Γιώργος Χ. Θεοχάρης: «Η μνήμη είναι μήτρα και μοχλός της έμπνευσής μου»

Ο ποιητής και βραβευμένος με τιμητική διάκριση το κρατικό βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας, Γιώργος X. Θεοχάρης, στο νέο του βιβλίο «Δίφορη μνήμη», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις, ανασύρει από την μνήμη του γεγονότα και εικόνες από την ιδιαίτερη πατρίδα του και παραδίδει ένα συναξάρι που αντανακλά μικρές ιστορίες αληθινών ανθρώπων.

Παράλληλα, μοιράζεται μαζί μας τα επόμενα συγγραφικά του σχέδια και την επικείμενη έκδοση του έκτου τόμου της Ανθολογίας Ελληνικών Ποιημάτων.

Το τελευταίο σας βιβλίο «Δίφορη μνήμη» είναι ένα λογοτεχνικό μείγμα αφηγήσεων με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία που διαφοροποιείται από την προηγούμενη συγγραφική σας παρουσία. Πείτε μας δυο λόγια;

Πράγματι το νέο βιβλίο μου μοιάζει να διαφοροποιείται από τα προηγούμενα βιβλία μου, όμως στην ουσία δεν έχει αποστεί από τη βασική σταθερά της γραφής μου, που είναι η Μνήμη. Μήτρα της ποίησής μου είναι η Μνήμη. Μήπως και το βιβλίο μου ιστορικής έρευνας για τη Σφαγή στο Δίστομο από τους Ναζί, δεν είναι οφειλή στη μνήμη των νεκρών; Στη «Δίφορη μνήμη» έχουμε μια παράθεση περιστατικών ζωής από έναν μικρό τόπο της χώρας μας σε διάρκεια ενός, σχεδόν, αιώνα. Μαζί ενυπάρχουν ποιήματά μου που η γραφή τους έχεις αφετηρία της τη ζωή και τα βάσανα της μικρής μου πατρίδας, έτσι όπως η μνήμη έχει δωρηθεί σ’ εμένα βιωματικά, γιατί το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου το οφείλω σε διαμεσολαβημένη μνήμη από αφηγήσεις της μάνας μου.

Τι είναι αυτό που σας έκανε να θέλετε να γράψετε για την ιδιαίτερη πατρίδα σας και μάλιστα όχι με διάθεση μυθοπλασίας, αλλά με ένα πεζό χρονογράφημα;

Το υλικό του βιβλίου στα χέρια ενός καλού πεζογράφου θα γινόταν μυθιστόρημα, είμαι σίγουρος. Όμως εγώ είμαι ποιητής. Ασκούμαι στην ελαχιστοποίηση του απλώματος της αφήγησης και στοχεύω πάντα στην ακαριαία αίσθηση που θα αποκομίσει ο αναγνώστης, στη συγκίνηση που θα λάβει από τον στεγνό λόγο, τον αφτιασίδωτο, εκείνον που γίνεται γροθιά στο στομάχι και λάμα στη φλέβα. Όσο για το γιατί για την ιδιαίτερη πατρίδα μου, μα πιστεύω πως κάθε δημιουργός στη μνημονική στέρνα των παιδικών χρόνων του, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, σκύβει και δροσίζει τη δημιουργική του δίψα.

Στις σελίδες του βιβλίου παρατίθενται καταγεγραμμένα γεγονότα από εφημερίδες της εποχής, φωτογραφίες και φυσικά, μαρτυρίες τόσο δικές σας όσο και της μητέρας σας. Πόσο δύσκολο ήταν να σταχυολογηθούν και να αξιολογηθούν αυτές οι πληροφορίες;

Σε ό,τι αφορά στο υλικό από τις εφημερίδες, πλέον, η αναζήτησή του ήταν / είναι εύκολη υπόθεση, αφού συνεχώς ψηφιοποιούνται αρχεία εφημερίδων. Οι φωτογραφίες αντλήθηκαν από το προσωπικό μου αρχείο καθώς και από τον ιστότοπο του Καλλικρατικού Δήμου Δελφών, όπου ανήκει η Δεσφίνα μου. Οι μαρτυρίες και η συγκέντρωσή τους έγιναν με ηχογραφήσεις της μάνας μου πέντε χειμώνες καθώς μαζεύαμε ελιές, όταν σταματούσαμε να κολατσίσουμε και κάποιες φορές ενώ δουλεύαμε, με αποτέλεσμα κάποτε να ακούγεται η βέργα που τίναζα το λιόδεντρο, ενώ εκείνη, σκυμμένη, μάζευες τον καρπό και διηγούταν, γιατί το δημοσιογραφικό μαγνητοφωνάκι ήταν πάντα σε λειτουργία. Το υλικό είναι πολλαπλάσιο των όσων παρατίθενται στο βιβλίο, φυσικά. Έγινε ξεκαθάρισμα και επιλογή με αυστηρό κριτήριο τη συνεκτικότητα των αφηγήσεων και την πολυποικιλότητα της τελικής σύνθεσης. 

Ο αναγνώστης διαβάζοντας την «Δίφορη μνήμη» βιώνει την μεταφυσική εμπειρία της ζωντανής εξιστόρησης μιας εποχής που ενώ φαντάζει μακρινή μέσα από τις περιγραφές σας μετατρέπεται σε οικεία. Ήταν ο σκοπός σας να διασωθεί η παράδοση μέσα από αυτές τις αφηγήσεις;

Εκείνο που στόχευα είναι να διασωθεί ένα πολύτιμο τεκμήριο κοινωνικής ανθρωπολογίας, από μια γωνιά της ελληνικής επαρχίας που, υπό προϋποθέσεις, αντανακλά χιλιάδες μικρές κοινότητες της χώρας μας εκείνον τον καιρό και φυσικά τις συμπεριφορές των ανθρώπων στις αγροτικές, κλειστές, κοινωνικές συνυπάρξεις. Προφανώς η διάσωση της παράδοσης είναι ζωντανή ανάμεσα στις γραμμές του κειμένου,

Ο λόγος σας είναι ιδιαίτερα άμεσος. Επιλέγετε απλές λογοτεχνικές φόρμες που στο σύνολο τους δημιουργούν μια οικειότητα και μια εμπιστοσύνη μεταξύ συγγραφέα και αναγνωστικού κοινού. Είναι δύσκολο από έναν λιτό λόγο να διατηρηθεί όλος ο πλούτος της γλώσσας μας; -κάτι που καταφέρνετε στα έργα σας-.

Με γοητεύει και στα ποιητικά μου βιβλία η ποιητική πρόζα. Βρίσκω σ’ αυτή τη φόρμα μεγαλύτερη δυνατότητα έκφρασης. Στη «Δίφορη μνήμη» φρόντισα να στεγνώσω τον λόγο από γλυκερές επικαλύψεις, να αποκαθάρω τα κείμενα από ό,τι καλολογικό ψιμύθιο θα μείωνε την ακαριαία αίσθηση στην ανάγνωση. Παραθέτω ξερά τα συμβάντα. Μονάχα στις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις της μάνας μου και του πατέρα μου ανεβάζω, κάπου κάπου το γράδο της συγκίνησης για να προσδώσω έναν τόνο γλυκύτητας στην τραγικότητα της δύσκολης ζωής τους.

Με αφορμή το εν λόγω βιβλίο σας, αλλά και το βραβευμένο με Κρατικό Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας «Δίστομο 10 Ιουνίου 1944» τι ρόλο παίζει η μνήμη για εσάς;

Αναφέρθηκα και πιο πάνω: Η μνήμη είναι μήτρα και μοχλός της έμπνευσής μου. Γράφω με βάση πάντα το βίωμα. Τη μνήμη μεταπλάθω λογοτεχνικά. Η ποίησή μου είναι ανθρωποκεντρική, συνεπώς δεν θα μπορούσε να είναι αληθινή αν δεν πατούσε στη μνήμη, αν δεν μπολιαζόταν με τον πόνο, τον κόπο, το κλάμα, το αίμα, της μνήμης. Αν δεν εξέφραζε τη χαρά, τον πόθο, τον έρωτα των ανθρώπων. Αν δεν λειτουργούσε μέσα στον ανοιχτό χώρο της Φύσης. Γιατί κι η Φύση μνήμη είναι. Η βλάστηση είναι μνήμη του σπόρου, το άνθος είναι μνήμη των χυμών του βλαστού και μνήμη του ήλιου που το γονιμοποιεί. Ο καρπός του δέντρου είναι μνήμη των ιχνοστοιχείων του χώματος είναι μνήμη του ανήλιαγου του Κάτω Κόσμους της ρίζας. Το κλαδί και το μυρωμένο άνθος της γαζίας είναι μνήμη των παιδιών που φιλήθηκαν κι εξομολογήθηκαν τον έρωτά τους κάτω από τα φυλλώματά της. Ο απαλός κυματισμός της θάλασσας είναι μνήμη των κορμιών που αγκαλιάστηκαν από τα νερά της, και μνήμη των ανθρώπων που έμειναν στα αχανή της βάθη. Μα σταματώ εδώ, γιατί παρασύρθηκα σε οίστρο ποιητικό. Η μνήμη, εντέλει, για κάθε δημιουργό είναι ταμιευτήριο γραφής και έμπνευσης. Εκεί το βίωμα τοκίζεται και κάποτε ο γραφιάς ευεργετείται από την είσπραξη του τόκου.

Από το 1988 εκδίδετε το λογοτεχνικό περιοδικό Εμβόλιμον, το οποίο έχει λάβει τιμητική διάκριση των Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων για το σύνολο του έργου του. Ποιο είναι το όραμα σας;

Το Εμβόλιμον δημιουργήθηκε το 1988 από μια ομάδα φίλων εργαζομένων στη βαριά βιομηχανίας, στο Αλουμίνιον της Ελλάδος,. Προέκυψε σαν ανάγκη έκφρασης των ανθρώπων που ζουν σε μια επαρχία μικρή πόλη και δεν έχουν πολλές δυνατότητες να επικοινωνήσουν τα γραπτά τους με τα έντυπα του Κέντρου. Προϊόντος του χρόνου το περιοδικό διέγραψε μια πορεία αξιοπρόσεκτη κι αναγνωρίστηκε η προσπάθειά μας από την λογοτεχνική κοινότητα. Έτσι λοιπόν έχω την τιμή να διευθύνω ένα λογοτεχνικό περιοδικό που κυκλοφορεί αδιαλείπτως για 33 χρόνια και φτάνει σε λίγο τα 100 τεύχη. Ετοιμάζεται τώρα ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Μίλτο Σαχτούρη που εικονογραφεί ο Αλέξανδρος Ίσαρης. Στόχος και όραμά μου να γίνεται το περιοδικό όλο και καλύτερο.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας; Έχετε σκεφτεί το επόμενο βιβλίο σας;

Αυτή την περίοδο ετοιμάζω για έκδοση τον έκτο τόμο της Ανθολογίας Ελληνικών Ποιημάτων του καθημερινού Χαρτοκόπτη μου. Από το 2012 καθημερινά, με την περσόνα του Χαρτοκόπτη, ανεβάζω ένα ποίημα της επιλογής μου με πλήρη βιβλιογραφική τεκμηρίωση, στο Χρονολόγιό μου στο facebook, αξιοποιώντας έτσι αυτό το μέσο υπέρ της Ποίησης. Μ’ αυτό τον τρόπο προέκυψαν 5 τόμοι Ανθολογίας και ο νέος θα κυκλοφορήσει εντός του έτους από τις εκδόσεις Ρώμη της Θεσσαλονίκης.

Κατά τα λοιπά, μια ποιητική συλλογή είναι έτοιμη προς έκδοση, αλλά θα μείνει για ξεσκαρτάρισμα και υφολογική ενότητα 2 χρόνια ακόμη.

Δείτε επίσης