Ο συγγραφέας Αργύρης Παλούκας μιλά για τον Γιώργο Χειμωνά και το βιβλίο του «Αγάπη σαν ακολασία»

Σήμερα, 27 Φεβρουαρίου, συμπληρώνονται 18 χρόνια από το θάνατο του Γιώργου Χειμωνά. Ο ποιητής Αργύρης Παλούκας μιλά στον Λάζαρο Αντωνιάδη για το βιβλίο του «Αγάπη σαν ακολασία», μία ανθολόγηση κειμένων του Γιώργου Χειμωνά. 
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ως συγγραφέας είχατε νιώσει την ανάγκη ταύτισης με τα κείμενα του Γιώργου Χειμωνά; Δεν γίνεται ποτέ διαφορετικά. Οι συγγραφείς που θαυμάζουμε ικανοποιούν κατά βάθος ένα εγωιστικό κίνητρο, με την καλή έννοια. Τρεφόμαστε από αυτούς και με το να τους θαυμάζουμε συμπληρώνουμε δικές μας ελλείψεις. Με δυο λόγια, οι συγγραφείς που αγαπάμε είναι, κατά μία έννοια, μια ιδανική όψη της δικής μας συγγραφικής ταυτότητας.

Πως έγινε η επιλογή των κειμένων; Η επιλογή των κειμένων ουσιαστικά διήρκεσε μια ολόκληρη δεκαετία. Από το 2009 είχα ανακοινώσει την πρόθεσή μου να ανθολογήσω Γιώργο Χειμωνά στον φίλο και δάσκαλό μου ποιητή Γιάννη Κοντό. Υπήρξε ο πρώτος που μου χάρισε βιβλίο του Χειμωνά, και μάλιστα σε μια περίοδο που έτυχε να χάσουμε στην οικογένεια ένα πολύ αγαπημένο πρόσωπο, η οποία υπήρξε κάτι σαν δεύτερη μητέρα μου. Το πένθος που είχα να διαχειριστώ τότε βρήκε στα κείμενα του Γιώργου Χειμωνά την αγριότητα του θανάτου, δηλαδή τη διαβεβαίωση ότι ο θάνατος είναι πράγματι κάτι άγριο στη ζωή του ανθρώπου, αλλά και την παρηγοριά. Είναι αυτό που λέει ο ίδιος ο Χειμωνάς: «Ο θάνατος είναι θαύμα κι αδιαντροπιά». Τα κείμενα παρέμειναν στο συρτάρι μου για πολλά χρόνια, κάτσανε, δέσανε μεταξύ τους. Σχεδόν η επιλογή τους έγινε από μόνη της, αν μπορώ να το πω έτσι. Κι ύστερα βρήκαν στέγη στις εκδόσεις Κριτική χάρη στην άμεση και θερμότατη ανταπόκριση της εκδότριας Μάγγης Μίνογλου. Να πω εδώ ότι χρωστάω στη Λούλα Αναγνωστάκη και στον Θανάση Χειμωνά, κυρίως για τη γενναιοδωρία τους. Μου είπαν ένα ηχηρό και αδιαπραγμάτευτο «ναι».

Υπάρχει έντονο το στοιχείο του θανάτου, όπως τονίζετε. «Ο κόσμος είναι μια τελειωμένη υπόθεση και πρέπει να ξαναφτιαχτεί από την αρχή». Το στοιχείο του θανάτου είναι πράγματι έντονο στην πεζογραφία του Γιώργου Χειμωνά. Όχι επειδή ήταν θανατολάγνος, αλλά επειδή βίωσε, ως γιατρός κυρίως, την αγριότητα του θανάτου για την οποία μίλησα ήδη. Στην πραγματικότητα τα κείμενά του είναι, όπως το ονειρεύτηκε ο ίδιος, αντίδοτο στο πένθος, είτε αυτό προέρχεται από μια φυσική απώλεια είτε από ψυχική. Με το έργο του θέλησε να προσφέρει στους ανθρώπους τη λύτρωση. Και τα κατάφερε. Τώρα, σχετικά με τη φράση που παραθέτετε, έχει πολλές ερμηνείες. Κοιτάξτε γύρω σας, σκεφθείτε την τελευταία δεκαετία. Εσείς τι πιστεύετε; Δεν πρέπει να «ξαναφτιαχτεί από την αρχή» ο κόσμος; Ο Χειμωνάς γράφει και κάπου αλλού: «Οι παληοί άνθρωποι κι αυτός ο τρομαγμένος λαός πρέπει να εξαφανιστούν». Πόσο πιο επίκαιρος μπορεί να είναι ένας συγγραφέας;

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στην εισαγωγή περιλαμβάνετε την ακόλουθη σκέψη του Χειμωνά: «Ο συγγραφέας δεν έχει φίλους. Ούτε καν εχθρούς. Έχει πολλούς που τον αγαπούν, όμως, όταν το μαθαίνει, είναι πολύ αργά – κι αυτοί είναι οι μοναδικοί εχθροί του: Ενώ πρέπει να ξέρουν, τον αφήνουν να ψοφήσει σαν το σκυλί. Ο συγγραφέας δεν μπορεί να αντέξει τη μοναξιά». Η μοναχικότητα ενός συγγραφέα είναι μια μορφή θανάτου; Η ιδιότητα του γιατρού, με ειδίκευση στην ψυχιατρική και τη νευρογλωσσολογία, ήταν, πιστεύετε, ένα βοηθητικό χαρακτηριστικό στον τρόπο γραφής του; Σε τι να πρωτοαπαντήσω; Ο συγγραφέας έχει φίλους, λίγους, ελάχιστους, αυτούς που λέμε στενούς, καρδιακούς. Ταυτόχρονα όμως, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του καταδιώκεται από ένα αίσθημα ανεκπλήρωτου σε σχέση με την αγάπη των άλλων. Ο Άμλετ, τον οποίο έχει μεταφράσει ο Χειμωνάς, λέει πάνω σε έναν παροξυσμό του: «Τίποτα από μένα δεν φαίνεται». Αυτή είναι στην πραγματικότητα η ψυχική μαγιά του Χειμωνά αλλά και πολλών συγγραφέων. Ο Χειμωνάς ποτέ δεν πείστηκε για την αγάπη των άλλων. Νομίζω, χωρίς να τον έχω γνωρίσει προσωπικά, ότι αυτός ήταν ο καημός του. Για αυτό τον λόγο στα κείμενά του, τουλάχιστον σε όσα ανθολογούνται στο βιβλίο που επιμελήθηκα, στήνει ένα σκηνικό αγάπης εξωπραγματικής. Ασφυκτικής, ιδανικής, ανύπαρκτης.

Πέρασε ενάμισι χρόνος από την πρώτη έκδοση της ανθολόγησης. Θα αναθεωρούσατε κάποια από τα κείμενα που δεν επιλέξατε να μπουν; Κανένα απολύτως.

Φέτος συμπληρώθηκαν 18 χρόνια από θάνατο του Γιώργου Χειμωνά. Λίγο καιρό πριν έφυγε κι η σύζυγός του, Λούλα Αναγνωστάκη. Πώς σχολιάζετε το ειδικό αφιέρωμα στη Λούλα Αναγνωστάκη από το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου; Το μόνο που έχω να σχολιάσω είναι ότι η Λούλα Αναγνωστάκη, μια γυναίκα έξυπνη, καλλιεργημένη, πρωτοπόρα, θα μπορούσε να ακολουθήσει έναν αστικό, μοντέρνο τρόπο αγάπης, ξέρετε. Ωστόσο, αγάπησε και θαύμασε τον Γιώργο Χειμωνά με την αγνότητα ενός κοριτσιού που ερωτεύεται για πρώτη φορά. Είναι σημαντικό να γίνονται αφιερώματα, βοηθούν να μην ξεχνάμε κάποιους σπουδαίους ανθρώπους, αρκεί να μην εξαντλούνται στην πρόθεσή τους.

Αυτή την περίοδο βρίσκεστε στην προετοιμασία της έκδοσης του δικού σας βιβλίου. Ναι, το τέταρτο προσωπικό μου ποιητικό βιβλίο, Άνθρωποι που γελάνε, θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα, επίσης από τις εκδόσεις Κριτική.