Σαν σήμερα | Πέντε φράσεις του Ζωρζ Σιμενόν «Οσο λιγότερο έξυπνος είναι κανείς, τόσο πιο πιθανό να γίνει μυθιστοριογράφος..»

Ο Ζωρζ Σιμενόν γεννήθηκε στον αριθμό 26 (σήμερα 24) της οδού Léopold της Λιέγης στις 13 Φεβρουαρίου 1903 και πέθανε στις 4 Σεπτεμβρίου 1989. Ηταν γαλλόφωνος Βέλγος συγγραφέας. Ιδιαίτερα παραγωγικός, αφού δημοσίευσε περισσότερες από 200 νουβέλες και πλήθος μικρότερων έργων, έγινε γνωστός κυρίως από τον ήρωα των αστυνομικών του μυθιστοριών, τον επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ.

Το 1966 βραβεύτηκε για το σύνολο του έργου του και την προσφορά του στην αστυνομική λογοτεχνία, με το Βραβείο Grand Master από την «Εταιρεία Αμερικανών συγγραφέων μυστηρίου».

Πατέρας του ήταν ο λογιστής ασφαλιστικής εταιρείας Ντεζιρέ Ζοζέφ Υμπέρ Σιμενόν και μητέρα του η Ανριέτ Μαρί Ελίζ Μπρυλλ. Αν και ο Ζωρζ γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, η θεία του έκανε λάθος στην ημερομηνία και τον καταχώρησε ως γεννηθέντα στις 12 Φεβρουαρίου. Την ιστορία γέννησής του ο Σιμενόν την κατέγραψε στην αρχή της νουβέλας του Pedigree.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το 1905 η οικογένεια μετακόμισε στον αριθμό 3 της οδού Παστέρ (σήμερα ο δρόμος ονομάζεται «οδός Ζωρζ Σιμενόν») στη συνοικία Ουτρμέζ της πόλης και τον Σεπτέμβριο του 1906 απέκτησε το δεύτερο παιδί της, τον Κριστιάν, τον οποίο, προς μεγάλη απογοήτευση του Ζωρζ, η μητέρα τους υπεραγαπούσε. Το 1911 η οικογένεια μετακομίζει και πάλι, στον αριθμό 53 της ρυ ντε λα Λουά, σε πολύ μεγαλύτερο σπίτι. Ως συνέπεια, δέχονται οικοτρόφους, κυρίως φοιτητές διαφόρων εθνικοτήτων, οι οποίοι έδωσαν στον νεαρό Ζωρζ μια εικόνα του ευρύτερου κόσμου. Οι εικόνες από την εποχή αυτή μεταφέρονται στις νουβέλες Pedigree και Le Locataire.

Σε ηλικία τριών ετών ο Ζωρζ εγγράφηκε στο νηπιαγωγείο Σαιν Ζυλιέν, όπου έμαθε να διαβάζει, ενώ το 1908 εγγράφηκε στο Σαιν-Αντρέ ντε Φρερ, απ’ όπου αποφοίτησε το 1914. Τον Σεπτέμβριο του 1914, λίγο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγγράφηκε στο Κολλέγιο Ιησουϊτών Σαιν-Λουί. Με πρόσχημα την κακή κατάσταση της υγείας του πατέρα του, ο Ζωρζ διέκοψε τη φοίτησή του στο Κολλέγιο πριν ολοκληρώσει ούτε καν την πρώτη του τάξη (αποχώρησε τον Ιούνιο του 1918, πριν τις προαγωγικές εξετάσεις.

Αρχισε να εργάζεται σε περιστασιακές εργασίες, όπως αρτοποιός, πωλητής βιβλίων, αλλά το 1919 προσλήφθηκε ως συντάκτης στην τοπική εφημερίδα “Gazette de Liège”, αρθρογραφώντας ως κοσμικογράφος. Εξασκώντας αυτό το επάγγελμα, άρχισε να εξοικειώνεται με τη ζωή της πόλης του, την πολιτική, την εγκληματικότητα, τις αστυνομικές έρευνες και τις τεχνικές εξιχνιάσεως εγκλημάτων που χρησιμοποιούσε η αστυνομία. Στην εφημερίδα έγραψε περίπου 150 άρθρα με το ψευδώνυμο “G. Sim“, ενώ παράλληλα έγραψε και κάπου 800 χιουμοριστικά κομμάτια με το ψευδώνυμο “Monsieur Le Coq” (ο κύριος πετεινός).

Τρία χρόνια αργότερα, όταν ο πατέρας του απεβίωσε (1922), αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Παρίσι, καθώς είχε ανακαλύψει ότι αυτό που του ταίριαζε περισσότερο ήταν το γράψιμο. Κατά το διάστημα που εργαζόταν για την “Gazette”, είχε έρθει σε επαφή με ένα κύκλο ζωγράφων, συγγραφέων και λάτρεων της Τέχνης, γνωστό ως “La Caque”, όπου συζητούσε περί φιλοσοφίας και τέχνης, αλλά παράλληλα δοκίμασε και τον κόσμο του αλκοόλ και των ναρκωτικών.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Εκεί γνώρισε αναρχικούς αλλά και ορισμένους ανθρώπους του υποκόσμου, μεταξύ των οποίων και δύο μελλοντικοί δολοφόνοι. Όπως το συνήθιζε, ορισμένα μέλη αυτού του κύκλου αναφέρονται στη νουβέλα Le Pendu de Saint-Pholien που εξέδωσε το 1931, ενώ οι επίδοξοι δολοφόνοι στη νουβέλα Les Trois crimes de mes amis. Μέσω αυτού του κύκλου γνώρισε και την Ρεζίν Ρενσόν (προσωνύμιο “Tigy”), με την οποία έφυγαν μαζί για το Παρίσι. Εκεί εγκαταστάθηκαν στο 17ο Διαμέρισμα, κοντά στη λεωφόρο Μπατινιόλ.

Επέστρεψαν με την “Tigy” το 1923 στη Λιέγη για να παντρευτούν (με καθολικό γάμο) σε εκκλησία, ύστερα από επιμονή της μητέρας του, αν και ούτε αυτός ούτε η σύζυγός του ήταν θρήσκοι. Ήδη είχε εκδώσει την πρώτη του νουβέλα Au Pont des Arches, την οποία έγραψε το 1919 αλλά εκδόθηκε το 1921, πάλι με το ψευδώνυμο “G. Sim”. Στο Παρίσι ο Σιμενόν άρχισε να συναναστρέφεται με πολίτες της εργατικής τάξεως και να γνωρίζει τα μπιστρό, τα φτηνά ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τα μπαρ της πόλης, αλλά και να έχει συχνές σχέσεις με άλλες γυναίκες (διασημότερη των οποίων φημολογείται ότι ήταν η Τζόζεφιν Μπέικερ). Οπως ήταν φυσικό, ο γάμος του με την “Tigy” κατέληξε σε διαζύγιο.

Η παραγωγικότητά του, ωστόσο, ήταν μεγάλη: Έγραφε περίπου 80 σελίδες την ημέρα και, στο χρονικό διάστημα 1921 – 1933 είχε εκδώσει περίπου 200 βιβλία χρησιμοποιώντας 16 διαφορετικά ψευδώνυμα.

Ο επιθεωρητής Μαιγκρέ
Το μεγάλο βήμα προς την τεράστια επιτυχία έγινε το 1929: Τότε έγραψε την πρώτη αστυνομική νουβέλα με κεντρικό ήρωα τον Παριζιάνο επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ: Ήταν η νουβέλα Pietr-le-Letton. Η επιτυχία ήταν τέτοια, ώστε ο Σιμενόν έγραψε συνολικά ογδοντατρείς νουβέλες με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Μαιγκρέ.

Η επιτυχία του Μαιγκρέ ως ήρωα αστυνομικών μυθιστορημάτων έγκειται στη διαφορά του με τους υπόλοιπους αντίστοιχους ήρωες της αστυνομικής λογοτεχνίας: Ο Μαιγκρέ δεν στηρίζει τις εξιχνιάσεις του ούτε στην τρομερή ικανότητα να εξαγάγει συμπεράσματα ούτε στα αστυνομικά ευρήματα: Αντίθετα, στηρίζεται στην ψυχολογική διαίσθηση και στη βαθιά, ενίοτε μέχρι φιλευσπλαχνίας κατανόηση των κινήτρων και της ψυχοσυνθέσεως του δράστη.

Το συνολικό συγγραφικό έργο του Σιμενόν ανέρχεται σε περίπου 425 βιβλία, από τα οποία 136 είναι ψυχολογικές νουβέλες. Συνέγραψε, επίσης, και ορισμένα αυτοβιογραφικά έργα, όπως τα Pedigrée (1948), Quand j’étais vieux (1970) και, ύστερα από την αυτοκτονία της μοναδικής του κόρης, το Mémoires intimes (1981). Συνέγραψε, επίσης, μια τριλογία σχετικά με την Αφρική (African Trio (1979)).

Προς το τέλος της ζωής του ισχυρίστηκε ότι είχε κοιμηθεί με πάνω από 10000 γυναίκες, κυρίως πόρνες.


Πέντε φράσεις του Ζωρζ Σιμενόν

Η ζωή ενός ανθρώπου καθορίζεται από αυτά που του συμβαίνουν στην ηλικία ανάμεσα οκτώ και δώδεκα χρονών.
Έχω κάνει έρωτα σε δέκα χιλιάδες γυναίκες.
Τα μνημειώδη γεγονότα δεν μοιάζουν σε τίποτα μ’ αυτό που περιμένουμε από αυτά.
Οσο λιγότερο έξυπνος είναι κανείς, τόσο πιο πιθανό να γίνει μυθιστοριογράφος. Διαφορετικά, γράφει διατριβές.
Ο άνθρωπος ανέκαθεν ήθελε να ζει σε κοινωνίες, αλλά από την αρχή της ύπαρξής τους, αφιέρωσε ένα σημαντικό μέρος της ενεργητικότητάς του για να τις πολεμήσει.

 

Πηγή: Βικιπαίδεια, Γνωμικολογικόν