Είδαμε: «Η Παρείσφρηση» (BlacKkKlansman)

Κείμενο: Μάνος Δασκαλογιάννης (manosdaskalog@gmail.com)

Ή αλλιώς πώς ο Σπάικ Λι έκανε μία από τις από τις πιο διασκεδαστικές όμως και προβλέψιμες ταινίες της καριέρας του.

Το πρόβλημα του ρατσισμού δεν είναι καινούρια ιδέα μέσα στις κινηματογραφικές αίθουσες, τα δε τελευταία χρόνια φαίνεται πως το Χόλιγουντ δείχνει μια ιδιαίτερη προτίμηση σε έργα με κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο. Από το ευφυέστατα καυστικό Suburbicon του Τζορτζ Κλούνεϋ μέχρι τις καταπληκτικές Αφανείς Ηρωίδες (Hidden Figures), απολαύσαμε πολλές κινηματογραφικές στιγμές εμπλουτισμένες με την αφοπλιστική ευαισθησία γνωστών δημιουργών.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σε αυτό το πλαίσιο εκσυγχρονισμού (αν και ίσως κάποιες φορές και προσποιητής πολιτικής «κορεκτίλας») δεν θα μπορούσε να λείψει ένας  πάντα to the point σκηνοθέτης του μεγέθους του Σπάικ Λι. Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από ταινιάρες όπως το Malcom X ή του Do the right thing, αυτή τη φορά αποφάσισε να σκηνοθετήσει μια κλασσική υπόθεση δράσης με έντονα βιογραφικά στοιχεία, γύρω από την αναβίωση ίσως της μεγαλύτερης εσωτερικής απειλής της  Αμερικής το δεύτερο μισό του αιώνα που μας πέρασε, τη δράση της ρατσιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης Κου Κλουξ Κλαν.

Ο John David Washington, γιος του Denzel Washington, υποδύεται έναν αφροαμερικανό αστυνομικό στο Κολοράντο στα τέλη της δεκαετίας του 70, με τον απόηχο του Βιετνάμ και τις φυλετικές συγκρούσεις να είναι μόνιμη πηγή αναταράξεων, ενώ η δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έχει γεννήσει τον τρόμο στις έγχρωμες κοινότητες. Όμως, ούτε η βία της αστυνομίας ούτε η προπαγάνδα των ΜΜΕ  απειλεί τις ζωές των σκουρόδερμων ανθρώπων τόσο, όσο η δολοφονική δράση καλοζωισμένων αστών με λευκές κουκούλες, αποφασισμένους πατήσουν κάτω με τα καλογυαλισμένα μοκασίνια τους όποιον μάχεται μι για στοιχειώδη ισότητα.

Γι’ αυτό και ο ήρωάς μας ονόματι Ρον Στόλγουορθ, αποφασισμένος να δράσει μπροστά στην απειλή, με την βοήθεια ενός Εβραίου συναδέλφου του (στο ρόλο ο αγαπημένος Adam Driver) σκαρώνει ένα ευφυή τρόπο για να ρίξει τα προσωπεία των εν δυνάμει δολοφόνων. Και κάπου εκεί έρχεται το χάος..

Πρόκειται για μια ταινία με πολλά αληθινά στοιχεία, και κάποια λίγα ψεύτικα ( το χρονικό πλαίσιο που μετατέθηκε μια δεκαετία μπροστά, η βομβιστική επίθεση, η εβραϊκή ταυτότητα), κυρίως όμως με αφοπλιστικές ατάκες και σατιρικό πνεύμα, που δεν θέλει παρά να αναδείξει την ανοησία του μίσους, την καταστρεπτικότητα της βλακείας. Καταφέρνει να ξεμπροστιάσει μπροστά στον κινηματογραφικό φακό όλους αυτούς που δίχως σπιθαμή τύψης έβγαλαν την μικρότητά τους σε σάρκες απλών ανθρώπων, και το κάνει με τρόπο καινοτόμο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δεν αποφεύγει όμως τον διδακτισμό και την υπερβολή, καταφεύγοντας σε ένα περιττό τέλος, και εκεί νομίζω κρύβεται και η αδυναμία του φιλμ. Ενώ περνά ευχάριστα η ώρα στο πρώτο μισό, η επανάληψη των ιδεών και των διαλόγων και ίσως και ο φόβος του σκηνοθέτη να οδηγήσει την πλοκή ένα βήμα πιο μακριά από την κανονικότητα, στέρησαν από το έργο πολλούς βαθμούς στην εκτίμηση των θεατών.

Σε τελική ανάλυση, ενδείκνυται για μια όμορφη κινηματογραφική βραδιά, με ερμηνείες και μουσική να κρίνονται υπέρ του δέοντος ικανοποιητικές, ωστόσο σε δημιουργούς σαν τον Σπάικ Λι, ψάχνεις αυτό το κάτι παραπάνω, αυτό που αγαπάμε να ονοματίζουμε 7η τέχνη. Και αυτή την φορά προσωπικά δεν το βρήκα.