Μάρκος Κρητικός: «Με γοητεύει η ιδέα της μεταφοράς ενός μυθιστορήματός μου στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη»

Ο Μίλτος Οικονόμου επιστρέφει με νέα υπόθεση κι ο Μάρκος Κρητικός, με καταγωγή από την Τήνο, σκιαγραφεί την προσωπικότητα του με όλες τις ρωγμές και τα τραύματα ενός ιδιωτικού αστυνομικού. Ο συγγραφέας γνώστης της αστυνομικής λογοτεχνίας, κι έχοντας στο ενεργητικό του τα μυθιστορήματα Απιστία μετά φόνου (Νεφέλη, 2013), Άρση απαγορευτικού (Νεφέλη, 2014), Δεύτερη εκτέλεση (Νεφέλη, 2016) και Κάνε τον σταυρό σου (Νεφέλη, 2018), εισάγει στον κόσμο του αναγνώστη «τη νουάρ ατμόσφαιρα στα κακόφημα στέκια της νύχτας και το μαύρο χιούμορ του αντιήρωα-πρωταγωνιστή». 

Με αφορμή, λοιπόν, το νέο του μυθιστόρημα, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, μιλήσαμε για τον ήρωα του, «Το μπλουζ της πεταλούδας» και την αστυνομική λογοτεχνία.

Στο τελευταίο σας μυθιστόρημα αφηγείστε την ιστορία του Μίλτου Οικονόμου, τον οποίο είχαμε συναντήσει για πρώτη φορά στο «Κάνε τον σταυρό σου». Μιλήστε μας για τη νέα του περιπέτεια.

Στη νέα περιπέτεια του Μίλτου Οικονόμου, μια φαινομενικά εύκολη υπόθεση παρακολούθησης τον φέρνει αντιμέτωπο με ανθρώπους του οργανωμένου εγκλήματος, οι οποίοι εισβάλλουν αναπάντεχα και με βίαιο τρόπο στην προσωπική του ζωή, όταν ανακαλύπτουν τη μοιραία σχέση του με μια πόρνη, που γνωρίζει πολλά για την παράνομη δράση τους. Μπλουζ της πεταλούδας που εξελίσσεται στην Αθήνα και κορυφώνεται στη Μύκονο, κυριαρχούν η νουάρ ατμόσφαιρα στα κακόφημα στέκια της νύχτας και το μαύρο χιούμορ του αντιήρωα-πρωταγωνιστή, ενώ οι μελαγχολικές νότες της μπλουζ συνοδεύουν την αφήγηση σαν μουσική υπόκρουση κινηματογραφικής ταινίας. Σκοπός μου ήταν να καυτηριάσω με χιούμορ, την αδυναμία του ανθρώπου να κυριαρχήσει στα πάθη του, τη διαφθορά της εξουσίας, τη διαπλοκή της «καλής» κοινωνίας με τον υπόκοσμο και τελικά την πλήρη απαξίωση της ανθρώπινης ζωής που προϋποθέτει το έγκλημα. Επίσης, να σχολιάσω με σαρκαστική διάθεση τις ανθρώπινες συμπεριφορές σε ακραίες καταστάσεις, εκεί όπου χωρίζουν οι δρόμοι της ηθικής και της δικαιοσύνης και η εκδίκηση φαντάζει ως η μοναδική διέξοδος.

Ο Μίλτος Οικονόμου διαθέτει όλα τα στοιχεία ενός κοινότοπου ντετέκτιβ: Αλκοολικός, καταφερτζής, μυστηριώδης, πεισματάρης, αλλά διακρίνεται κι από ένα πανέξυπνο χιούμορ. Τι σας παρακίνησε να τον παρουσιάσετε ξανά στους αναγνώστες; 

Ο καταθλιπτικός και επιρρεπής σε καταχρήσεις ντετέκτιβ, με βασικό στοιχείο της κοσμοθεωρίας του το κυνικό χιούμορ, πρωτοεμφανίστηκε στο σκληρό αμερικανικό αστυνομικό (hard-boiled) πριν από περίπου έναν αιώνα και αποτέλεσε κατά την εξέλιξη του αστυνομικού μυθιστορήματος ένα από τα πιο ισχυρά στερεότυπα, με μεγάλη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό. Η πρόκληση λοιπόν για τον συγγραφέα είναι μέσα από το προσωπικό αφηγηματικό ύφος του να εντάξει αρμονικά τα διαχρονικά χαρακτηριστικά του είδους στις κοινωνικές παραμέτρους και την αισθητική της εποχής στην οποία εξελίσσεται η ιστορία του.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Καθώς ανακαλύπτει νέα στοιχεία για τη νέα του υπόθεση οδηγείται σ’ ένα παράνομο κύκλωμα πορνείας και εμπορίας ναρκωτικών. Είναι η τύχη που του το επέτρεψε ή ικανότητά του; 

Νομίζω τίποτα από τα δύο. Ο Μίλτος Οικονόμου δεν είναι  τυχερός στη ζωή του ούτε επιλύει τις υποθέσεις του στηριζόμενος σε κάποια ευφυή συλλογιστική μέθοδο. Ο τρόπος που ενεργεί βασίζεται στην εμπειρία και την ιδιότυπη ψυχοσύνθεσή του. Από τη μια, γνωρίζει καλά τους κανόνες της νύχτας και τις μεθόδους των παρανόμων, με αποτέλεσμα να μπορεί σε έναν βαθμό να προβλέπει τις κινήσεις τους και να ελίσσεται. Από την άλλη, επειδή βυθίζεται αργά στην κατάθλιψη και αισθάνεται ότι στη ζωή του δεν έχει πια τίποτα να χάσει, αντιδρά παρορμητικά και χωρίς ηθικές αναστολές, στοιχεία που τον καθιστούν απρόβλεπτο και ικανό να αντιμετωπίσει επικίνδυνες καταστάσεις.

Σε ποια ηλικία ξεκινήσατε να γράφετε; Ποιες είναι οι επιρροές σας;

Αν και η σχέση μου με το βιβλίο, ως αναγνώστη, ήταν πολύ στενή από την εφηβεία μου, η συγγραφή δεν με είχε απασχολήσει μέχρι κάποιο βράδυ, περίπου δέκα χρόνια πριν -σε ηλικία σαράντα ετών-, όταν ξεκίνησα να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα, μάλλον ως μια αυθόρμητη εσωτερική ανάγκη, πάρα ως μια υπό επεξεργασία σκέψη, που ωρίμασε εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Γενικά δεν διαβάζω μόνο αστυνομικές ιστορίες, αλλά και έργα κλασικής και σύγχρονης -κυρίως μεταφρασμένης- λογοτεχνίας, με ποικίλη θεματολογία. Αποφάσισα όμως να γράψω αστυνομικό για την αίσθηση της τάξης που διακρίνει το είδος μέσα στο χάος της λογοτεχνίας, όπως πολύ εύστοχα έχει πει ο Μπόρχες. Ήθελα δηλαδή να έχω μια υπόθεση εργασίας προς διεκπεραίωση, ένα έγκλημα που θα οδηγήσω στην εξιχνίασή του, με λογικά βήματα. Οι επιρροές μου προέρχονται κυρίως από το σκληρό αμερικανικό αστυνομικό. Με συναρπάζουν η νουάρ ατμόσφαιρα της εποχής, η ιδιαίτερη ψυχοσύσταση των σκληροτράχηλων ντετέκτιβ και ο καθοριστικός ρόλος μοιραίων γυναικών στην εξέλιξη της πλοκής. Φυσικά δεν με αφήνει αδιάφορο και η σύγχρονη κοινωνικοπολιτική διάσταση του μεσογειακού νουάρ.

Η αστυνομική λογοτεχνία προσφέρεται για σενάριο στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση. Σας γοητεύει ως ιδέα;

Δεν νομίζω ότι υπάρχει συγγραφέας που να μην τον γοητεύει η ιδέα της μεταφοράς ενός μυθιστορήματός του στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη. Δυστυχώς στην Ελλάδα σπάνια παρουσιάζονται τέτοιες ευκαιρίες. Στο εξωτερικό, η μεγάλη δημοφιλία των συνδρομητικών διαδικτυακών υπηρεσιών ψυχαγωγίας ωθεί πολλούς συγγραφείς σε μια ιδιότυπη σεναριακή γραφή, με σκηνοθετικά τεχνάσματα και ευκολίες, που να εξυπηρετεί  την πιθανή  διασκευή του έργου τους σε  τηλεοπτική σειρά, από την οποία θα προκύψει διεθνής αναγνώριση με ανάλογα οικονομικά οφέλη. Το στοιχείο αυτό διαμορφώνει μια παγκόσμια τάση στην οπτική και τον τρόπο γραφής του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος, που όμως λειτουργεί σε βάρος της αφηγηματικής οικονομίας και της λογοτεχνικότητας του κειμένου.

Υπάρχουν ομοιότητες, κοινές αναφορές στον Μάρκο Κρητικό και τον Μίλτο Οικονόμου;

Κάθε συγγραφέας έλκεται ασυνείδητα από βιωματικά στοιχεία γιατί έχει τη γνώση και την εμπειρία να τα μεταφέρει πειστικά στο χαρτί. Υπό αυτή την έννοια πάντα μπορεί να ανιχνεύσει κανείς ομοιότητες του συγγραφέα με τον ήρωά του. Τι είναι όμως βιωματικό και τι όχι; Δεν επηρεάζεται από την υποκειμενικότητα του ίδιου του αφηγητή; Ο Μίλτος Οικονόμου έχει ομοιότητες με τον Μάρκο Κρητικό ή μήπως έχει ομοιότητες με αυτό που νομίζει ότι είναι ο Μάρκος Κρητικός; Ή τελικά έχει ομοιότητες με αυτό που θα ήθελε να ήταν ο Μάρκος Κρητικός; Ο Μπέκετ είχε πει ότι όλα είναι αυτοβιογραφικά και δεν είναι αυτοβιογραφικά, για να τονίσει τα μη διακριτά όριά τους, ακόμα και από τον ίδιο τον συγγραφέα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Μάρκος Κρητικός και ο Μίλτος Οικονόμου θα μπορούσαν να κάθονται στο ίδιο μπαρ, να απολαμβάνουν το ίδιο καπνιστό απόσταγμα, να χαλαρώνουν στους μελαγχολικούς ρυθμούς της μπλουζ μουσικής και να συζητάνε για λογοτεχνία.

Γιατί πιστεύετε ότι τα τελευταία χρόνια ανθίζει η αστυνομική λογοτεχνία; 

Οι κοινωνικές αντιθέσεις και οι ακραίες πολιτικές θέσεις, που αναμφισβήτητα χαρακτηρίζουν την εποχή μας, είναι γνωστό ότι αυξάνουν την εγκληματικότητα. Η εγκληματικότητα όμως  είναι το κατεξοχήν αντικείμενο της αστυνομικής λογοτεχνίας. Παρουσιάζει λοιπόν το συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι άλλων λογοτεχνικών ειδών να καταδεικνύει άμεσα και με ρεαλιστικό τρόπο τα κοινωνικά και πολιτικά αίτια που την προκαλούν, στοιχείο που διευρύνει τα όρια του αστυνομικού μυθιστορήματος, προσδίδοντάς του χαρακτηριστικά επίκαιρου κοινωνικού μυθιστορήματος. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα νέοι αναγνώστες να προσεγγίζουν το είδος, πέραν αυτών που απλά απολαμβάνουν το σασπένς μιας αστυνομικής περιπέτειας ή τη συμμετοχή στη λύση ενός αστυνομικού μυστηρίου.

Πώς βιώσατε την περίοδο της καραντίνας, της πανδημίας που συνεχίζει με ακραίους ρυθμούς, της επιλογής του υπουργείου Πολιτισμού να βάλει στον πάγο την τέχνη; Σας επηρέασε ή σας επηρεάζει ακόμη αυτή κατάσταση;

Με επηρέασε και με επηρεάζει ακόμη όπως όλους μας. Μερικές φορές νιώθω σαν να βρισκόμαστε μπροστά σε απευκταία σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Την περίοδο της καραντίνας, παρότι είχα στη διάθεσή μου πολύ περισσότερο χρόνο, δεν ήμουν καθόλου παραγωγικός ούτε συγγραφικά ούτε αναγνωστικά. Θα έλεγα ότι περιέπεσα σε μια αδράνεια που στον πυρήνα της είχε την κατάθλιψη του εγκλεισμού. Όσο για τον πάγο στην τέχνη, είναι πολύ λυπηρό, αλλά δεν νομίζω ότι εξέπληξε κανέναν. Το τραγικό είναι ότι η τέχνη στη χώρα μας είναι παραγκωνισμένη ακόμα και σε κανονικές συνθήκες, χωρίς καμία θεσμική μέριμνα για έργα, δημιουργούς και  κοινό. Να θυμίσω ότι το βιβλίο δεν θεωρήθηκε είδος πρώτης ανάγκης την περίοδο των κοινωνικών περιορισμών, δυσκολεύοντας σε κάποιους την πρόσβαση σε αυτό, αντί η μοναχικότητα της ανάγνωσης να προβληθεί ως το πιο υγιές μέσο  για την τήρηση των μέτρων προστασίας.

Αν είχατε να προτείνετε ένα βιβλίο που διαβάστε πρόσφατα ποιο θα ήταν αυτό;

Θα πρότεινα «Τα πουλιά της Μπανγκόκ» του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, ίσως του πιο εμβληματικού συγγραφέα του μεσογειακού νουάρ, στη νέα έκδοση που κυκλοφόρησε μέσα στο καλοκαίρι από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Πρόκειται για ένα πρωτίστως λογοτεχνικό νουάρ όπου ο σπουδαίος στιλίστας της γραφής εναλλάσσει περίτεχνα στο πρώτο πλάνο της αφήγησης την εξέλιξη του αστυνομικού μύθου με τη μυστηριώδη ατμόσφαιρα και τις ιδιαιτερότητες της ασιατικής κουλτούρας και τις πολιτικές, κοινωνικές αλλά και γαστριμαργικές(!) ανησυχίες του, συνθέτοντας ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον θρυλικό ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, έναν από τους πιο απαιτητικούς ήρωες της αστυνομικής λογοτεχνίας.

Να περιμένουμε ακόμα μία ιστορία του Μίλτου Οικονόμου;

Δεν μπορώ να σας πω τίποτα, αν δεν το συζητήσω πρώτα με τον ίδιο.


Η φαινομενικά ακίνδυνη παρακολούθηση μιας φοιτήτριας από τη Σαντορίνη οδηγεί τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Μίλτο Οικονόμου στα ίχνη ενός σκοτεινού κυκλώματος ναρκωτικών και πορνείας. Αδίστακτοι εγκληματίες εισβάλλουν αναπάντεχα στη ζωή του όταν μαθαίνουν τη σχέση του με μια πεταλούδα της νύχτας που γνωρίζει πολλά για την παράνομη δράση τους. Αυτό που ίσως αγνοούν είναι ότι ποτέ δεν πρέπει να τα βάζεις με κάποιον που δεν έχει τίποτα να χάσει.
Στη νέα υπόθεση του Μίλτου Οικονόμου, που εξελίσσεται στην Αθήνα και κορυφώνεται στη Μύκονο, κυριαρχούν η νουάρ ατμόσφαιρα στα κακόφημα στέκια της νύχτας και το μαύρο χιούμορ του αντιήρωα πρωταγωνιστή, ενώ οι μελαγχολικές νότες των μπλουζ συνοδεύουν την αφήγηση σαν μουσική υπόκρουση κινηματογραφικής ταινίας.

Βρείτε το βιβλίο ΕΔΩ.