Μανώλης Μαυροματάκης: «Είναι χαρακτηριστικό της φυλής μας να ψάχνουμε για ήρωες»

Ο Μανώλης Μαυροματάκης αυτό το καλοκαίρι είναι ο Λουκής Λάρας. Ένας διαφορετικός ήρωας, ένας άνθρωπος που προσπαθεί να επιβιώσει. Με αφορμή την παράσταση που σκηνοθέτησε ο Λευτέρης Γιοβανίδης μιλήσαμε μαζί του και μάθαμε τα πάντα για το διήγημα του Δημήτριου Βικέλα. Παράλληλα, ο αγαπημένος ηθοποιός μας εξήγησε για πιο λόγο θεωρεί σκουπίδια τα ριάλιτι και μας αποκάλυψε πως ο Λουκής Λάρας θα παιχτεί και τον χειμώνα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. 

Το φετινό καλοκαίρι σας βρίσκει να πρωταγωνιστείτε στο αφήγημα του Δημητρίου Βικέλα «Λουκής Λάρας» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη. Πείτε μας δυο λόγια για τον ομώνυμο ρόλο που ερμηνεύετε

Ο Λουκής Λάρας είναι ένας άνθρωπος που τον παρακολουθούμε να αφηγείται την ζωή του. Ξεκινάει από τότε που ήταν 20 χρονών, το 1821 όπου βρίσκεται με τον πατέρα του στην Σμύρνη, στο εμπορικό τους κατάστημα. Μόλις ξεκινούν οι επιθέσεις των Τούρκων αποφασίζουν να φύγουν για να σωθούν. Φτάνουν στην Χίο, τόπο καταγωγής τους και τους υποδέχονται η μητέρα και οι δυο του αδερφές. Λίγους μήνες μετά αρχίζουν και εκεί να αγριεύουν τα πράγματα. Οι προύχοντες και ο αρχιερέας κρατούνται όμηροι από τους Τούρκους του νησιού και σε λίγο ξεσπάει και η καταστροφή της Χίου που είναι ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα της επανάστασης του ΄21 και μάλιστα είναι από τους λόγους που οι Ευρωπαίοι παρακινήθηκαν και αποφάσισαν να στείλουν βοήθεια στους Έλληνες για να στηρίξουν τον αγώνα τους για ανεξαρτησία. Το νησί θρηνεί, από τις 120.000 κατοίκους οι 40.000 φονεύονται και άλλοι τόσοι περίπου οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Η οικογένεια του Λουκή Λάρα επιζεί, αλλά καταδιώκεται από τους Τούρκους. Τελικά, καταφέρνουν να διαφύγουν προς τις Κυκλάδες με ένα πλοίο ψαριανό. Ιστορικές αναφορές αναφέρουν πως αυτοί που γλίτωσαν ήταν, περίπου, χίλιοι άνθρωποι όλοι και όλοι. Ο Βικέλας τα παρουσιάζει όλα αυτά με ένα ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο, είναι πολύ ωραίο κείμενο. Στο τρίτο μέρος της αφήγησης συναντάμε το κομμάτι της προσφυγιάς. Μια οικογένεια με το ζευγάρι και τρία παιδιά αναγκάζονται να βρουν έναν τρόπο να ζήσουνε. Περιπλανούνται στα νησιά των Κυκλάδων τα οποία ήταν υπό φράγκικη κυριαρχία. Μετά, τον θάνατο του πατέρα, ένα δυνατό σημείο του έργου, ο Λουκής Λάρας καταφέρνει να ζήσει την οικογένεια του κάνοντας τον έμπορο. Όπως, λέει και ο ίδιος εγώ δεν είμαι ήρωας, δεν έχω τα σωματικά προσόντα να πάω να πολεμήσω, αγαπώ την πατρίδα και αυτό ξέρω να κάνω. Αυτή η εξομολόγηση είναι από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του διηγήματος. Στο τέλος με έναν πολύ περίεργο τρόπο έρχεται ο έρωτας και εκεί βλέπουμε μια ανατροπή και μια υπέρβαση. Είναι μια όμορφη ιστορία για το πως καταφέρνει ένας άνθρωπος να επιβιώσει.

Το έργο εντάσσεται στην περίοδο της στροφής της ελληνικής πεζογραφίας στο ρεαλισμό και ειδικότερα στην ηθογραφία. Η γλώσσα είναι κάτι που σας δυσκόλεψε;

Καθόλου, η γλώσσα με ευχαρίστησε πολύ. Είναι μια καθαρεύουσα που προσπαθεί να συνδυάσει τα στοιχεία της λόγιας γλώσσας της εποχής και, πριν το 1870, που γράφτηκε το διήγημα του Δημήτριου Βικέλα με την δημοτική. Η γλώσσα έχει μια μουσικότητα στην οποία εγώ επένδυσα παραπάνω κάνοντας πιο ποιητικό τον λόγο, αλλά με τα ίδια υλικά. Ήθελα να αναδείξω το έμμετρο στοιχείο της, χωρίς, βέβαια, επηρεάσω το ίδιο το κείμενο. Οπότε, όχι μόνο δεν με δυσκόλεψε, αλλά ήταν, ίσως, και το βασικό μου κίνητρο για να πω το ναι σε αυτήν τη υπέροχη δουλειά. Στην αρχή, όταν μου το πρότεινε ο Λευτέρης δίστασα, στην συνέχεια, όμως, η ιδιαιτερότητα της γλώσσας έγινε από τα πιο δικά μου πράγματα.

Φοβηθήκατε, μήπως, η καθαρεύουσα σας περιορίσει εκφραστικά και αισθητικά; Είναι σίγουρα μια γλώσσα με πολύ ενδιαφέρον, αλλά δύσκολο να οικειοποιηθεί.

Θα σας πω το εξής και μιλάω κι από την εμπειρία μου παίζοντας σε μια ταινία τους «Μεταφραστές» όπου ερμήνευα στην γαλλική γλώσσα. Η γλώσσα είναι μια φόρμα, μια μάσκα, όσο πιο έντονη είναι αυτή η μάσκα όσο πιο άγνωστη είναι σε εμάς τόσο πιο πολύ ελευθερία μας δίνεται να κινηθούμε μέσα από το φάσμα της. Όχι, μόνο δεν περιορίζει τα εκφραστικά μέσα, αλλά αφήνει έναν χώρο περισσότερο ελεύθερο για να βγουν πιο καθαρά αυτά τα συναισθήματα. Αυτό είναι κάτι που το είχα διαπιστώσει και παλιότερα συνεργαζόμενους με ξένους σκηνοθέτες πως για να συμπληρώσεις το έλλειμα της γλώσσας που δεν σου είναι οικεία εκφραστικά δίνεις ακόμα πιο πολύ από τον εαυτό σου. Αυτό συμβαίνει και με τον Λουκή Λάρα.

Είστε το μοναδικό πρόσωπο του έργου και σε ρόλο δραματοποιημένου αφηγητή μιλάτε σε πρώτο ενικό. Είναι δύσκολο για έναν ηθοποιό, ακόμα και της δικής σας δυναμικής, να ανταπεξέλθει με σύμμαχο του το κείμενο και 55 καρέκλες;

Έχει και τις δυσκολίες του έχει και τις ευκολίες του. Όταν παίζεις μόνος σου είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού εκείνη την στιγμή. Δεν πρόκειται κάποιος άλλος να σου δημιουργήσει κάποια άλλη συνθήκη την οποία πρέπει εσύ να χειριστείς. Βέβαια, η ανταλλαγή και η αλληλεπίδραση πάνω στην σκηνή είναι δημιουργικός πλούτος. Όσον αφορά την επικοινωνία με τον κόσμο γιατί αναγκάζεσαι έτσι κι αλλιώς να μιλήσεις απευθείας στον κόσμο και αυτό ενέχει έναν πολύ μεγάλο κίνδυνο. Μπορεί να μπεις στην διαδικασία να θελήσεις να γίνεις πολύ αρεστός στο κοινό, να γίνεις δούλος του κοινού. Προσωπικά, και το κάνω σε όλες τις παραστάσεις μου αυτό, είναι κάτι που το ψάχνω στο παίξιμο μου είναι να έρθει το κοινό προς τα εμένα. Να φτιάξω έναν κόσμο στον οποίο θα διεισδύσει σιγά σιγά ο θεατής.

Ο Λουκής Λάρας είναι ένας καθημερινός ήρωας που παρατηρεί τα γεγονότα σχολιάζει, θυμώνει και, ίσως, φοβάται. Είναι ένας από εμάς; Ένας διαχρονικός άνθρωπος;

Ο Λουκής Λάρας είναι ένας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους. Και θα θυμώσει, και θα θελήσει και θα φοβηθεί. Υπάρχει η εντύπωση πως το 1821 όλοι οι άνθρωποι ήταν ζωσμένοι με σπαθιά και όπλα και αφάνιζαν ή αφανιζόντουσαν από τους Τούρκους. Δεν είναι έτσι. Οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούσαν να επιβιώσουν και αυτός είναι ένας άλλος αγώνας. Ο αγώνας για την ίδια την ζωή. Ένας από αυτούς είναι και ο Λουκής Λάρας. Εγώ δε θα τον πω αντιήρωα, τον λέω έναν ήρωα της ζωής ή αν προτιμάτε έναν άνθρωπο της ζωής. Ξέρετε η λέξη ήρωας, ηρωισμός έχει πάρει μια πολύ στραβή ερμηνεία στις ημέρες μας. Είναι χαρακτηριστικό της φυλής μας να ψάχνουμε για ήρωες και να φαντασιωνόμαστε πως είμαστε και εμείς οι ίδιοι μέρος τους. Καμιά φορά δεν χρειάζεται να είμαστε ήρωες, χρειάζεται απλά να συνυπάρξουμε με άλλους ανθρώπους. Μέσα από αυτόν τον μονόλογο προσπαθώ να μιλήσω για το πως μπορεί ένας άνθρωπος να είναι ένας μικρός καθημερινός ήρωας. Ήταν ένας στόχος μου αυτό, να δείξω την ανθρώπινη πλευρά ενός ήρωα και είμαι ικανοποιημένος από αυτό που εισπράττω από τον κόσμο.

Το «Παρουσιάστε» και ο Διοικητής, Θανάσης Σκορδάς αγαπήθηκαν από το κοινό από την πρώτη στιγμή. Επέστρεψε για τα καλά η ελληνική μυθοπλασία στην τηλεόραση;

Η μυθοπλασία είναι κάτι καλό. Από το να βλέπεις τα σκουπίδια και τα ριάλιτι που μας σερβίρουν, σίγουρα είναι προτιμότερη. Οι τηλεθεατές βλέποντάς τα εντοπίζουν το πιο σκοτεινό, το πιο ποταπό κομμάτι του εαυτού τους σε μια τηλεοπτική υπερβολή. Οπότε, αμέσως δικαιολογούν τον εαυτό τους για το ποιοι είναι. Το θέμα, φυσικά, είναι ποια μυθοπλασία, γιατί υπάρχει και η καλή και η όχι καλή. Είναι καλό που έγιναν δουλειές, δόθηκε δουλειά στους ηθοποιούς που έχουν ταλαιπωρηθεί αρκετά. Το ζητούμενο είναι να γίνονται καλές παραγωγές, καλά σενάρια και όχι όλα για το κέρδος. Δυστυχώς, η τηλεόραση είναι φτιαγμένη μόνο για το κέρδος. Βέβαια, έχουμε δείγματα σειρών και εκπομπών σε πολύ υψηλό επίπεδο και συνήθως βγαίνουν και κερδισμένοι οικονομικά. Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει μια προχειρότητα, να κάνουμε αρπαχτή, δεν τους νοιάζει η ποιότητα, να ποντάρουν σε μια καλή δουλειά. Καλύτερα να βάλω τελεία.

Πείτε μου κάτι που σας θύμωσε τελευταία. Που είπατε «Ως εδώ, φτάνει»;

Θυμώνω καθημερινά και αυτό είναι κάτι που με έχει απασχολήσει πολύ. Στοχάζομαι πάνω σε αυτό, γιατί μου συμβαίνει. Ποτέ ο θυμός δεν έχει βγάλει κάτι καλό. Με θυμώνουν πολλά, αλλά προσπαθώ να συγκεντρωθώ σε αυτό που κάνω, δεν τα καταφέρνω πάντα. Ζούμε, όμως, σε μια κοινωνία και σε ένα κράτος που καθημερινά μας αναγκάζει να είμαστε αγανακτισμένοι και θυμωμένοι.

Υπάρχει σκέψη η παράσταση Λουκής Λάρας να μεταφερθεί τον χειμώνα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά;

Ναι, θα παιχτεί από 22 Οκτωβρίου μέχρι τέλη Νοεμβρίου, αν δεν κάνω λάθος.

Κλείνοντας, πείτε μου έναν αγαπημένο στίχο που σας εκφράζει

«-Τι δέντρο είναι αυτό; / -Ιτιά κλαίουσα / -Που είναι τα φύλλα της; / -Πέθαναν. Τέρμα τα δάκρυα…» Από το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ.

«Λουκς Λάρας  – Δημητρίου Βικέλα» με τον Μανώλη Μαυροματάκη
Σκηνοθεσία Λευτέρης Γιοβανίδης
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Επόμενοι σταθμοί30/7 Βόλος (Θέατρο Νέας Ιωνίας), 7/8  Τήνος (Θέατρο στον Κουμάρο) & 19-20/8 Σύρος (Έπαυλη Τσιροπινά)

Δείτε επίσης