποδηλώνοντας το όριο μεταξύ του θέλω και του πρέπει, της ασφάλειας και του κινδύνου. Ενδιαφέρον ήταν το «σπίτι» στο οποίο κατοικούσε η Βεατρίκη –η κόρη του Ραπατσίνι- .

Το μυστηριακό συναίσθημα γινόταν αντιληπτό, κυρίως μέσω του φωτισμού της Χριστίνας Θανάσουλα. Ίσως το αγαπημένο μου κομμάτι της παράστασης. Το παιχνίδι μεταξύ σκοταδιού, φωτός και σκιάς. Η προσπάθεια απόδοσης μιας συγκεκριμένης ατμόσφαιρας. Κυρίως σκοτεινές αποχρώσεις και σχετικά χαμηλή ένταση φωτός που ήταν ίσως το μοναδικό κομμάτι το οποίο θα μπορούσε να σε εντάξει στο μυστήριο, σε μια αντιθετική κατάσταση, απωθητικού και ταυτόχρονα θελκτικού, της ηθικής και της ανηθικότητας, της ζωής και του θανάτου.


*Παράταση 6 παραστάσεων από 02/12/2017 έως 06/01/2018 –  Κάθε Σάββατο στις 18:00

Με τους Όλια Λαζαρίδου, Ερρίκος Μηλιάρης και Δανάη Ρούσσου

Μετάφραση: Στέλιος Βαφέας
Σκηνοθεσία – Διασκευή: Όλια Λαζαρίδου
Εικαστική σύνθεση – Κοστούμια – Φωτισμοί: Άγγελος Παπαδημητρίου
Πρωτότυπη Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Φωτογραφίες: Χριστίνα Γεωργιάδου
Trailer: Δημοσθένης Γρίβας

Τιμές Εισιτηρίων: κανονικό 14 ευρώ, senior (άνω των 65) 12 ευρώ, φοιτητικό, νεανικό (κάτω των 22), ανέργων, ΑμεΑ 10 ευρώ.
Διάρκεια: 60 λεπτά, χωρίς διάλειμμα. Προπώληση στο Viva.gr

Η παραγωγή είναι της Εταιρίας Θεάτρου ΛΥΚΟΦΩΣ σε συνεργασία με το Θέατρο ΠΟΡΕΙΑ.

Θέατρο Πορεία
Τρικόρφων 3-5 & 3ης Σεπτεμβρίου 69, Πλατεία Βικτωρίας