#Facts: Όσα θα ήθελες να γνώριζες για την Μέριλιν Μονρόε

Ηθοποιός, τραγουδίστρια, αλλά και μοντέλο. Σύμβολο του σεξ τη δεκαετία του 1950. Το αιώνιο θηλυκό και η απόλυτη ξανθιά. Ο φακός την λάτρευε. Την πολιορκούσαν πολλοί άντρες. Στο ενεργητικό της υπάρχει και ένας πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Δυστυχώς, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τις καταχρήσεις, με αποτέλεσμα να χάσει την ζωή της πολύ νέα. Ο λόγος για την Μέριλιν Μονρόε!

  • Γεννήθηκε στις 1 Ιουνίου 1926 στο Λος Άντζελες.
  • Νόρμα Τζιν Μόρτενσον ήταν το όνομα με το οποίο τη δήλωσε η μητέρα της στο ληξιαρχείο από το όνομα ενός περιστασιακού συντρόφου της, ο οποίος είχε σκοτωθεί σε δυστύχημα.
  • Νόθο παιδί της Γκλάντυς Περλ Μπαίηκερ και άγνωστου πατέρα, πέρασε άσχημη παιδική ηλικία, η μητέρα της νοσηλεύτηκε αρκετές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα, ενώ η ίδια φιλοξενήθηκε ως ψυχοπαίδι σε διάφορες οικογένειες.
  • Είχε 11 διαφορετικούς θετούς γονείς όταν η μητέρα της, Γκλάντις, μπήκε σε ίδρυμα. Έτσι, σε ηλικία 9 ετών, η Νόρμα (Μέριλιν) μπήκε σε ορφανοτροφείο και δύο χρόνια αργότερα δόθηκε για υιοθεσία.
  • Το 1942, στα 16 της, παντρεύτηκε τον 21χρονο τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι. Ο γάμος τους, όμως, κράτησε μόνο πέντε χρόνια, καθώς χώρισαν το 1946. Στο μεταξύ, η Μέριλιν είχε ήδη αρχίσει να εργάζεται ως μοντέλο επίδειξης μαγιό και είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά.
  • Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε της απέφερε 125 δολάρια την εβδομάδα, ποσό στο οποίο προστέθηκαν άλλα 25 δολάρια, όταν ανανέωσε τη συμφωνία, έξι μήνες αργότερα. Έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη το 1947, με ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Shocking Miss Pilgrim». Ακολούθησε το 1948 το «Scudda Hoo! Scudda Hay!»
  • Το 1949 εμφανίστηκε στην ταινία «Love Happy» των «Ενωμένων Καλλιτεχνών», ενώ την ίδια χρόνια πόζαρε γυμνή για ένα ημερολόγιο διασημοτήτων. Η φωτογράφηση που έκανε το 1953 για το περιοδικό Playboy ήταν αυτή που έδωσε ώθηση στην καριέρα της.
  • Το 1953 έπαιξε στο «Gentlemen Prefer Blondes», ξετρελαίνοντας τον ανδρικό πληθυσμό. Ανάμεσά τους και ο αστέρας του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1954. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο «There’s No Business Like Show Business» και ακολούθησε το «The Seven Year Itch» (Επτά Χρόνια Φαγούρα), μία ταινία που ανέδειξε το ταλέντο της στην κωμωδία και περιείχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου: τη Μέριλιν Μονρόε να στέκεται πάνω σε μία σχάρα, με τον αέρα να ανασηκώνει το λευκό φόρεμά της.
  • Το 1956  παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ένας γάμος που κράτησε τέσσερα χρόνια. Το 1957 ταξίδεψε στη Μ. Βρετανία για τα γυρίσματα τις ταινίας «The Prince and the Showgirl» (Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια), που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, αν και οι κριτικές δεν ήταν και τόσο καλές.
  • Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας, η Μέριλιν Μονρόε επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη του 1959 με την απολαυστική κωμωδία «Some Like It Hot» (Μερικοί το προτιμούν καυτό), με τον Τόνι Κέρτις και τον Τζακ Λέμον. Ακολούθησαν το 1960 η ταινία του Τζορτζ Κιούκορ «Let’s Make Love» (Έλα ν’ αγαπηθούμε) με τους Τόνι Ράνταλ και Ιβ Μοντάν και το 1961 το «The Misfits» (Οι Αταίριαστοι), το τελευταίο φιλμ τόσο για τη Μέριλιν Μονρόε όσο και για τον συμπρωταγωνιστή της Κλαρκ Γκέιμπλ,.
  • Η Μέριλιν Μονρόε βρέθηκε νεκρή στις 3:45 π.μ., ξημερώματα Κυριακής 5 Αυγούστου του 1962, στο σπίτι της στο προάστιο Μπρέντγουντ του Λος Άντζελες. Ο θάνατός της αποδόθηκε σε υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών.  π.μ., ξημερώματα Κυριακής 5 Αυγούστου του 1962, στο σπίτι της στο προάστιο Μπρέντγουντ του Λος Άντζελες. Ο θάνατός της αποδόθηκε σε υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών.
  • Ηταν εξαιρετική μαγείρισσα. Της άρεσε να κυκλοφορεί γυμνή. Τη γοήτευαν οι διανοούμενοι και δεν είχε καμία εκτίμηση στα διαμάντια, παρότι είχε τραγουδήσει για αυτά.
  • Στο Χιου Χέφνερ ανήκει ο ακριβώς διπλανός τάφος σε εκείνον της Μονρόε. Τον αγόρασε το 1992 για 50.000 λίρες.
  • Αλλαξε αρκετές φορές κατεύθυνση σε ό,τι αφορά τη θρησκευτική πίστη της. Ασπάστηκε μεταξύ άλλων την Ανθρωποσοφία, ενώ ασπάστηκε τον Ιουδαϊσμό πριν από το γάμο της με τον Αρθουρ Μίλερ το 1956.
  • Το βάρος της αυξομειωνόταν τόσο δραματικά στα γυρίσματα της ταινίας «The Prince and the Showgirl», που η σχεδιάστρια των κουστουμιών αναγκάστηκε να φτιάξει τα ίδια φορέματα σε διαφορετικά μεγέθη.
  • Για 20 χρόνια μετά από το θάνατό της, ο Τζο ΝτιΜάτζιο (ο πρώτος της σύζυγος)  της έστελνε τριαντάφυλλα στον τάφο της τρεις φορές την εβδομάδα.
  • Το φέρετρό της ήταν ανοιχτό στην κηδεία. Φορούσε ένα πράσινο φόρεμα και πλατινέ περούκα, καθώς είχαν ξυρίσει μέρος του κεφαλιού της για τη νεκροψία.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
  • Η τουαλέτα που φορούσε όταν τραγούδησε το περίφημο «Happy Birthday» στον Κένεντι πουλήθηκε το 1999 για 820.000 λίρες. Τότε, η τιμή αποτελούσε ρεκόρ για ρούχο που πουλιέται σε δημοπρασία, μέχρι να βγει στο σφυρί το λευκό της φόρεμα από το «Επτά χρόνια φαγούρα», το οποίο το 2011 πουλήθηκε για 2,8 εκατομμύρια λίρες.
  • Χάρη σε εκείνη η Ελα Φιτζέραλντ έκλεισε την πρώτη της μεγάλη δουλειά με κλαμπ στο Λος Αντζελες. Το 1955 τα φυλετικά ζητήματα ήταν ακόμη έντονα, αλλά η Μονρόε έπεισε τον μάνατζερ να αφήσει την Φιτζέραλντ να εμφανιστεί με την υπόσχεση ότι η ίδια θα κάθεται στην πρώτη σειρά για μία εβδομάδα.
  • Σε άρθρο του περιοδικού Vogue για τις πιο όμορφες γυναίκες, σχεδόν παμψηφεί οι άντρες υποστήριξαν πως ένα σώμα με καμπύλες, είναι σίγουρα ένα ερωτικό σώμα.
  • Έτσι, ψήφισαν την Μονρόε ως το απόλυτο θηλυκό με το πιο σέξι σώμα!
  • Πολλοί φίλοι της θεωρούν ότι δολοφονήθηκαν. Ανάμεσα σε εκείνους που θεωρήθηκαν ύποπτοι ο Ρόμπερτ και ο Τζον Κένεντι, με τους οποίους είχε σχέση, ο μαφιόζος Σαμ Τζιανκάνα, το FIB, η CIA και ο ψυχίατρός της, Ραλφ Γκρίνσον.
  • Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει έκτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.

Η Μονρόε βρέθηκε νεκρή από την οικονόμο της. Στο ένα χέρι κρατούσε το ακουστικό του τηλεφώνου ενώ δίπλα της υπήρχε ένα κενό φιαλίδιο υπνωτικών. Έσβησε στα 36 της. Ο θάνατός της γέννησε τον μύθο του αιώνιου θηλυκού. Είπε, κάποτε, για τη ζωή της: «Θα ήταν μια ανακούφιση εάν τελείωνε. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε έναν αγώνα δρόμου, να φτάνεις κάπου κι έπειτα να ξαναρχίζεις από την αρχή»…