Ο Μάριος Κρητικόπουλος σε μία πορεία εξερεύνησης της ανθρώπινης επαφής, του Λάζαρου Αντωνιάδη

Ο Μάριος Κρητικόπουλος είναι αριστούχος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών και απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης “Κάρολος Κουν”. Παρότι, πολύ νέος, αφού μόλις πέρυσι ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Δραματική Σχολή, έχει καταφέρει να συνεργαστεί με αξιόλογους σκηνοθέτες και ηθοποιούς σε μεγάλες, αλλά και μικρότερες παραγωγές. Το βάπτισμα του πυρός ήρθε το 2012 στο διεθνές φεστιβάλ MIR FESTIVAL με την παράσταση Time has fallen asleep in the afternoon sunshine, σκηνοθεσία Mette Edvardsen. Από το 2015 ως σπουδαστής συμμετέχει σε παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης, Θέλω μια χώρα, Βικτώρ ή τα παιδιά στην εξουσία σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη και Οι φανταστικές περιπέτειες του Βαρώνου Μυνχάουζεν και Ο Σέρλοκ Χολμς και το γαλάζιο ρουμπίνι, σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαΐτη. Το Καλοκαίρι του 2017 σηματοδότησε και την αποφοίτηση του με την αρχαία τραγωδία στον χορό της Μήδεια σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη. Ο Κρητικόπουλος, εκτός από την υποκριτική, ασχολήθηκε με τη βυζαντινή μουσική, με μαθήματα φωνητικής και κλασσικής κιθάρας. Φέτος, είναι η πρώτη του συμμετοχή με το Εθνικό Θέατρο στην παράσταση Ενας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ του Ιάσονα Σίγμα σε σκηνοθεσία και δραματουργική επεξεργασία Ελένης  Μποζά. 

Κε Κρητικόπουλε, συμμετέχετε φέτος στο θεατρικό έργο «Ένας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ» του Ιάσονα Σίγμα. Μιλήστε μας για το ρόλο που υποδύεστε. Το πρόσωπο το οποίο υποδύομαι είναι ο Αιμίλιος. Μαζί με τον Λαβ και τον Κουέντιν είναι οι τρεις στρατιώτες του έργου. Είναι το πρώτο πρόσωπο που επηρεάζεται από τον Λαβ και οδηγείται σε μία πορεία εξερεύνησης της ανθρώπινης επαφής, είτε αυτή είναι ένα άγγιγμα είτε μια αγκαλιά. Αναζητεί την πραγματική επικοινωνία, λεκτική ή μη, με τον άλλον άνθρωπο.

Ποια είναι η ιστορία που πραγματεύεται ο συγγραφέας; Σε ένα κοντινό μέλλον, έχει ανακαλυφθεί ένα “γονίδιο επιθετικότητας” σε βρέφη που φέρουν ένα συγκεκριμένο σύμπτωμα. Αυτό το σύμπτωμα καθιστά όποιον το φέρει αυτόματα εν δυνάμει εγκληματία. Οι γονείς ενός τέτοιου παιδιού έχουν την επιλογή να το παραδώσουν στο στρατό του καθεστώτος προκειμένου να μην γίνει εγκληματίας, αλλά μία τέλεια ανθρώπινη μηχανή πολέμου προς όφελος φυσικά του κράτους. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Λαβ. Σε μία στιγμή απόλυτης σωματικής και ψυχολογικής μάλλον έξαρσης, αναζητεί το κάτι παραπάνω από αυτό που του έμαθαν να είναι και αποφασίζει να δραπετεύσει από το στρατόπεδο.

Ποιο πιστεύετε πως ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του έργου, ώστε να λάβει το πρώτο Κρατικό Βραβείο Συγγραφής το 2016; Είμαι σίγουρος πως η επιτροπή για την βράβευση ενός θεατρικού έργου θα εφαρμόζει κάποια ειδικά κριτήρια πάνω σε θέματα δομής, περιεχομένου, γλώσσας, πρωτοτυπίας κ.τ.λ. Ωστόσο, προσωπικά θεωρώ ότι το κύριο χαρακτηριστικό που καθιστά το έργο αξιόλογο είναι το θέμα που επιλέγει ο συγγραφέας Ιάσονας Σίγμα. Αυτό που εμένα συγκινεί στο έργο “Ένας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ”, είναι η αναζήτηση του ανθρώπινου σε ένα κόσμο που η ανθρωπιά έχει φθαρεί και φθίνει ταυτόχρονα. Έχουμε πάψει να ασχολούμαστε με την πραγματική επαφή, την ζωντανή επαφή, θεωρώντας “επαφή” μία ορθογώνια μικρή ή μεγάλη οθόνη, στην οποία προσπαθούμε διακαώς να επικοινωνήσουμε. Συναντάς ένα φίλο στο δρόμο και ένθερμα πας να τον χαιρετήσεις αγγίζοντας τον στους ώμους κι αυτός τινάζεται. Οι άνθρωποι έχουμε χάσει πλέον τα αυτονόητα. Ένα άγγιγμα που μόνο επιθετικό δεν είναι, προκαλεί στον άλλον αμηχανία. Η αγάπη, όσο αστείο κι αν ακούγεται, δεν εκφράζεται πια, και είμαι σίγουρος ότι ο καθένας την έχει ανάγκη. Αυτό το έργο, έχω την εντύπωση ότι έρχεται να μας υπενθυμίσει πως η αγάπη αποτελεί απαραίτητο συστατικό για την διαμόρφωση του ανθρώπινου χαρακτήρα και την εξέλιξή του. Δε ξέρω αν αυτό αποτέλεσε κριτήριο για την βράβευση του έργου, αλλά για μένα και ελπίζω και για πολλούς άλλους, το έργο αποτελεί μια υπενθύμιση του τι έχουμε χάσει στις μέρες μας και τι πρέπει να αναζητήσουμε ξανά.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αποφασίσατε, όντας αριστούχος του τμήματος θεατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου της Πάτρας, να φοιτήσετε και στο Θέατρο Τέχνης. Ποιος ήταν ο λόγος αυτής απόφασης; Πριν μπω στο πανεπιστήμιο ήξερα ήδη ότι μετά από αυτό θα ακολουθήσω το δρόμο της υποκριτικής κι έτσι αποφοίτησα και από το Θέατρο Τέχνης μόλις πέρυσι τον Ιούνιο του 2017. Η αλήθεια είναι ότι, παρόλο που οι γονείς μου ήξεραν την αγάπη που είχα για το θέατρο και σε θεωρητικό και σε πρακτικό επίπεδο, δεν είχαν καταλάβει ακριβώς ότι μετά το πανεπιστήμιο θα έμπαινα και σε δραματική σχολή. Ωστόσο δεν διαφώνησαν, παρά τις μικρές ενστάσεις που ένιωσα ότι είχαν. Η στήριξη ήταν και είναι μεγάλη. Το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω εγώ ήταν να τελειώσω το πανεπιστήμιο στα τέσσερα χρόνια, όσα ήταν και οι φοίτηση, και να συνεχίσω στην Αθήνα στον επόμενο στόχο, κι αυτό έκανα.

Ποια συνεργασία σας θα ξεχωρίζατε μέχρι στιγμής; Δεν υπάρχει κάποια συνεργασία που θα μπορούσα να ξεχωρίσω, ήταν όλες ξεχωριστές και όμορφες. Άλλωστε δεν έχω και πολλές αφού μόλις ένας χρόνος έχει περάσει που αποφοίτησα από τη δραματική τη σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Κάθε συνεργασία είναι μία καινούργια εμπειρία, μία καινούργια γνωριμία με το κόσμο ενός συγγραφέα όπως θέλει να τον ζωντανέψει ο εκάστοτε σκηνοθέτης. Ωστόσο δε μπορώ να μην αναφέρω και να ευχαριστήσω την Μαριάννα Κάλμπαρη που με το τέλος της σχολής μου έδωσε την ευκαιρία να είμαι στην “Μήδεια” που ανέβασε στην Επίδαυρο, και την Ελένη Μποζά που μου εμπιστεύτηκε τον ρόλο του Αιμίλιου στην παράσταση που στάθηκε η αφορμή γι΄ αυτή την κουβέντα.

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και περισσότερους νέους ηθοποιούς να καταφεύγουν σε θεατρικές ομάδες. Θα το επιλέγατε, και κάτω από ποιες συνθήκες; Ναι βέβαια, το έχω ήδη κάνει μία φορά και θα το ξανά έκανα. Θεωρώ όμως πολύ σημαντικό η ομάδα που πρόκειται να σχηματιστεί, με ό,τι κι αν καταπιαστεί, να απαρτίζεται από άτομα που να είναι σίγουρα ότι θέλουν να πουν το ίδιο πράγμα.

Υπάρχουν ρόλοι που έχετε ονειρευτεί; Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ρόλος που θα ήθελα να παίξω. Προσπαθώ να μην ονειρεύομαι ρόλους, ώστε να παραμένω ανοιχτός σε ό,τι πρόκειται να έρθει στο μέλλον και να το χαρώ τότε.

Ο Σαίξπηρ έγραφε πως «όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή». Τα όνειρα της καθημερινότητας μπορούν για έναν νέο ηθοποιό στην Ελλάδα να έχουν θέση; Ανήκω σε μία γενιά για την οποία το όνειρο της “επαγγελματικής αποκατάστασης”, που για παλαιότερες γενιές ήταν σχετικά αυτονόητο, φαντάζει κάπως ουτοπικό. Υπάρχει όμως και η αισιόδοξη πλευρά: καθώς δεν αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε πραγματοποιήσιμα όνειρα, μπορούμε ίσως να ονειρευόμαστε τελικά πιο ελεύθερα. Ποιος ξέρει, μπορεί κάποια από αυτά τα όνειρα να φτιάξουν κάποτε μία καινούργια καλύτερη πραγματικότητα.