Μαριγώ Αλεξοπούλου: «Η τέλεια ελευθερία έρχεται με τον ερχομό της σωστής αγάπης»

Πριν, λίγο καιρό κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή της Μαριγώς Αλεξοπούλου, με τίτλο «Νυχθημερόν» από τις εκδόσεις Πόλις. Μια συρραφή τεσσάρων επιμέρους ενοτήτων που μέσα από μνήμες και προσωπικές διαδρομές μας οδηγούν στην ίδια την δημιουργό. Τι είναι αυτό που φοβούνται, τελικά, οι ποιητές; Μπορεί η ποίηση να μας ελευθερώσει; Κι αν ναι, είμαστε αρκετά γενναίοι για αυτό;

Η νέα σας ποιητική συλλογή φέρει το όνομα «Νυχθημερόν» και είναι διαιρεμένη σε τέσσερις ενότητες. Μιλήστε μας για την καθεμία ξεχωριστά.

Η πρώτη ενότητα είναι αφιερωμένη στον αδερφό, με την έννοια του αδερφού του προηγούμενου, που στοιχειώνει τον καθένα μας κατά την ενηλικίωσή του. Στη δεύτερη ενότητα, στα παιδικά – μητρικά, μεσολαβούν εικόνες για τις πρώτες παιδικές ενθυμήσεις στη σκιά των μεγάλων. Στην τρίτη ενότητα τα τοπία μεταμορφώνονται σε θαλασσινά τοπία με ναυτική ορολογία. Με τον ναυτικό όρο «Αγάντα» τιτλοφορείται το τελευταίο μέρος της συλλογής, το δικό μου εσωτερικό κέλευσμα να δείξω υπομονή. Σαν να λέμε: «Κράτα γερά». Τα ποιήματα της τέταρτης ενότητας γράφτηκαν στις συνθήκες του εγκλεισμού και άρα το «Αγάντα» θα μπορούσε να το απευθύνει ο καθένας από εμάς στον εαυτό του καθώς βιώνει τις συνθήκες τις πανδημίας.

Πού συναντιούνται τα ποιήματά σας και πού χωρίζουν; Αποτελεί το ένα συνέχεια του άλλου;

Το «Νυχθημερόν» έχει ως συνεκτικό ιστό ψυχικά τοπία και μνήμες. Πρόκειται για την
συνάντηση των στίχων με τις εσωτερικές μου εικόνες. Τα ποιήματα αυτά είναι για
εμένα αυτή η συνάντηση, όπως φαίνεται στο εξώφυλλο του βιβλίου που φιλοτέχνησε
ο Γιάννης Ψυχοπαίδης.

Παρατηρούμε πως στο «Νυχθημερόν» επικρατούν ναυτικοί όροι. Λέξεις, όπως, αγάντα, ημερολόγιο καταστρώματος ξεχωρίζουν. Είναι αποτέλεσμα του
εγκλεισμού που ζούμε τον τελευταίο καιρό;

Οι ναυτικοί όροι είναι ένα άνοιγμα προς την ηλεκτρισμένη πόλη, όχι όπως έγραψε γι’ αυτήν ο ποιητής Γιάννης Κοντός, αλλά όπως περνάει μέσα από τις οθόνες μας η σύγχρονη πανδημία, αλλά και της γενικότερης κρίσης με την έννοια του «αναγκαίου καιρού».

Στην αρχή της συλλογή σας αναφέρεστε στους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη «Όμορφη και παράξενη πατρίδα / ωσάν αυτήν που μου ΄λαχε δεν είδα». Θα ήθελα να μου το σχολιάσετε.

Οι στίχοι του Οδυσσέα Ελύτη μου φέρνουν στη μνήμη τον ξενιτεμένο. Η ξενιτειά «αλέθει» τους ανθρώπους κι όπως φαίνεται από τον Όμηρο, το δημοτικό τραγούδι μέχρι και τον Σεφέρη ο ξενιτεμένος που επιστρέφει πρέπει να μας δείξει σημάδια της αναγνωρίσεως, για να γεφυρώσει τον χρόνο της απουσίας του.

«Οι ποιητές μιλάνε όλο για φεγγάρια… φοβούνται μην τους σκοτώσει»Τελικά, τι φοβούνται οι ποιητές;

Στην πραγματικότητα οι ποιητές φοβούνται το τέλος της σιωπής.

Ισχύει πως στην εφηβεία, μαζί με τον αδερφό σας, τριγυρνούσατε στην Αθήνα για να εντοπίστε τα κουδούνια των αγαπημένων σας συγγραφέων;

Ναι, η δική μου διαδρομή στο εργαστήρι της ποίησης ξεκινάει όταν στα 15 μου μαζί με τον αδερφό μου, που με περνάει 7 χρόνια, κοντοστεκόμουν έξω από τα σπίτια αγαπημένων συγγραφέων, όπως της Λούλας Αναγνωστάκη και του Γιώργου Χειμωνά.

Βρήκατε κάποιους από τους συγγραφείς και αν ναι τι κάνατε όταν τους
ανακαλύψατε; 

Η πρώτη μου συλλογή προέκυψε το 2003 («Ποιο γρήγορα απ’το φως») από τις εκδόσεις Κέδρος, οπότε έγινα μέλος της τότε κεδρικής οικογένειας. Έκτοτε η Γενναδείου, έγινε το καταφύγιο των ιδεών μου γιατί εκεί σύχναζαν πολλοί συγγραφείς που υπήρξαν ένθερμοι συμπαραστάτες μου. Ενδεικτικά αναφέρω τον Γιάννη Κοντό, τον Κώστα Παπαγεωργίου και τον Γιώργο Μαρκόπουλο.

Πώς μπορεί η ποίηση να επηρεάσει ή αν θέλετε να αλλάξει την ζωή ενός
ανθρώπου; Και δεν εννοώ μόνο ακαδημαϊκά.

Το εξηγεί με λίγα λόγια ο Δημήτρης Καταλειφός στην πρόσφατη ποιητική του συλλογή, «Συμπληγάδες γενεθλίων» «Η ποίηση είναι ένα ματσάκι στίχοι που ευωδιάζει στα τραπέζια». Όταν δηλαδή φτάσεις κοντά στην ποίηση και την καταλαβαίνεις αλλάζει η αντίληψή σου για τα πράγματα. Γίνεσαι αισθαντικός, ευγενής, ερωτικός, ελεύθερος.

Περιγράψτε μια ιδανικά όμορφη ημέρα σας.

Το βάζο στέκεται στην καρδιά του σπιτιού – λείο, αλαβάστρινο – κρατάει την ουσία του κενού. Η βαθιά συγκίνηση από τη θέα της ομορφιάς που βρίσκεται εύκολα ή δύσκολα στον κόσμο γύρω μου. Κάθομαι σε μια πολυθρόνα, στο κέντρο του πρωινού. Η τέλεια ελευθερία που έρχεται με τον ερχομό της σωστής αγάπης. Χωρίς τα χωριστά δωμάτια. Η ανάγκη να νιώσω συμφιλιωμένη με όλα τα δίπολα και να ενώσω τις ψηφίδες. Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και μπαίνεις εσύ.

Δείτε επίσης