Αφιέρωμα: Οι 7 ρόλοι του “007”!

Ένας άνθρωπος μπορεί να γίνει θρύλος για πολλούς λόγους. Ένας ηθοποιός, για λίγους παραπάνω. Χθες λοιπόν, εκεί που έπινα “εις μνήμην” το Μαρτίνι μου (συγκρατήθηκα να μην το παραγγείλω “κουνημένο, όχι ανακατεμμένο” – λάθος μου!), σκεφτόμουν ακριβώς αυτούς τους λόγους που έκαναν θρύλο το Σον Κόνερι. Έναν τιτάνα του κινηματογράφου, κι ας μην κουβαλούσε τ’ ανάλογα “αποδεικτικά” (βραβεία, διακρίσεις, και λοιπά εγκλήματα κατά της τέχνης). Έναν τύπο που ‘χε βρει με στυλ και άνεση τη θέση του στις πολυθρόνες πουφ της καρδούλας κάθε ποπ θεατή, μα το ίδιο εύκολα του πρόσφερε το δερμάτινο καναπέ της κι η καρδιά όλων σχεδόν των ψαγμένων σινεφίλ αυτού του κόσμου. Έναν Σερ που τον αγαπούσε το σαλόνι, όσο και το λιμάνι. Γιατί;

Δεν μου ‘δωκε ο ίδιος απάντηση – καμία μεταφυσική συνθήκη δεν έφερε το Μαρτίνι στο κεφάλι μου. Όμως, αν το καλοσκεφτείς, δεν είναι πια και τόσο δύσκολο. Καλός ηθοποιός; Τσεκ. Ωραίος άντρας; Τσεκ. Φινέτσα και αποτύπωμα στην οθόνη; Τσεκ. Ε, άκουγες κι εκείνη τη βαθιά, τραχιά φωνή με την εθιστική προφορά της Σκωτίας…

Κι έπειτα, καλοσκέψου το: Αν ένας ηθοποιός αξίζει να ‘χει απεικονίσει στη ζωή του κάνα δυο κλασικές φιγούρες, ο Σον Κόνερι απεικόνισε… καμιά ντουζίνα! Βασιλιάς (και Ριχάρδος, και Αρθούρος, κι εκείνος ο απίθανος Αγαμέμνονας των Μόντι Πάιθον), Ρομπέν των Δασών, ύποπτος στο Οριάν Εξπρές, Άλαν Κουάρτερμαν στη Λεγεώνα, θεότρελος εγκληματίας στους “Εκδικητές” (όχι αυτούς της Μάρβελ, τους άλλους, τους κλασικούς), δράκος με καρδιά, ο μοναδικός που το ‘σκασε απ’ το “Βράχο” και… Α, ναι, κι ο Χαϊλάντερ!

Τη βαθιά (σαν τη φωνή του Σον) συγγνώμη μου ωστόσο, απ’ όλους αυτούς που μόλις διάβασες, κι έλα τώρα να σου πω για τους 7 ρόλους που βάλαν στην καρδούλα μας τον αιώνιο 007.

Και πώς να μην αρχινάει η λίστα με τον…

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

7. Γκάνταλφ (Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών)

Το ξέρω, κλέβω, κι όταν ξεκινάς με κλοπή, τι μπορεί να πάει καλά πιο κάτω; Όμως εδώ δεν το μπορώ να κάνω αλλιώς, για λόγους καθαρά κινηματογραφικούς. Υπάρχουνε που λες χαρακτήρες ταυτισμένοι με ηθοποιούς. Ταυτισμένοι τόσο πολύ, που κανέναν άλλο δεν μπορείς να δεις σε τέτοιο ρόλο. Κι ένας απ’ τους πιο χαρακτηριστικούς, είναι ο Γκάνταλφ του Ίαν ΜακΚέλεν. Κανείς δεν θα μπορούσε να παίξει αντί γι’ αυτόν, το γκρίζο – λευκό μάγο του Άρχοντα. Κανείς; Ύστερα μαθαίνεις πως η πρώτη επιλογή για το Ρόλο ήταν ο Κόνερι. Ότι ο ρόλος θα ‘τανε δικός του, αν ο ίδιος δεν τον είχε απορρίψει (“Δεν μπορούσα να καταλάβω το σενάριο”). Και ξαφνικά γεννιέται η αμφιβολία. Κι αν ο Σον… Ε, λοιπόν, αυτή η αμφιβολία στα δικά μου μάτια, είναι απόδειξη. Μια πελώρια, καθάρια απόδειξη ερμηνευτικής αξίας. Κι ο Γκάνταλφ θα ‘ναι για πάντα ο καλύτερος ρόλος που ο Κόνερι δεν έπαιξε ποτέ. Πάμε παρακάτω…

6. Ντάνιελ Ντάβοτ (Ο Άνθρωπος που θα Γινόταν Βασιλιάς)

Ο Τζον Χιούστον περιμένει 20 ολόκληρα χρόνια για να καταφέρει τελικά να γυρίσει την ταινία του και να τα βάλει για τα καλά με τους “ηρωικούς, ρομαντικούς τυχωδιώκτες”. Το βιβλίο που Κίπλινγκ δεν θα μπορούσε να πέσει σε καλύτερα χέρια, κι οπωσδήποτε ο Ντάβοτ δεν θα μπορούσε να πέσει σε καλύτερο ηθοποιό. Ένας περήφανος αγιογδύτης, ισορροπεί με εντυπωσιακά χαρακτηριστική άνεση ανάμεσα στη βρετανική περηφάνια και την κωμική σχεδόν αλητεία, όμως… Για κάτσε. Μπορεί ένας τέτοιος τύπος να περάσει για απόγονος του Μεγαλέξανδρου; Ε, αν είναι ο Κόνερι, μπορεί!

5. Καθηγητή Χένρι Τζόουνς (Η Τελευταία Σταυροφορία)

Βεβαίως, κυρίες και κύριοι. Ο Ιντινάνα Τζόουνς είχε μπαμπά, κι ο μπαμπάς αυτός δεν θα μπορούσε να ‘ναι άλλος. Το τρίτο μέρος της τριλογίας έψαχνε τη σοβαρή επιστροφή στην απολαυστική μα στιβαρή κωμοδράση, που κάπως “στραβοπάτησε” στο δεύτερο. Χρειάστηκε το λοιπόν μια σπουδαία μεταγραφή. Η χημεία με το Χάρισον Φορντ ήταν εκπληκτική και, όπως έγραψε χθες ο Τζον Κλιζ: “(Ο Σον ήταν)…o μοναδικός από μας που βρήκε το Άγιο Δισκοπότηρο”.

4. Tζο Ρόμπερτς (Ο Λόφος)

Μια στρατιωτική φυλακή σκέτο κολαστήριο, κι ένας Σον Κόνερι από… άλλο ανέκδοτο! Υπό τις οδηγίες του δασκάλου Σίντνεϊ Λουμέτ, ο “κύριος Μποντ” εμφανίζει ικανότητες πελώριας κλάσης, σ’ ένα ασπρόμαυρο φιλμ και σε μια ερμηνεία εκπληκτικής ακρίβειας στην ένταση και το ρεαλισμό της. Κι ενώ σε κάθε σκηνή περιμένεις να δεις την υπερβολή στη φωνή και την αντίδραση, ο πρωταγωνιστής δεν χάνει ούτε στιγμή τα γκέμια αυτής της εκπληκτικής ακρίβειας. Το ‘χω ξαναγράψει και το στηρίζω: στο “Λόφο” ο Σον Κόνερι έγινε Λόρενς Ολίβιε! Χωρίς ίχνος υπερβολής. 

3. Τζιμ Μαλόουν (Οι Αδιάφθοροι)

Έγραφα στην εισαγωγή για τ’ “αποδεικτικά” βραβεία που δεν έχει, όμως ο Σερ δεν άφησε το σινεμά χωρίς να πάρει μαζί του κι ένα χολιγουντιανό αγαλματάκι. Ήταν ο Τζίμι Μαλόουν, ένας καλός “μπάτσος”, ένας μέντορας για τον Κέβιν Κόστνερ, κι ένας απ’ τους πιο ζεστούς, συμπαθητικούς, σπουδαία ανθρώπινους ρόλους του Σκωτσέζου. Σε μια ταινία που ξανάβαλε το Ντε Πάλμα στο δρόμο του καλού σινεμά, πλάι στον πρωταγωνιστή του Κόστνερ κι απέναντι απ’ τον απίθανο Αλ Καπόνε του Ντε Νίρο, εσύ αγαπάς, υποκλίνεσαι και τελικά δακρύζεις, για έναν δεύτερο ρόλο που, αν τον έπαιζε άλλος, μπορεί και να ‘ταν όντως δεύτερος… 

2. Γουλιέλμος της Μπάσκερβιλ (To Όνομα του Ρόδου)

Μπορεί ο Ζαν Ζακ Ανώ να μην τα κατάφερε ν’ αναρριχηθεί στο επίπεδο που απαιτούσε το αριστούργημα του Ουμπέρτο Έκο, όμως ο Κόνερι ξεπέρασε το λογοτεχνικό ήρωα που είχε ν’ απεικονίσει. Αταίριαστος φαινομενικά με τις περιγραφές του Έκο (κι αυτό προβλημάτιζε λένε τον Ανώ – τρομάρα του!), μα τι σημασία είχε; Κούμπωσε τόσο καλά μες στο μοναστικό ράσο, στην ατμόσφαιρα της ταινίας (και του βιβλίου!), στο χαρακτήρα του Γουλιέλμου της Μπάσκερβιλ, που τελικά κατάφερε να διαγράψει για πάντα απ’ το μυαλό σου τη λογοτεχνική περιγραφή του συγγραφέα. Αν δεις την ταινία κι αποφασίσεις ύστερα να ξαναδιβάσεις το βιβλίο, ένα μόνο πρόσωπο που θα δεις κάτω απ’ την κουκούλα του καλόγερου – ντετέκτιβ. Και μόνο μια φωνή θ’ ακούσεις να συμβουλεύει το νεαρό Άντσο. Ο πιο χαρακτηριστικός ρόλος μιας ολόκληρης καριέρας, θα ήταν, αν δεν υπήρχε ο από κάτω… 

1. Το όνομά του (θα) είναι Μποντ… Τζέιμς Μποντ!

Θα μπορούσε να ‘ναι “ακόμα ένας κατάσκοπος”, μιας εποχής γιωμάτης τέτοιους. Έγινε “μια κατηγορία μόνος του”, και μετράει ακόμα την πιο μεγάλη σειρά ταινιών του είδους, κι ίσως ολόκληρου του σινεμά. Ο κύριος Μποντ λοιπόν, δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχε ο άνθρωπος που φόρεσε – όπως το φόρεσε – το σμόκιν, ο άνθρωπος που κάθισε – όπως κάθισε – πίσω απ’ το τιμόνι της DB5, ο άνθρωπος που παρήγγειλε – όπως το παρήγγειλε! – το Μαρτίνι, ο άνθρωπος που πρώτος είπε: “Το όνομά μου είναι Μποντ… Τζέιμς Μποντ…”. Μα τ’ όνομά του 007 ήταν στ’ αλήθεια και πάντα θα ‘ναι Κόνερι… Σον Κόνερι…