Oscar Wilde – Σαλώμη*

Επιμέλεια: Γιώργης Χαριτάτος (hardim93@gmail.com)

Α! Δεν ήθελες να σου φιλήσω το στόμα, Γιοχαναάν. Ωραία! Τώρα θα το φιλήσω. Θα το δαγκώσω με τα δόντια μου, όπως δαγκώνουμε ώριμο φρούτο. Ναι, θα φιλήσω το στόμα σου, Γιοχαναάν. Το είπα – δεν το είπα; Το είπα. Α! Θα το φιλήσω τώρα… Μα, γιατί δεν με κοιτάς, Γιοχαναάν; Τα μάτια σου, που ήταν τόσο τρομερά, τόσο γεμάτα με οργή και περιφρόνηση, τώρα είναι κλειστά. Γιατί είναι κλειστά; Άνοιξε τα μάτια σου. Σήκωσε τα βλέφαρά σου, Γιοχαναάν! Γιατί δεν με κοιτάς; Με φοβάσαι, Γιοχαναάν, και δεν θες να με κοιτάξεις; Και η γλώσσα σου, το κόκκινο φίδι που πέταγε φαρμάκι, δεν κουνιέται πια, δεν λέει τίποτα τώρα, Γιοχαναάν, η άλικη οχιά που έφτυνε το δηλητήριό της πάνω μου. Παράξενο -ε; Πως δεν σαλεύει πια η κόκκινη οχιά; Δεν με θέλησες δικιά σου Γιοχαναάν. Με απέρριψες! Είπες λόγια αισχρά για μένα. Μου φέρθηκες λες κι ήμουν πόρνη, εταίρα, εγώ, η Σαλώμη, η κόρη της Ηρωδιάδας και πριγκίπισσα της Ιουδαίας! Ε, λοιπόν, Γιοχαναάν, εγώ είμαι ακόμα ζωντανή, αλλά εσύ είσαι νεκρός και το κεφάλι σου μου ανήκει. […] Αχ, Γιοχαναάν, Γιοχαναάν, ήσουν ο μόνος άντρας που ερωτεύτηκα. Όλους τους άλλους άντρες τους βλέπω σιχαμένους. Όμως, εσύ ήσουν όμορφος! Το κορμί σου ήταν κολόνα φιλντισένια σε βάθρο ασημένιο. Ήτανε κήπος γεμάτος περιστέρια κι ασημένια κρίνα. Ήτανε πύργος ασημένιος με στολίδια του ασπίδες φιλντισένιες. Τίποτα τόσο λευκό σαν το κορμί σου, Γιοχαναάν. Τίποτα στον κόσμο τόσο μαυρό σαν τα μαλλιά σου. Σ’ ολόκληρο τον κόσμο τίποτα τόσο κόκκινο σαν το στόμα σου. Η φωνή σου θυμιατήρι που σκόρπιζε αλλόκοτα αρώματα και, όταν σε κοίταζα, μου ερχόταν μουσική αλλόκοτη. Αχ, γιατί δεν καταδέχτηκες να με κοιτάξεις, Γιοχαναάν; Πίσω από τις απλωμένες σου παλάμες και πίσω από τους αφορισμούς σου έκρυψες το πρόσωπό σου. Έβαλες μπρος στα μάτια σου προπετασμα φανατικού που θέλει το Θεό του. Ε, ναι, τον είδες το Θεό σου, Γιοχαναάν, όμως εμένα, εμένα δεν με είδες ποτέ σου. Εάν με είχες δει, θα με είχες ερωτευτεί. Εγώ σε είδα, Γιοχαναάν, και σ’ ερωτεύτηκα. Και είμ’ ακόμα ερωτευμένη, Γιοχαναάν, μόνο μαζί σου… Διψάω για την ομορφιά σου, πεινάω για το κορμί σου και ούτε το κρασί ούτε τα φρούτα μου καταλαγιάζουνε το πάθος. Τι θα κάνω τώρα, Γιοχαναάν; Ούτε χείμαρροι ούτε ωκεανοί μπορούν να σβήσουν το πάθος μου. Ήμουν πριγκίπισσα κι εσύ με περιφρόνησες. Ήμουν παρθένα κι εσύ μου αφαίρεσες την παρθενικότητα. Ήμουν αγνή κι εσύ γέμισες τις φλέβες μου φλόγα… Αχ, αχ! Γιατί δεν με κοίταξες, Γιοχαναάν; Αν με είχες κοιτάξει, θα με είχες ερωτευτεί. Ξέρω καλά πως θα με είχες ερωτευτεί, και το μυστήριο του έρωτα είναι πιο μεγάλο από το μυστήριο του θανάτου. Μονο τον έρωτα πρέπει να κοιτάζουμε!

*Σαλώμη, μονόπρακτη τραγωδία, που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην Βικτωριανή Αγγλία του 19ου αι. και παρουσιάζει ανατρεπτικά τον βιβλικό μύθο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ