Έιρικουρ Ερτν Νορδνταλ – (Illska) Το Κακό, της Βάσως Καραντζαβέλου

Η διαμάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό απασχολεί την ανθρώπινη σκέψη εδώ και χιλιάδες χρόνια και εντοπίζεται από τις πρώτες θρησκευτικές δοξασίες μέχρι και τα πιο πρόσφατα κοινωνιολογικά φόρουμ. Μία καθολική απάντηση δεν έχει δοθεί –και μάλλον δεν πρόκειται να δοθεί-, αφήνοντας μας στο έλεος των άπειρων ερμηνειών της καλοσύνης και της μοχθηρίας, είτε υπό μανιχαϊστικό είτε από πιο «ελαστικό» πρίσμα.

Το Κακό κυκλοφόρησε στην Ελλάδα μόλις πέρυσι (2017) πέντε χρόνια μετά το παγκόσμιο ντεμπούτο του κι αποτέλεσε ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα βιβλία του περασμένου εκδοτικού έτους. Η λαϊκή σοφία λέει πως όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά- και στην περίπτωση του μυθιστορήματος του Ειρικουρ Ερτν Νορδνταλ, η φωτιά καίει ακόμα πάνω από τα αποκαΐδια του μικρού σπιτιού της Άγκνες και του Όμαρ, του Όμαρ και της Άγκνες. Μπορεί να κάνω σπόιλερ, όμως η παραπάνω πληροφορία υπάρχει και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, ενώ αναφέρεται σχεδόν αμέσως, στις πρώτες σελίδες.

Η ιστορία είναι πάνω κάτω γνωστή. Αγόρι γνωρίζει κορίτσι, κορίτσι γνωρίζει αγόρι, καταλήγουν μαζί στο κρεβάτι και αποφασίσουν να δώσουν μία ευκαιρία στη γνωριμία και το συσχετισμό με ένα άλλο ανθρώπινο ον, φορώντας την ταμπέλα της σχέσης. Η Άγκνες είναι μία νεαρή Ισλανδή ιστορικός με καταγωγή από τη Λιθουανία που έχει εμμονή με το Ολοκαύτωμα και ο Όμαρ είναι ένας φιλόλογος, ο οποίος εργάζεται περιστασιακά σε δουλειές άσχετες με το αντικείμενο του. Η σχέση τους βαίνει καλώς, φαινομενικά, μέχρι που η Άγκνες προσεγγίζει τον καλλιεργημένο νεοναζί Άρνον, προκειμένου να κατανοήσει καλύτερα το φαινόμενο της ανόδου της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού στην ισλανδική πολιτική σκηνή. Τη συνέχεια εύκολα την φαντάζεται κανείς. Ακολουθώντας πιστά τις κοινοτυπίες της γενίκευσης της θεωρητικής φυσικής πάνω στις κοινωνικές επιστήμες και τις διαπροσωπικές σχέσεις, ο Νόρδνταλ αναγκάζει τα ετερώνυμα να νιώσουν έλξη και εν τέλει να ξεκινήσουν μία ερωτική σχέση, βασισμένη αποκλειστικά και μόνο στη σαρκική απόλαυση και τα εξουσιαστικά συμπλέγματα του καθενός. Ο Όμαρ τυχαία ανακαλύπτει ένα «στοιχείο», συνδέει τα ατάκτως ερριμένα κομμάτια ενός απλοϊκού, αλλά δύσπεπτου, πάζλ και ανακαλύπτει τη σχέση της μνηστής του με το «μισητό» αντικείμενο παρατήρησης της. Σε αυτό το σημείο βάζει φωτιά στο σπίτι τους και αποφασίζει να εξαφανιστεί.

Μάλλον νομίζεις ότι σου αποκάλυψα ολόκληρη της ιστορία, κι όμως κάνεις λάθος. Το ογκώδες έργο του νεαρού Ισλανδού παρακάμπτει χρονικά όρια και διακόπτει τη λογική ροή με άλματα από το παρόν στο παρελθόν και πάλι πίσω. Σε δεύτερο χρόνο εξετάζεται η ιστορία της πόλης καταγωγής των προγόνων της Άγκνες, και πιο συγκεκριμένα την περίοδο λίγο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής. Ο συγγραφέας επιστρατεύει μία σειρά από τεχνάσματα και αφηγηματικά μέσα προκειμένου να τραβήξει την προσοχή του αναγνώστη, να τον εκπλήξει, να τον σοκάρει, να τον ταρακουνήσει και να τον συγκινήσει. Η οπτική γωνία μετακινείται, από την πανοραμική θέαση μίας γειτονιάς, ενός δρόμου ή ενός ολόκληρου δικτύου κοινωνικών κατασκευών μέχρι την επιφάνεια της γης και το ύψος της χλόης. Επικοινωνεί τη γνώση είτε βάζοντας την να ξεπηδά από τα στόματα των ειδικών, είτε να αναβλύζει από τις πρωτόγονες και άγουρες νοητικές λειτουργίες ενός βρέφους, που, μόλις το ρίξουμε στο δύσκολο κόσμο, το αναγκάζουμε να δώσει όνομα στα πάντα, να τμηματοποιήσει τη σκέψη του, να τη στριμώξει σε μικρά κουτάκια, να την προσαρμόσει σε ένα σύστημα σημείων που κι εμείς κληρονομήσαμε αδιαπραγμάτευτα, χωρίς ναι μεν, γιατί. Και τώρα του το μεταλαμπαδεύουμε. Για το δικό του, φυσικά, καλό.

«Το Κακό» δεν αναφέρεται μόνο στο Ολοκαύτωμα. Εξετάζει τη λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο θεμιτό και το απάνθρωπο, στη φιλοδοξία και τη ματαιοδοξία, στο δέος και τη φρίκη. Η μητέρα του Άρνορ τον μπούκωσε με μαρξιστική θεωρία, οι αδερφοί Λουκάουσκας ήλπιζαν να βολευτούν σε δημόσιες θέσεις κι επιτέλους να βγουν από την ανέχεια. Οι γονείς του Όμαρ ήθελαν να του δώσουν ελευθερία, η Άγκνες προσπάθησε να θυσιαστεί για την ιστορική μελέτη, σουλατσάροντας στα στέκια των φασιστών, ο Βιλχέλμας προσπάθησε να αφυπνίσει την καταχωνιασμένη καλοσύνη των παιδιών του. Κι όμως το κακό παραφυλάει σε κάθε γωνιά, σε κάθε λεκτικό ολίσθημα, σε κάθε χειρονομία, σε κάθε βλέμμα. Είναι τα ερεθίσματα που το φέρνουν στην επιφάνεια, οι συνθήκες που ξυπνούν τα πιο αιμοβόρα ένστικτα και αυτά, αναπόφευκτα, εκτονώνονται, με καταστρεπτικές, για τους ήρωες, συνέπειες.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Νόρδνταλ αναφέρει σε ένα σημείο πως το πλέον τρομακτικό όσον αφορά το Ολοκαύτωμα ήταν πως διέπονταν από μία ειλικρινή ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. «Το Κακό» είναι ένα καταιγιστικό βιβλίο με –πολύ- περισσότερους θεματικούς άξονες από τους εμφανείς. Δεν είναι ανάγνωσμα για διακοπές ή για ξεκούραση, απαιτεί χρόνο,  πείσμα και γερό συκώτι, σαν εκείνο των μπαρόβιων των κρύων Σαββατόβραδων στο Γιούρμπαρκας. Παίζει εύστοχα με τις λέξεις –κάτι που περνάει ακόμα και στο μεταφρασμένο κείμενο, χάρη στην εξαιρετική δουλειά της Ρούλας Γεωργακοπούλου-. Θίγει τις προβληματικές της ταυτότητας, της αγάπης, των οικογενειακών δεσμών, της αίγλης που ασκεί η εξουσία, του αριβισμού, της βολικής μη-δράσης του πλήθους, της συλλογικής συνενοχής. Χωρίς να έχει σιγήσει καλά καλά η «Επανάσταση της Κατσαρόλας», ο Ισλανδός συγγραφέας αναλύει διεξοδικά και με σαρωτικό χιούμορ την κατάληξη της πρώτης αναταραχής της πρώτης χρεοκοπημένης δυτικής οικονομίας της τρέχουσας κρίσης.

Σε στιγμές κουράζει: οι εναλλαγή χώρου, χρόνου κι οπτικής πιθανόν να σε μπερδέψει κι η πολλή πληροφορία είτε θα σε υπερφορτώσει είτε θα σε κάνει να νιώσεις τιποτένιος, ένας κόκκος άμμου, μισό δέκατο του δευτερολέπτου του άπειρου ρου της ιστορίας. Είναι ένα μυθιστόρημα που πατάει πάνω στις ανασφάλειες αναγνωστών και πρωταγωνιστών και αποδεικνύει θριαμβευτικά τα λεπτά όρια του κόσμου. Πόσο εύκολο είναι να μετατραπεί μία πράξη στοργής σε βία, μία φιλία δεκάδων ετών σε αποκαΐδια (κυριολεκτικά). Πόσο εύθραυστη είναι η διατήρηση της «ανθρωπιάς» που διαλαλούμε με τόσο πάθος, ενώ παράλληλα αφήνουμε το αυγό να επωάζει και το φίδι να θεριεύει μέρα με τη μέρα στον κόρφο εκείνων που αγνοούν την ύπαρξη του. Το Μεγάλο Κακό δεν έχει έρθει ακόμα- αυτό όμως δε σημαίνει ότι δε θα ξαναέρθει. Μπορεί και σύντομα.  Το ξέρατε ότι οι Ισλανδοί πίστευαν πως ο Χίτλερ τους θεωρούσε ανώτερο γένος; Σα να μου θυμίζει κάτι αυτή η φαντασίωση.


Το Κακό (Illska) – Eiríkur Örn Norðdahl, Εκδόσεις Πόλις

Ο Έιρικουρ Ερτν Νόρδνταλ γεννήθηκε στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας το 1978. Έζησε στο Βερολίνο, σε πολλές χώρες της Βόρειας Ευρώπης, ιδίως τη Φινλανδία, και στο Βιετνάμ. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 2001 με μια ποιητική συλλογή. Το 2004 ίδρυσε στην Ισλανδία την κολεκτίβα πειραματικής ποίησης Nyhil. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, πέντε μυθιστορήματα και δύο συλλογές δοκιμίων. Έχει, επίσης, εργαστεί ως μεταφραστής (μεταφράζοντας έργα των Allen Ginsberg, Jonathan Lethem, Anthony Horowitz, Joanne Harris, Lee Child, Jo Nesbo, κ.ά.) Το βιβλίο του “Illska” τιμήθηκε με το Βραβείο Ισλανδικής Λογοτεχνίας και το Βραβείο των Βιβλιοπωλών της Ισλανδίας το 2012.