Ολιβιέ Γκεζ – Η εξαφάνιση του Γιόζεφ Μένγκελε, του Θοδωρή Μπόνη

Ο γιατρός του Γ’ Ράιχ. Η μεγαλύτερη εν ζωή προσωπικότητα του πεπτοκώτος ναζισμού τις δεκαετίες του ’60 και του 70’. Ένας από τους πιο επιφανείς καταζητούμενους του πλανήτη. Ο άγγελος θανάτου. Αυτός ήταν ο Γιόζεφ Μένγκελε, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με μερικά από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα τον αιώνα που πέρασε. Γεννημένος στις 16 Μαρτίου 2011 στη βαυαρική πόλη Γκίντσμπουργκ. Πατέρας του ήταν ο Καρλ Μένγκελε, ένας πετυχημένος βιομήχανος στον τομέα των γεωργικών μηχανημάτων. Η οικονομική ευρωστία της οικογένειάς του τού επέτρεψε να σπουδάσει ιατρική και φιλοσοφία πραγματοποιώντας το διδακτορικό του πάνω στην ανθρωπολογία. Με την περίφημη «τελική λύση» για την εξόντωση των Εβραίων να μπαίνει σε εφαρμογή το 1941, ο φανατικός αντισημίτης Μένγκελε εγκαθίσταται στο Άουσβιτς έναν χρόνο μετά. Στα επόμενα χρόνια που θα ακολουθήσουν ο Μένγκελε θα έχει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει με απόλυτη ελευθερία πειράματα σε ανθρώπους και κυρίως σε δίδυμους. Μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τους Σοβιετικούς, ο Μένγκελε πιάστηκε αιχμάλωτος από τον αμερικανικό στρατόπεδο αλλά, λίγο αργότερα, αφέθηκε ελεύθερος καθώς δεν είχε στο σώμα του το τατουάζ ταυτοποίησης για τα μέλη των SS. Κατέφυγε στην πόλη του Ρόζενχαϊμ όπου εργάστηκε ως αγρότης. Με τη βοήθεια ενός δικτύου αποτελούμενου από πρώην επιφανείς ναζί κατευθύνεται στη Γένοβα και από εκεί ακτοπλοϊκώς στο ανεκτικό προς τους ναζί Μπουένος Άιρες του Χουάν και της Εβίτα Περόν.

Μετατρέπεται στον άνθρωπο με τα χίλια πρόσωπα. Η «συγγραφική κάμερα» του Γκεζ τον παρακολουθεί σε κάθε του βήμα από τη στιγμή που φτάνει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Η καταγραφή αληθινών γεγονότων από τη «δεύτερη» ζωή του γιατρού σε συνδυασμό με τις επινοημένες στιγμές και ακολουθίες της προσωπικής του καθημερινότητας συνθέτουν ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο που διεκδικεί επάξια τον τίτλο του κυνικού, εγωιστή και ιδεολογικά τυφλού ανθρώπου. Με τη βοήθεια του Γκεζ μαθαίνουμε ότι πίσω από τον απηνή γιατρό-«χασάπη» κρυβόταν ένας αμετανόητος αντισημίτης που μέχρι το τέλος της ζωής του ακολούθησε το δόγμα του Άιχμαν περί του καθήκοντος. Γιατί αυτό πίστευε –ή τουλάχιστον αυτό ισχυριζόταν ενώπιον του γιου του, Ρολφ: «”Το καθήκον μου”, του λέει κοιτώντας τον ίσια στα μάτια, “το καθήκον μου ως στρατιώτης της γερμανικής επιστήμης: προστάτεψα τη βιολογική οργανική κοινότητα, εξάγνισα το αίμα, το απάλλαξα από τα ξένα σώματα”. Έπρεπε να τα ταξινομεί, να ξεδιαλέγει και να εξαλείφει τους ανίκανους που κατέφθαναν καθημερινά κατά χιλιάδες στο στρατόπεδο. “Προσπάθησα να διοχετεύσω τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό στην εργασία, ώστε να σώσω κατά το δυνατόν περισσότερες ζωές. Τα δίδυμα μέσω των οποίων προήγα την επιστήμη μού χρωστάνε επίσης τη ζωή τους”, τολμά να πει […] “Υπάκουσα στις εντολές επειδή αγαπούσα τη Γερμανία και αυτή ήταν η πολιτική του Φίρερ της. Του δικού μας Φίρερ. Νόμιμα και ηθικά, όφειλα να φέρω σε πέρας την αποστολή μου. Δεν είχα άλλη επιλογή. Δεν επινόησα εγώ το Άουσβιτς ούτε τους θαλάμους αερίων ούτε τα κρεματόρια. Δεν ήμουν παρά ένα γρανάζι μεταξύ άλλων.»

Στο βιβλίο του Γκεζ η αφήγηση δεν αντιτίθεται στην επιστημονική έρευνα και εκεί όπου υπάρχουν ερευνητικά κενά, καλύπτονται μυθοπλαστικά με χιούμορ και ειρωνεία. Εμφανής πρόθεση, εξάλλου, του συγγραφέα-αφηγητή είναι να αποτυπώσει την προσωπική του απέχθεια απέναντι στον αχαλίνωτο κυνισμό του Μένγκελε, τον ανήκεστο χαρακτήρα του και τους βαυκαλίζοντες. Πίσω από τον γαλαντόμο μοναχικό μεσήλικα ελλοχεύει ένας αδιάλειπτα αφοσιωμένος άνθρωπος προς τις αρχές του Γ’ Ράιχ. Παρόλα αυτά, το ένστικτο της επιβίωσης αποδεικνύεται πιο δυνατό από την αναμέτρησή του με την Ιστορία. Επιλέγει και κατορθώνει να περάσει όλη του τη ζωή ως ελεύθερος παρίας. Η υπερφίαλη και παραδόπιστη συμπεριφορά του θα τον γλιτώσουν από κάθε απόπειρα σύλληψής του, αλλά πριν το τέλος του θα γευτεί την προδοσία, την εγκατάλειψη και τη μοναξιά. Ο Γκεζ παρουσιάζει την τριακονταετή περιπέτεια του Μένγκελε στην Ιταλία, την Αργεντινή, την Παραγουάη και τη Βραζιλία καταγράφοντας με λεπτομέρεια τους συνδέσμους του, τις καθημερινές του ασχολίες, την εμμονή του με την κάλυψη, την οξυδέρκειά του, την αγάπη του για τα σκυλιά, τις δύο γυναίκες της ζωής του, τον γιο του Ρολφ (στον οποίο έτρεφε αδυναμία), τα προβλήματα υγείας και το μοναχικό του τέλος. Αυτό που κατορθώνει ο Γκεζ είναι να μάθουμε τον άνθρωπο Μένγκελε αλλά να μην ταυτιστούμε συναισθηματικά μαζί του. Οι προσωπικές του αφηγηματικές παρεμβάσεις λειτουργούν ως λυσιτελείς υπενθυμίσεις: Ο Μένγκελε ήταν ένας αμείλικτος εγκληματίας, ένας δολοφόνος με αγγελικό πρόσωπο, ένας αμετανόητος καταζητούμενος.

Ο Ολιβιέ Γκεζ γεννήθηκε το 1974 στο Στρασβούργο. Σπούδασε κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες στο Στρασβούργο, στο Λονδίνο και στο Μπριζ ενώ εργάζεται ως δημοσιογράφος και σεναριογράφος. Το βιβλίο του Η εξαφάνιση του Γιόζεφ Μένγκελε του χάρισε το βραβείο Renaudot το 2017. Είναι, επίσης, συγγραφέας των βιβλίων L’Impossible retour, Eloge de l’esquive και Révolutions de Jacques Koskas.


Συγγραφέας: Olivier Guez
Τίτλος: Η εξαφάνιση του Γιόζεφ Μένγκελε
Μετάφραση: Ευγενία Γραμματικοπούλου
Εκδόσεις: Κριτική (2018)
Σελίδες: 312

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ