Η Ελένη Κοσμά σπούδασε Συγκριτική Λογοτεχνία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Δοκίμια, άρθρα και μεταφράσεις της έχουν εκδοθεί στα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά. Η δεύτερη ποιητική της συλλογή φέρει τον τίτλο «Μες στον ψυχρό καιρό» και κυκλοφόρησε, πριν, λίγο καιρό από τις Εκδόσεις Πόλις.
Στις σελίδες του βιβλίου διανύουμε μαζί με την ποιήτρια την διαδρομή οικειοποίησης ενός τόπου, την ανάγκη της σταθερότητας και τον φόβο της απώλειας. Μπορεί ένα σπίτι -με όλους τους συμβολισμούς του- να αποτελέσει εφαλτήριο και καταφύγιο στην ζωή μας; Και πόσο ακατάλυτος είναι ο δεσμός που δημιουργούμε μαζί του;
Ποια ήταν η αφορμή για την δεύτερη ποιητική σας συλλογή «Μες στον ψυχρό καιρό» που κυκλοφόρησε, πριν, λίγο καιρό από τις Εκδόσεις Πόλις;
Η δεύτερη ποιητική μου συλλογή προέκυψε έπειτα από μια μακρά περίοδο αγωνίας, απογοήτευσης και ισχυρής εσωτερικής πίεσης. Ήταν ένας τρόπος να στρέψω το βλέμμα μου στο φως.
Πυρήνας της συλλογής σας είναι το σπίτι, το καταφύγιο. Η διαδρομή που ακολουθούμε μέχρι να νιώσουμε ασφαλείς και φυσικά η αγωνία της απώλειας του. Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο σύμβολο; Τι σημαίνει για εσάς η έννοια σπίτι;
Ένα σπίτι δεν είναι αναγκαστικά ένα καταφύγιο. Το είδαμε αυτό και στις πρόσφατες καραντίνες. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται απειλή και φόβο μέσα στο σπίτι τους. Άλλοτε μάς πνίγει το σπίτι μας και άλλοτε είναι όπως ακριβώς το περιγράφετε: ένα καταφύγιο, η ενδεχόμενη απώλεια του οποίου μπορεί να μας συντρίψει. Το σπίτι είναι, λοιπόν, ένα ανοιχτό, ένα εύπλαστο σύμβολο, ακριβώς επειδή στα θεμέλιά του βρίσκεται ο άνθρωπος, διά της παρουσίας ή διά της απουσίας του. Με τη χρήση αυτού του συμβόλου θέλησα περισσότερο να μιλήσω για την αγωνία της απώλειας, της εγκατάλειψης: για τους ανθρώπους που τους συντρίβει είτε η απώλεια του σπιτιού τους είτε το ίδιο τους το σπίτι.
Στα ποιήματα σας ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με την εξής αντίθεση. Αφενός συναντάμε ελεύθερο στίχο αφετέρου υπάρχουν στοιχεία που ακουμπούν σε πιο παραδοσιακές φόρμες. Ήταν δύσκολο αυτό το πάντρεμα;
Όχι, καθόλου. Προσεγγίζει κανείς τον έμμετρο λόγο πολύ διαφορετικά όταν έχει βιωμένη την εμπειρία του ελεύθερου στίχου. Η μορφή μάς συναντά όπως ακριβώς μας συναντά και το περιεχόμενο. Δεν υπάρχει, όμως, κάποια «αντίθεση» ανάμεσα στα δύο που αναφέρετε. Η συζήτηση των τελευταίων χρόνων γύρω από την κρίση του ελεύθερου στίχου και το ζήτημα της ποιητικής μορφής έχει εγκλωβιστεί στη διατύπωση αυτού ακριβώς του διπόλου: «ανοιχτή» ή «κλειστή» ποιητική φόρμα; Ρίμα ή ελεύθερος στίχος; Πρόκειται, όμως, για ένα πλαστό δίλημμα, ένα ψεύτικο δίπολο. Η εκ νέου οικειοποίηση του λυρικού παραδείγματος τις πρόσφατες δεκαετίες έχει δώσει εξαιρετικής πρωτοτυπίας μοντέρνα ποιήματα, γιατί ακριβώς το ζητούμενο δεν ήταν ποτέ η μετατόπιση της λυρικής φόρμας από το ’20 στο ’90, για παράδειγμα, αλλά μια επανεκκίνηση, σε άλλους ήχους, με άλλες προϋποθέσεις. Η βασικότερη από τις οποίες είναι ακριβώς η κατακτημένη εμπειρία του ελεύθερου στίχου.
Γιατί επιλέξατε έναν στίχο από τις «Πέτρινες Ρίμες» του Δάντη για τίτλο της συλλογής σας; Ένα έργο που μιλάει για το μαρτύριο ενός ερωτευμένου άντρα
Οι Πέτρινες Ρίμες περιγράφουν, σε πρώτο πλάνο, τον αφοπλιστικό έρωτα για μια donna petra, μια γυναίκα απόμακρη, παγερή, αλλά και πολύτιμη·μια γυναίκα πέτρα. Το περιβάλλον –η ψυχρότητα όσο και οι υψηλές θερμοκρασίες–, τόσο ως κυριολεξία όσο και ως μεταφορά, και η τεράστια δυναμική του, η εξουσία, το ειδικό του βάρος πρωταγωνιστεί στα ποιήματα αυτής της συλλογής. Το περιβάλλον διαμορφώνει και επενδύει τις λέξεις. Η πορεία από τις υψηλές θερμοκρασίες στις ψυχρότερες και στις πολύ ψυχρές είναι μια πορεία στην καρδιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο τίτλος, λοιπόν, και το δαντικό μότο δίνουν έναν τόνο, έναν εσωτερικό ρυθμό, μια εσωτερική ταχύτητα στα ποιήματα του βιβλίου.
Τα σπίτια, ακόμα και αυτά που εγκαταλείπουμε, μας αφήνουν ποτέ; Ή ένα κομμάτι μας μένει μαζί τους;
Ο δεσμός μας με τα σπίτια –τόσο ως μεταφορά όσο και ως κυριολεξία– είναι, νομίζω, συντριπτικός και ακατάλυτος.
Διαβάζοντας το βιβλίο σας και παρακολουθώντας την επικαιρότητα με τις πυρκαγιές η εικόνα που μου έρχεται στο μυαλό είναι η οδύνη των ανθρώπων που αρνούνται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Πως νιώθετε για όλη αυτή την κατάσταση;
Νιώθω τεράστια, ανείπωτη θλίψη. Και θυμό. Θα έπρεπε να βάλουμε μια παύση στην ακατάσχετη φλυαρία και να ακούσουμε τους ανθρώπους που έχασαν το σπίτι τους, που δοκιμάστηκαν με αυτόν τον τρόπο. Να βάλουμε μπροστά τη λογική μας, σκεφτούμε τι πήγε τόσο λάθος και να αναλάβει ο καθένας μας την ευθύνη που του αναλογεί. Ευθύνες έμμεσες και άμεσες. Ευθύνες επιλογών και ευθύνες αποφάσεων. Και ασφαλώς: ευθύνες πολιτικές. Υπάρχουν συγκεκριμένοι άνθρωποι που θα έπρεπε να τις έχουν ήδη αναλάβει. Καταλαβαίνω και νιώθω τους ανθρώπους που δεν εγκαταλείπουν το σπίτι τους. Δεν καταλαβαίνω και δεν μου εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη οι πολιτικοί που σαν νταήδες τούς κουνάνε το δάχτυλο και θέλουν και χειροκρότημα. Μου φαίνεται αδιανόητο να έχουν θέσεις εξουσίας άνθρωποι που είναι ανίκανοι να κάνουν αυτοκριτική.
Η σημερινή εποχή συμπαθεί τους ποιητές;
Τι να σας πω. Δεν ξέρω. Εξαρτάται μάλλον από ποια θέση ρίχνουμε το βλέμμα μας τόσο στην εποχή όσο και στους ποιητές.
«Ένα σπίτι είναι σαν μια ρωσική κούκλα: αν το ανοίξεις θα βρεις ένα άλλο σπίτι και μέσα σε εκείνο ένα άλλο κι ένα άλλο μέχρι που φτάνεις στη μήτρα της μάνας σου στο πρώτο σπίτι που κατοίκησες» Είμαστε μικρά κελύφη που ότι κι αν ζήσουμε ότι κι αν πράξουμε επιστρέφουμε πάντα στην πρώτη μας αγκαλιά;
Η πρώτη αγκαλιά είναι καθοριστική για τις επόμενες. Επιστρέφουμε σε αυτήν είτε ως θέση (για την παρηγοριά και την ασφάλεια) είτε ως άρση (ως κάτι από το οποίο θέλουμε να πάρουμε τις αποστάσεις μας) είτε –και συνηθέστερα– ως το ανάμεσό τους, ως αγωνιώδεις και αναποφάσιστοι ενήλικες.
Κλείνοντας, πως θα μου περιγράφατε το δικό σας ιδανικό σπίτι;
Ως έναν τόπο στον οποίο αισθάνομαι ασφάλεια.
Η Ελένη Κοσμά γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φιλολογία και Συγκριτική Γραμματολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έχει δημοσιεύσει άρθρα, δοκίμια και μεταφράσεις στα περιοδικά Αντί, Εντευκτήριο, Παλίμψηστον, Ποιητική, και στις εφημερίδες Αυγή και Εποχή.
Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Πιερ Πάολο Παζολίνι Οι στάχτες του Γκράμσι και έχει γράψει την εισαγωγή για αυτή την έκδοση (Οροπέδιο, 2016). Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί επίσης η ποιητική της συλλογή «Φιλιά στη γη». Βρείτε το ΕΔΩ.