Βαγγέλης Λάσκαρης: «Ακραίο είναι να τρέφεσαι με την βία που σου σερβίρουν»

Βαγγέλης Λάσκαρης © Γιώργος Στριφτάρης

Κείμενο: Λάζαρος Αντωνιάδης
ant.lazaros@gmail.com


Μόνιμος συνεργάτης του πολυχώρου Vault, σπούδασε στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Πέτρας, είναι κοινωνιολόγος, απόφοιτος του Πάντειου Πανεπιστημίου, με μεταπτυχιακές σπουδές στα οικονομικά στο Univercity οf Kentucky.

Αφορμή της συζήτησης στάθηκε η νέα του σκηνοθετική εργασία Ο συγγραφέας του Τιμ Κράουτς από την ομάδα ProvaT.O. (Prova Theatre Organization).


Κε Λάσκαρη, πως αποφασίσατε ν’ ανεβάσετε ένα τόσο σκληρό έργο;

Εγώ δεν το θεωρώ σκληρό. Αλλά αν είναι δε πειράζει να ταρακουνηθούμε λίγο. Εσείς δε βαριέστε; Τα ίδια και τα ίδια; Αυτό που χαρακτηρίζει το έργο πέρα από την θεματική που με αφορά άμεσα και προσωπικά είναι η ιδιαιτερότητα  του και η μοναδικότητα του. Και εξηγούμε. Η βία που βλέπουμε γύρω μας, η βία που κρύβουμε μέσα μας, η βία που μας σερβίρουν τα μέσα μαζικής αποχαύνωσης, ο πόλεμος, η βία η λεκτική, η πολιτική, η οικονομική, η βία σε όλες τις εκφάνσεις της και η ανοχή μας απέναντι της δεν μπορεί να με αφήνει αδιάφορο. Όπως δεν αφήνει αδιάφορο τον Τιμ Κράουτς. Θέλοντας να μιλήσει για αυτά και για μια σειρά ακόμα από θέματα που αφορούν γενικότερα τον άνθρωπο και την ανθρώπινη συμπεριφορά, διάλεξε να το κάνει μέσα από αυτό που ξέρει καλύτερα, την τέχνη του, το θέατρο. Μάλιστα την γνωρίζει τόσο καλά την τέχνη του και την εμπιστεύεται τόσο που δεν φοβάται να την αποδομήσει, να αλλάξει την πατροπαράδοτη φόρμα της θεατρικής παράστασης όπως την έχουμε συνηθίσει φέρνοντας στο επίκεντρο της διαλεκτικής όλα τα μέρη του θεάτρου. Κοινό, ηθοποιοί, συγγραφέας, σκηνοθέτης, το θέατρο σαν χώρος όλα ισάξια έτοιμα να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν και να συνομιλήσουν.

Η σκηνοθετική σας προσέγγιση είναι τόσο ακραία που έχετε αντιμετωπίσει δυσαρέσκεια από το κοινό;

Η σκηνοθεσία μου υπηρετεί το έργο. Είναι ακραίο να βρίσει ένας θεατής έναν ηθοποιό ή να σηκωθεί να φύγει από την αίθουσα; Είναι τόσο ακραίο να γράψει κάποιος μια κακή κριτική; Σιγά. Δεν νομίζω.

Σύμφωνα με τα στατιστικά του αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, από το 2014 έως το 2017 έχουν σημειωθεί πάνω από 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και οι γυναίκες αποτελούν το 70% των θυμάτων. Το έργο αναφέρεται στη βία που έχει ο άνθρωπος μέσα του και η σχέση του κοινού απέναντι σε αυτό. Η σιωπή πιστεύετε πως είναι κι αυτός ένας παράγοντας βίας;

Αυτό είναι ακραίο. Να σκοτώνουν κάποιο δίπλα σου και να μην αντιδράς. Να ακούς από το διπλανό διαμέρισμα φωνές και να μην σε νοιάζει. Να τρέφεσαι με την βία που σου σερβίρουν για να ταΐσεις τον φασίστα που κρύβεις μέσα σου.

Ποιος είναι ο στόχος του συγγραφέα και ποιος ο δικός σας; Οι σπουδές σας στην κοινωνιολογία έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο;

Ο συγγραφέας ως δημιουργός αλλά και ως ρόλος θέτει υπό αμφισβήτηση το ίδιο το έργο του αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Αναλαμβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν και ταυτόχρονα θέτει με την στάση του και το έργο του και όλους εμάς ενώπιον των ευθυνών μας. Αλλάζει και στρεβλώνει τις παραδοσιακές νόρμες του θεάτρου για να το πετύχει τους στόχους του φτιάχνοντας ένα φαντασμαγορικό νέο σύμπαν. Ο δικός μου στόχος είναι δεν μπορεί να είναι διαφορετικός. Το ίδιο το έργο με βάζει να αναλάβω και τις δικές μου ευθύνες απέναντι σας.  Η κοινωνιολογία με βοηθά στην ανάλυση των έργων και με έχει μάθει να σκέφτομαι με έναν τρόπο. Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω με σαφήνεια πόσο με επηρεάζει γιατί εργαλειακά δεν την χρησιμοποιώ, αλλά φαντάζομαι πως σε έναν βαθμό μπορεί και να με καθοδηγεί ερήμην μου.

Παρατηρώντας την πορεία σας διαπιστώνω πως τα έργα που έχετε ανεβάσει είναι σύγχρονα κι έχουν σκοτεινό προσανατολισμό, παρόλο που κάποιες από τις παραστάσεις σας είχαν κωμικές διαστάσεις. Τα έργα του κλασσικού ρεπερτορίου σας αφήνουν αδιάφορο;

Φυσικά και δεν με αφήνουν αδιάφορο. Γι’ αυτό και τα παρακολουθώ με μεγάλο ενδιαφέρον τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Για να με αφορούν πρέπει ντε και καλά να τα σκηνοθετήσω;  Σπουδαίοι σκηνοθέτες και καλοί ηθοποιοί μας χαρίζουν κάθε χρόνο παραστάσεις κλασσικού ρεπερτορίου. Αν νιώσω πως θέλω να επικοινωνήσω κάτι καινούργιο μέσα από ένα κλασικό έργο θα το κάνω.

Σε μία παλαιότερη συνέντευξη είχατε δηλώσει πως γίνονται θαυμάσια πράγματα από τους Έλληνες κινηματογραφιστές. Ποιες ταινίες Ελλήνων κινηματογραφιστών έχετε «ζηλέψει» και τι σας έχει εμποδίσει μέχρι τώρα να μην ασχοληθείτε με τον κινηματογράφο;

Δεν το ξέρω το σπορ. Άρα μόνο το παρακολουθώ. Με θαυμασμό. Οι Έλληνες κινηματογραφιστές αναγνωρίζονται στο εξωτερικό, βραβεύονται. Επικοινωνούν κουλτούρα και πολιτισμό δια μέσου μιας νέας εικόνας, μιας δικιάς τους αισθητικής πρότασης. Εξαιρετικό το βρίσκω.  Εγώ τώρα είμαι θεατρικός σκηνοθέτης. Πώς να κάνω σινεμά; Δεν μπορούν όλοι να τα κάνουν όλα. Θα μου άρεσε όμως να μελετήσω αυτό τον κόσμο.  Όταν είχα πει αυτό που λέτε σκεφτόμουν τον Γιώργο Λάνθιμο.

Το θέατρο, ο κινηματογράφος και οι τέχνες είναι πιστεύετε επαγγέλματα πολυτελείας ακόμα και σήμερα; Ποια η άποψη σας για τη σημερινή κατάσταση στον κόσμο των τεχνών;

Μάλλον το αντίθετο θα έλεγα. Μιλάμε για καταραμένη φτώχεια. Έχει δύναμη η τέχνη γι’ αυτό και πρέπει να μένει υποχρηματοδοτούμενη κι όταν είναι επιχορηγούμενη να είναι ελεγχόμενη. Γνωστά αυτά. Πάντα έτσι ήταν. Δεν ανακαλύψαμε και την Αμερική. Τα μεγάλα πνεύματα δεν μασάνε από τέτοια βέβαια. Αν αξίζεις θα λάμψεις και τίποτα δεν θα μπορέσει να κρύψει το φως σου. Ας μην πω παραδείγματα.

Τι θα επιθυμούσατε ν’ αλλάξει άμεσα;

Δεν ξέρω, μάτια μου. Εγώ προσπαθώ να φτιάχνω ωραίες παραστάσεις. Μπορεί να μη φτάνει. Το ξέρω. Δεν αποφεύγω να απαντήσω, ούτε είμαι σνομπ, αλλά δηλώνω την αδυναμία μου. Όποιος έχει σχέδια και ιδέες να βγει μπροστά να μας φωτίσει και εμάς.

Τα επόμενα σχέδια; Από τον Φεβρουάριο του 2019 ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;

Δεν σας λέω. Βήμα, βήμα.

Info: Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:00 (έως 31/1/2019), σε Μετάφραση του Δημήτρη Κιούση, με τους Γιώργο Στριφτάρη, Στέλιο Ψαρουδάκη, Άννα Αθηνά Κολιοφώτη και Άρη Κυπριανού στον Πολυχώρο Vault