Μιχάλης Καλαμπόκης: Θέλω να κάνω έντιμες παραστάσεις

Ο Μιχάλης Καλαμπόκης μετά την πετυχημένη πορεία των «Τρελών της Βαλένθια» του Λόπε ντε Βέγκα, που παρουσιάστηκαν επί δύο χρόνια, επανέρχεται με την «Δωδέκατη Νύχτα» και στήνει στο ανακαινισμένο θέατρο της Αθηναϊκής Σκηνής στην Ακρόπολη ένα τσίρκο. Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός μας μίλησε για το έργο, τη δυσκολία του να κατέχεις πολλούς ρόλους στο θέατρο αλλά και για την δεύτερη επαγγελματική του ιδιότητα, αυτή της ψυχολογίας.

Κύριε Καλαμπόκη, φέτος καταπιάνεστε με το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ «Δωδέκατη νύχτα». Πως προέκυψε η ιδέα για το ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου;
Στη μέχρι τώρα πορεία μου τόσο σαν ηθοποιός, όσο και σα σκηνοθέτης έχω καταπιαστεί πολλές φορές με τέτοια έργα και ρόλους, όπως ο Άμλετ, ο Εδουάρδος ο Β’. Με τη ‘’Δωδέκατη νύχτα’’ συνέβη κάτι υπέροχο. Μόλις αποφοίτησα από τη σχολή του Εθνικού με εμπιστεύτηκε στο ρόλο του Τρελού Φέστε ένας σημαντικός σκηνοθέτης ο Νίκος Χαραλάμπους για καλοκαιρινή περιοδεία που συμμετείχε και στο Φεστιβάλ Αθηνών. Από αυτές τις μεγάλες περιοδείες που με έκαναν να γνωρίσω όλη την Ελλάδα. Ο ρόλος αυτός αποτέλεσε σταθμό στην πορεία μου καθώς με σύστησε λίγο παραπάνω στο κοινό αλλά και στους ανθρώπους του Θεάτρου. Σε κάθε θέατρο που παίζουμε σε περιοδεία όταν τελειώνει η παράσταση έχω τη συνήθεια, αν με ‘’γέμισε’’ ο χώρος να λέω ‘’εδώ θα ξαναέρθω!’’. Όταν λοιπόν τότε τελείωσε η τελευταία παράσταση, για πρώτη φορά είπα μικρός ακόμα ‘’αυτό το έργο θα το ξανακάνω σκηνοθετώντας το’’ .  Και τώρα αρκετά χρόνια αργότερα, έχοντας τη δική μου θεατρική στέγη μου δόθηκε η ευκαιρία να επανέλθω με μια νέα ανάγνωση που την επεξεργαζόμουν ωστόσο χρόνια, με έναν ιδανικό θίασο, κρατώντας την ίδια μαγευτική μουσική του Μιχάλη Χριστοδουλίδη και εμένα στον ίδιο ρόλο κάτι που είναι ιδιαίτερα συγκινητικό. 

Μια μασκαράτα για τον έρωτα και τη φάρσα. Η απόφαση σας να δημιουργήσετε μια ροκ εκδοχή τσίρκου είναι και η απάντηση του άλλο το «φαίνεσθαι» κι άλλο το «είναι»;
Η Ελισαβετιανή εποχή και το ρεπερτόριό της είναι άγρια. Τα πάθη, οι πόθοι, οι εκδηλώσεις του έρωτα από γραφής είναι έντονα. Εντάσεις σχεδόν Διονυσιακές που έχουν άμεση συνέχεια με την έννοια της μασκαράτας, του καρναβαλιού, του ξέφρενου. Στο έργο αυτό έχουμε δύο μορφές ξέφρενης εκτόνωσης: Είτε με την εκδήλωση του έρωτα όταν κάποιος κεραυνοβοληθεί, είτε με την ανάγκη κάποιων να σπάσουν πλάκα, όσο ακραία κι αν είναι. Το Διονυσιακό στοιχείο επιβίωσε. Πέρασε σε άλλες κουλτούρες με είδη Θεάτρου όπως η κομέντια ντελ άρτε, το καρναβάλι, οι χοροί, η μουσική, το τσίρκο. Χριστούγεννα και απόκριες μαζί. Τσίρκο, κλόουν και μασκάρεμα μαζί. Έτσι έστησα ένα Λουνα παρκ με εξωστρέφεια αλλά και φανερές πινελιές ρεαλισμού όταν οι ήρωες χάνουν τον κόσμο. Αυτό το παιχνίδι βρίσκεται πάντα στην απόδοση των αναγνώσεών μου. Η εναλλαγή υποκριτικών μορφών και ρευμάτων τέχνης για να εξυπηρετήσουν το στόχο. Κατασκευάστηκε λοιπόν στο ανακαινισμένο θέατρο της Αθηναϊκής Σκηνής, ένα τσίρκο, ένα πανηγύρι με Ελισαβετιανά ακούσματα που για να υπογραμμιστεί η ένταση συνυπάρχουν με το σπάσιμο της ροκ αισθητικής. Αναφορικά στο ‘’φαίνεσθαι’’ το λέει και στο κείμενο. ‘’Νομίζετε ότι είστε κάτι άλλο από αυτό που είστε’’. Οι ήρωες κρύβονται σε μια περσόνα που έχουν φτιάξει. Χτυπημένοι όμως από την ανάγκη τους να ξεδώσουν βρίσκονται μετέωροι στο στάδιο, όπως λέει και η Ψυχολογία Γκεστάλτ, της ανισορροπίας, για να φορέσουν λόγω κωμικότητας μια νέα μάσκα τρελού αποφεύγοντας έτσι την εσωτερική ρήξη. Από τον ψευδο-εαυτό, το ταξίδι προς την αυθεντικότητα με ενδιάμεσα εμπόδια τις μάσκες που βολεύουν.  Και τελικά οι λογικοί φαντάζουν πιο τρελοί από τον στιγματισμένο τρελό που λέει τα πιο λογικά αποφθέγματα.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπορούμε ακόμα να θεωρούμε αυτονόητο στην σημερινή πραγματικότητα για το αν  χωρά η ποιητική δύναμη του Σαίξπηρ; Γίνεται επίκαιρος ή εσείς γίνεστε επίκαιρος παρουσιάζοντας τον;
Η αγάπη μου για το ποιητικό ρεπερτόριο είναι γνωστή. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν έχω παίξει σαν ηθοποιός ή δεν έχω καταπιαστεί σα σκηνοθέτης με σύγχρονα έργα. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα παρουσιάζονται ολοένα και λιγότερα έργα αυτού του κλασσικού είδους. Τους λόγους τους αποδίδω αρχικά στην οικονομική κρίση. Χωρίς επιχορηγήσεις, με φορολόγηση που αγγίζει ακραία ποσοστά δεν είναι δυνατό να ανεβαίνουν τέτοιες παραγωγές με πολυμελείς θιάσους, ακριβά κοστούμια, σκηνικά κτλ. Άλλος λόγος είναι η σύνδεση του κλασσικού και ποιητικού με παλαιότερες φόρμες σκηνοθεσίας και υποκριτικής απόδοσης. Η ποιητική δύναμη των κλασσικών κειμένων σε μεγάλο ποσοστό είναι πάντα επίκαιρη. Γι’ αυτό και αναγνωρίζω μια, αργή αλλά ταυτόχρονα σημαντική επιστροφή αρκετών στα έργα αυτά. Όποιος καταπιάνεται με το κλασσικό δεν είναι δεδομένο ότι είναι και ‘’παλιός’’. Η Αθηναϊκή Σκηνή και πιο συγκεκριμένα εγώ μέσα από τις σκηνοθεσίες μου σε τέτοια έργα, έχω σα στόχο την έρευνα των κειμένων.  Τη μελέτη βάσεων σκηνοθεσίας, τη συνύπαρξη ρευμάτων τέχνης και υποκριτικής απόδοσης με σκοπό την ανάδειξη της κατάστασης, της ψυχοσύνθεσης του κάθε ρόλου αλλά και την ανάδειξη του ίδιου του έργου. Μου φαίνεται περίεργο όταν ακούω θεατές να λένε ότι ‘’καταλάβαμε’’ το έργο. Ότι και να κάνεις σα σκηνοθέτης, θέση μου είναι ο θεατής αυτονόητα να καταλάβει τί συμβαίνει, μή μένοντας μόνο στη φόρμα ή στην ιδέα αν βέβαια χρησιμοποιείς το κείμενο κάποιου συγγραφέα. Αντιλαμβάνομαι ότι αυτά τα έργα κρύβουν παγίδες και μπορούν να σε χαντακώσουν αν δε βρεις όλες τις ‘’λακούβες’’. Θέλω να κάνω έντιμες παραστάσεις. Με ανάδειξη του ηθοποιού, των ευρημάτων μου καθώς και της σκηνοθετικής και υποκριτικής τεχνικής που προτείνω, η οποία μου δίνει κλειδιά για να ανοίξω τις αντίστοιχες πόρτες και να απευθυνθώ στο κοινό. Αναφορικά στον όγκο της παραγωγής. Πιστεύω ότι αν κάθε Θέατρο αντί για μεγάλο αριθμό παραγωγών κάθε χρόνο, έκανε λιγότερες, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις ανάγκες καί τέτοιων έργων. Εγώ έτσι κάνω. Μιλάω όταν έχω κάτι να πω, γιατί αλλιώς συμβάλλω σε πολυλογία. Κάνω λίγες παραγωγές το χρόνο για να δοθώ σε αυτές τόσο καλλιτεχνικά όσο και εξυπηρετώντας τις ανάγκες της παραγωγής χωρίς να κάνω ‘’ψαλιδίσματα’’ που μπορεί να διώξουν το κοινό από την Τέχνη μας. Και όταν στοχεύω σε μια παράσταση αφοσιώνομαι πολύ καιρό και με λεπτομέρεια που χρειάζομαι για να αποδώσω την πρότασή μου. Υπάρχουν αξιόλογα σύγχρονα έργα που ‘’μιλούν’’. Κάποια με τυραννούν και έχω στόχο να τα αγγίξω. Το παιδάκι όμως που είναι μέσα μου, πάντα μου θυμίζει την αγάπη μου για αυτά τα κείμενα που πλέον έχω τη χαρά να είναι πολλά στην καριέρα μου, είτε πρόκειται για αναγεννησιακά, είτε για έργα Αρχαίας Τραγωδίας. 

Έχοντας χτίσει την προσωπική σας κατεύθυνση ως προς την επιλογή των Αναγεννησιακών έργων κι όχι μόνο. Τι είναι αυτό που σας προκαλεί αυτή την έλξη;
Η ‘’Δωδέκατη νύχτα ‘’ είναι από τα πρώτα έργα του Σαίξπηρ που διάβασα, μικρός ακόμα. Θυμάμαι να φαντάζομαι το πλοίο που ναυαγεί, τις τρέλες του Φέστε, τα Ελισαβετιανά τραγούδια, τους έρωτες, τις ξιφασκίες, τα παλάτια. Ο Μεσαίωνας και η Αναγέννηση αποτελούσαν αισθητικά πάντα τις φανταστικές μου βάσεις στα παιχνίδια μου και ίσως αργότερα και ένα σημαντικό λόγο να ασχοληθώ με το Θέατρο και τη Σκηνοθεσία. Έτσι μπορώ να ζω αυτές τις εποχές μέσα από αυτά τα έργα. Επιπλέον, μέσα από την έρευνά μου στη σκηνοθεσία και την υποκριτική σαν καθηγητής Ψυχολογίας και υποκριτικής στην Ανώτερη Δραματική Σχολή της Αθηναϊκής Σκηνής που δημιούργησα πριν από αρκετά πλέον χρόνια , έχω δομήσει μια αισθητική και ένα συγκεκριμένο τρόπο προσέγγισης που παντρεύει τη φόρμα του συμβολισμού με τη σκιαγράφηση της ψυχοσύνθεσης. Σα να τα έχω ‘’σπάσει’’ με το ρεαλισμό! Για να μη παρεξηγηθώ, χρησιμοποιώ το ρεαλισμό για να φωτίσω καταστάσεις αλλά η βάση μου είναι καθαρά πιο συμβολική. Επεξεργάζομαι την αλήθεια μέσα από κάθε μορφή απόδοσης. Τόσο ρεαλιστικής όσο και πιο ονειρικής. Το ποιητικό ρεπερτόριο μου δίνει μεγάλο εύρος να ακουμπήσω την αισθητική και την τεχνική που προτείνω σαν καλλιτέχνης. Για τη δική μου γενιά ηθοποιών ήταν δύσκολη η μετάβαση στην έρευνα. Γιατί και οι προσλαμβάνουσες που είχαμε ήταν για χρόνια κατεστημένες και κάποιες από αυτές παρωχημένες αλλά και η διδαχή μας ήταν προϊόν εμπειρικής διδασκαλίας. Έτσι μάθαμε μετέπειτα με την πρόσμιξή μας με άλλους καλλιτέχνες, με την επαφή μας με το εξωτερικό αλλά κυρίως με την ενασχόλησή μας με μεθόδους.

Αριστούχος απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και αριστούχος και υποψήφιος Διδάκτορας Κλινικής Ψυχολογίας του τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Αισθάνομαι πως η τελειότητα ή προσπάθεια προς την τελειότητα είναι αυτό που σας καθορίζει και ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο. Μια αρνητική κριτική μπορεί να ταράξει την ισορροπία σας;
Η Ψυχολογία και η επαγγελματική μου ενασχόλησή μου σαν Ψυχοθεραπευτής από τη μία και η Υποκριτική και η μελέτη της Σκηνοθεσίας από την άλλη. Στα ναρκισσιστικά χρόνια της μετεφηβείας μου όλα που έκανα φώναζαν ότι ‘’μπορώ να τα κάνω και τα δυο ταυτόχρονα’’. Δεν επέτρεπα καμιά κρίση πάνω σε αυτό. Αγώνες να αποδείξω τη χρηστικότητα της επιστήμης στην Τέχνη σε μια εποχή που το μοτίβο ήταν να σπουδάζεις ένα αντικείμενο. Αγώνες να εντάξω σα νέος σχολάρχης την Ψυχολογία σα μάθημα στις Δραματικές σχολές της Ελλάδας σε μια εποχή που ήμουν από τους πρώτους ηθοποιούς που είχαν σπουδάσει Ψυχολογία. Δεν ανακάλυψα την Πενικιλίνη!. Στο εξωτερικό αυτά συνέβαιναν χρόνια! Αλλά στην Ελλάδα δυστυχώς κάπως τα πράγματα βαίνουν με πιο αργούς και δύσκαμπτους ρυθμούς. Και αυτή η ορμή με οδηγούσε σε δικαιώσεις.
Τελικά τώρα αντιλαμβάνομαι ότι όντως δεν επρόκειτο για ναρκισσισμό αλλά για μια ψυχαναγκαστική ανάγκη μου να αποδείξω. Ότι όταν πλάθεις ρόλους πρέπει να γνωρίζεις πώς λειτουργεί ο άνθρωπος. Όταν κατασκευάζεις κόσμους, πρέπει να γνωρίζεις πώς λειτουργεί το θέαμα στο θεατή. Είμαι τελειομανής. Αυτά τα θεωρώ προτερήματα για το επάγγελμα του Σκηνοθέτη αλλά και του Παραγωγού. Είχα την τύχη να με εμπιστευτούν σημαντικοί σκηνοθέτες με το που βγήκα από τη σχολή και να με αφήσουν στα βαθειά με ρόλους ρεπερτορίου που φαντάζουν βουνό. Κυρίως όμως με έμαθαν να μην περιμένω τον καλό λόγο και να μπορώ, να καταλαβαίνω από μόνος μου αν αυτό που κάνω είναι καλό ή όχι. Δύσκολο. Ειδικά όταν σαν καλλιτέχνες διψάμε για επιβεβαίωση μέχρι να πεθάνουμε. Δε με πειράζει η αρνητική κριτική. Χαίρομαι που η Αθηναϊκή Σκηνή έχει πια έναν κόσμο που την ακολουθεί και προσπαθώ βήμα βήμα αυτό το κοινό να το ανοίγω. Σίγουρα επιζητώ την αναγνώριση της δουλειάς μου, στην οποία πιστεύω με θρησκευτική εμμονή. Αυτό που με ενοχλεί κυρίως είναι ότι πλέον σπανίζουν οι ορθές κριτικές. Και όταν λέω ορθές δεν εννοώ οι καλές. Μια κριτική πιστεύω ότι πρέπει να λαμβάνει υπόψιν τί ήθελα να κάνω σα σκηνοθέτης και αν το πέτυχα. Και εάν το πέτυχα, αν αυτό πέρασε στο κοινό. Σαν ηθοποιός αν εξυπηρέτησα το όραμα του σκηνοθέτη και κυρίως αν η τεχνική μου μπορεί να αγγίξει το κοινό. Όλα τα άλλα είναι πολιτική, αστεράκια και διαδικασίες επιρροής που επηρεάζουν μάζες. Το ‘’μου άρεσε’’ ή ‘’δε μου άρεσε’’ πιστεύω ότι πρέπει να βρίσκεται στον επίλογο μιας εμπεριστατωμένης θέσης απέναντι στο τι είδε ο καθένας. Με το που θα ακούσω κάτι θετικό θα χαρώ. Με το αρνητικό, θα στεναχωρηθώ ίσως αυτόματα – χαζά-  να εκνευριστώ, αλλά μετά, θα προσπαθήσω πριν πετάξω αυτή την κριτική να δω αν μπορώ να αποκομίσω κάτι. Δεν έχω φτάσει σε τέτοιο σημείο αυτογνωσίας που να μην επιζητώ το θετικό. Στη φάση που είμαι ξέρω να διαχειρίζομαι την κριτική και να αντιλαμβάνομαι αν είμαι ο ίδιος ικανοποιημένος από αυτό που δημιούργησα. Σα μεγαλώνοντας να μη με νοιάζει τόσο αν αρέσω αλλά αν είμαι εγώ ικανοποιημένος και ακολούθως αν θα ικανοποιηθούν και άλλοι.

Υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες, όταν ένας καλλιτέχνης κρατά ρόλους σκηνοθέτη και ηθοποιού; 
Πάρα πολλές. Σαν ηθοποιός περνάς πολύ καιρό μέχρι να ‘’αχνοδείς’’ από μακριά τον ήρωά σου. Σα σκηνοθέτης αφοσιώνεσαι στο να πλάσεις το όραμά σου. Και τα δύο ταυτόχρονα ή θα οδηγήσουν στο να αφήσεις κάτι από τα δύο στην άκρη ή να πρέπει να έχεις κάνει μεγάλη προεργασία. Εγώ προσπαθώ όταν βρεθώ στην πρώτη ανάγνωση με το θίασό μου να ξέρω τί θέλω να μεταδώσω, ποιό είναι το όραμά μου και να είμαι ξεκάθαρος στους ηθοποιούς μου. Αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι τους φυλακίζω. Σαν ηθοποιοί νιώθουμε πιο ελεύθεροι όταν ο σκηνοθέτης είναι συγκεκριμένος με μια ελευθερία που έχει όρια που δεν μπορούν να σε πετάξουν. Μέσα σε αυτά τα όρια μετά ερευνούμε. Έτσι φροντίζω η προεργασία μου να ξεκινά αρκετούς μήνες πιο πριν, ειδικά αν αυτό που θέλω να προτείνω είναι περίπλοκο ή αν πρόκειται για μεγάλη παραγωγή. Στη Δωδέκατη νύχτα πριν να πρωτοσυναντηθώ με τους ηθοποιούς ήδη μέτρησα δύο με τρεις μήνες προεργασίας. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μια φράση που κρατάτε από την «Δωδέκατη νύχτα»; Από τον αγαπημένο μου Τρελό Φέστε που υποδύομαι. Του αναφέρει η Βιόλα: Σε κατάλαβα, είσαι ο τρελός της Λαίδης Ολίβια. Η απάντησή του: Δεν είμαι ο τρελός της. Είμαι ο διαστρεβλωτής  των λέξεών της.

Κλείνοντας, αν δεν ήταν το θέατρο ή η ψυχολογία, τι άλλο θα ήταν;
Νιώθω ευλογημένος που κατάφερα να ζω από αυτά που σπούδασα και που ήθελα να σπουδάσω και ταυτόχρονα να ασχολούμαι καθημερινά με το όνειρό μου. Δεν μπορώ να με φανταστώ να ασχολούμαι με κάτι άλλο και να προσπαθώ με το ίδιο πάθος να είμαι καλός.  Να μη δημιουργώ κόσμους και χαρακτήρες ή να μη βοηθώ ανθρώπους. Να μη διδάσκω Θέατρο ή Ψυχολογία. Για να απαντήσω όμως θα πω ότι επειδή με γεμίζει πολύ να ταξιδεύω και να κάνω μικρές ή μεγάλες εκδρομές, ζηλεύω – σχεδόν ‘’μισώ’’- κάποιους τυχερούς που παρουσιάζουν εκπομπές ταξιδεύοντας. 

Info: Η «Δωδέκατη νύχτα» από 22 Φεβρουαρίου και κάθε Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 20:00 στο Θέατρο «Αθηναϊκή Σκηνή» (Αθ. Διάκου και Τζιραίων 13 (έξω από το μετρό Ακρόπολης) / 2109222300)