Κριτική: F*cking Men

O έρωτας. Αγαπημένο θέμα στο θέατρο, πηγή ανεξάντλητης έμπνευσης, ένας καμβάς για τον κάθε καλλιτέχνη, πάνω στον οποίο δημιουργεί καταθέτοντας το δικό του προσωπικό βίωμα. Ο έρωτας λοιπόν. Ωστόσο σχεδόν πάντα ετεροφυλικός, ορθός, straight. Λες και οι άλλοι, «οι διαφορετικοί», δεν ερωτεύονται, δεν κάνουν σεξ, δεν ζουν ζωές ίδιες σχεδόν με εκείνες των «κανονικών»; Και μήπως για εκείνο το σχεδόν δεν φταίνε πάντα οι τελευταίοι που …. ενοχλούνται στην ηθικής τους και στην αισθητική τους;

Με παρόμοιο σκεπτικό και ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Joe Di Pietro, διασκευάζοντας ελεύθερα το Ερωτικό γαϊτανάκι του Άρθουρ Σνίτσλερ, μεταφέροντάς το στο σήμερα και στο τώρα της κάθε χώρας όπου παίζεται η παράσταση, έγραψε το Fucking Men. Έργο τολμηρό, το οποίο αγκάλιασε θερμά το κοινό, οδηγώντας σε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία όπου και αν παίχτηκε.

Καιρός ήταν λοιπόν να κάνει το εκκωφαντικό πέρασμά του από τα ελληνικά θέατρα, και δη τα αθηναϊκά. Στον πολυχώρο του Vault στο Γκάζι, σε ένα όμορφο μπαράκι που λειτουργεί παράλληλα και δύο stages για παραστάσεις, ο Αντώνης Γαλέος είναι εκείνος που τολμά την «μεταγλώττιση» του έργου στα ελληνικά δεδομένα. Έχοντας δίπλα του έναν δεκαμελή θίασο αποτελούμενο μόνο από άνδρες, αναλαμβάνουν το σύνθετο έργο της εξιστόρησης της ερωτικής ζωής ομοφυλόφιλων ανθρώπων, δηλαδή του γείτονά μας, του φίλου μας, του διάσημου αρρενωπού celebrity, των ανθρώπων που ξέρουμε και εκτιμούμε.

Στο επίκεντρο της παράστασης είναι ο άνθρωπος, ο άντρας, ο γκέι, ο ερωτευμένος, και τα συναισθήματά του

Από την πρώτη στιγμή που μπαίνουμε στον χώρο της σκηνής καταλαβαίνουμε πως κάτι διαφορετικό θα δούμε απόψε. Καθίσματα αμφιθεατρικά, η ταξιθέτρια με ύφος φιλικό να τσεκάρει τα ονόματα, ενώ μπροστά, στη μέση του θεάτρου, ανδρικά κορμιά, τυλιγμένα με πάθος το ένα με το άλλο, ένα πολυκέφαλο, πολύκορμο πλάσμα γεμάτο ηδονή, δίψα για σάρκα, που συνεχώς κινείται, αδιάκοπα μετατοπίζεται, ώσπου σταματά για να αρχίσει η παράσταση.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρώτος θα εισέλθει στην σκηνή ένας νεαρός φαντάρος και κάπου εκεί θα καταλάβουμε γιατί το ακατάλληλο της παράστασης για ανηλίκους. To Fucking Men είναι θέατρο που δεν επιδέχεται εύκολα περιορισμούς. Η γλώσσα είναι ωμή γιατί είναι αυθεντική, τα κορμιά των ηθοποιών εύκολα απαλλάσσονται από τα ρούχα που τα κρύβουν γιατί δεν έχουν ανάγκη από κάλυψη. Εκεί κρύβεται η αληθινή μορφή του έρωτα, του απολύτως ανθρώπινου και αυθεντικού, στον τρόπο με τον οποίο βλέπαμε τις ανδρικές μορφές να διαδέχονται η μία η άλλη και άλλοτε με μονολόγους, άλλοτε πάλι με διαλόγους, με συναλλαγή μεταξύ τους, και να αποκαλύπτουν όλα όσα έκρυβαν καλά μέσα στις καρδιές τους.

Δέκα διαφορετικοί άνθρωποι, δέκα ανθρώπινες ιστορίες γεμάτες με τα δικά τους πάθη, τους δικούς τους προβληματισμούς, χωρισμούς, απιστίες. Ο στρατιώτης, ο φοιτητής, ο δημοσιογράφος. Ένα γαϊτανάκι ερωτικών ιστοριών αρχίζει και πλέκεται μπροστά στα μάτια μας. Το σκηνικό λιτό, άλλοτε μια στοίβα ρούχα, ένα βιβλίο, ένα κασετοφωνάκι. Ακόμη και οι διάφοροι ήχοι, όπως το κουδούνισμα ενός κινητού τηλεφώνου, δεν αποδίδονται με ειδικά εφέ αλλά με λόγια, με περιγραφή.

Μοιάζει να μην έχει σημασία ο χώρος και χρόνος, κάποτε, κάπου, δεν είναι σημαντικό. Μόνη σημαντική είναι η λαχτάρα του ενός κορμιού για το άλλο, ή η πίκρα του τσακισμένου από την προδοσία του ερωτικού συντρόφου του, ή η απελπισία του διάσημου καλλιτέχνη για το πώς θα αντιδράσουν οι φαν αν μάθουν ποιος είναι πραγματικά. Στο επίκεντρο της παράστασης είναι ο άνθρωπος, ο άντρας, ο γκέι, ο ερωτευμένος, και τα συναισθήματά του.
Το νόημα, εύληπτο, κατανοητό, σαφές. Άλλοτε με τρόπο ιδανικά κωμικό, σκορπώντας άφθονο γέλιο στο κοινό, ενώ κάποιες στιγμές και με τρόπο οξύ, δραματικό, το Fucking Men δείχνει αυτό ακριβώς που πρέπει να δείξει. Ότι τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια δεν έχουν τίποτα λιγότερο, ούτε περισσότερο από τα ετερόφυλα. Έχουν παρόμοιες χαρές αλλά και παρόμοια προβλήματα, όπως το ζήτημα της φθοράς μιας σχέσης με διάρκεια, που αφορά κάθε μα κάθε ερωτική σχέση.

Ο δε τρόπος που επιλέγει να αναδείξει τη θεματική του, ίσως στην αρχή σοκάρει κάποιους, δεν έχει όμως τίποτα το χυδαίο- αντιθέτως αντιμετωπίζει με πολύ μεγάλη σοβαρότητα τον γυμνό ανδρικό ερωτισμό και τις εντυπώσεις που αυτός προκαλεί στο κοινό. Δεν υπάρχει με άλλα λόγια το γυμνό μόνο για να προκαλέσει. Αντιθέτως η γύμνια των ηθοποιών επιτελεί σαφέστατα πολύ συγκεκριμένο ρόλο, αυτόν της εξοικείωσης του κοινού, της απόδοσης αληθινών καταστάσεων και όχι της επιφανειακής μεταφοράς κάποιου θεατρικού σκετς όπου ο ομοφυλόφιλος άνδρας παρουσιάζεται σαν κωμικός χαρακτήρας, κάτι αφύσικο και άξιο χλευασμού.

Σίγουρα το έργο έχει και κάποιες ατέλειες, συγκεκριμένα με προβλημάτισε η διάρκειά του. Σε κάποια σημεία ίσως υπήρξε φλύαρο, δημιουργώντας την αίσθηση μιας αμηχανίας και καθιστώντας πιο δύσκολο για τον θεατή να κρατήσει τεταμένη την προσοχή του. Ευτυχώς όμως τα σημεία αυτά γρήγορα παρέρχονται, και ο δυναμισμός των ηθοποιών ήταν αρκετός για να κρατήσει το τρένο της παράστασης στις ράγες του.

Συνοπτικά, τo Fucking Men δεν είναι μια απλώς μια παράσταση, ίσως για αυτό δεν είναι εύκολο να την παρακολουθήσουν όλοι. Είναι μια φωνή πάθους, και όχι απαραίτητα ερωτικού, είναι προπάντων μια φωνή που διψά για ελευθερία έκφρασης και ζωής. Συνάμα, τέλος, είναι και ένα βλέμμα διεισδυτικό στις ζωές εκείνων των αντρών (και γυναικών), που συχνά η ίδια η κοινωνία άδικα εξοβελίζει. Ας δούμε λοιπόν τις ιστορίες τους.