Τζίμμυ Κορίνης: «Τόλμησα κάτι που δεν έχει τολμήσει άλλος συγγραφέας. Έγραψα την αυτοβιογραφία μου»

Μια απολαυστική κουβέντα, που θα μπορούσε να κρατήσει ώρες ολάκερες με τον ακούραστο -μοναδικό στο είδος του -πολυγραφότατο-συγγραφέα-εκδότη-σεναριογράφο,Τζίμμυ Κορίνη. Πατριάρχη της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας, με αφορμή το τελευταίο απίθανο νουάρ του «Η σειρά σου να πεθάνεις!», που διαβάζεται απνευστί.

Κε. Κορίνη πώς να χωρέσει μια τόσο κινηματογραφική ζωή μέσα σε λίγες λέξεις; Nα μιλήσουμε με τίτλους για οικονομία χώρου;
Θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο λακωνικός γίνεται!

Η πρώτη σας ιστορία γράφτηκε στα 14 σας;
Η πρώτη ολοκληρωμένη ιστορία, για την οποία πληρώθηκα κανονικά, δι αντιπροσώπου, βέβαια, επειδή εγώ φορούσα ακόμα πανταλόνια γκολφ και ντρεπόμουν να πάω στον εκδότη.

Από τα 17 αρχίζει η πρώτη σχέση σας με την θρυλική Μάσκα;
Το 1954. Η «Μάσκα» είχε κλείσει με ζημιά, αλλά ο Απόστολος Μαγγανάρης που είδε τον δικό μου ενθουσιασμό και άκουσε τις γνώσεις μου περί το είδος, αποφάσισε να την εκδώσει ξανά, με την αφεντιά μου στην πρώτη γραμμή. Πρώτη μου ιστορία μια περιπέτεια του Λέμυ Κώσιον, που έγινε θρύλος.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στο τιμόνι της λίγα χρόνια μετά για 11 χρόνια;
Ύστερα από 5 χρόνια θητείας στο «Μυστήριο», το αντίπαλο δέος τής «Μάσκας», όπου έγραφα (ανώνυμα) γύρω στις 45 σελίδες κάθε εβδομάδα, σε 200 τεύχη. Αστρονομικός αριθμός λέξεων,

Ακολουθούν Φαντασία, Πρώτο, Φαντάζιο, Μπουκέτο και άλλα διάσημα περιοδικά της εποχής;
Πέρασα σχεδόν από όλα, με διάφορα διηγήματα. Στην Φαντασία, που με πρόβαλλε πολύ, έγραψα γύρω στα 65 μονοσέλιδα και δισέλιδα western, καμιά δεκαριά αστυνομικά διηγήματα και ένα μυθιστόρημα σε πολλές συνέχειες, συν το πρώτο ρεπορτάζ για την Αθήνα τής νύχτας, πάλι σε συνέχειες.

Φεύγετε για το Λονδίνο για 27 χρόνια …
Αφού τράβηξα τα πάνδεινα από τους παρατρεχάμενους τής χούντας, με αποτέλεσμα να πάω έναν από αυτούς στα δικαστήρια (θράσος μεγάλο!), επειδή μου έκλεψε μια ολόκληρη σειρά τηλεοπτικών αστυνομικών ιστοριών και μετέδωσε το πρώτο επεισόδιο που είχα σκηνοθετήσει εγώ χωρίς το όνομά μου, και να κερδίσω την δίκη, πράγμα που πυροδότησε την απόφασή μου να εγκαταλείψω την Ελλάδα (χωρίς την οικογένειά μου), επειδή, μετά από αυτό, δεν με άφηναν σε χλωρό κλαρί, που λέμε.

Παράλληλα με τα γραψίματα, κάνετε σήριαλ για την τηλεόραση;
Το πρώτο αστυνομικό σίριαλ τής Ελληνικής τηλεοράσεως, το περιβόητο 38ο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ, ακόμα ένα σίριαλ με τίτλο ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΚΛΕΙΔΙ, και πριν από αυτά, στα σπάργανα της τηλεοράσεως, δύο εκπομπές με την Χριστίνα Σύλβα (τα ωραιότερα μάτια της show business). Η σειρά ΤΗΛΕ-ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ κατέληξε στα δικαστήρια, όπως προανέφερα, το 1989 έγραψα το σίριαλ ΠΑΓΙΔΕΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ με τον Λάκη Κομνηνό και την Αν Λόμπεργκ και σε μια σύντομη επάνοδό μου στην Ελλάδα, το 1990, έγραψα και σκηνοθέτησα 5 τηλεταινίες για την ΕΡΤ. Μετά, κάθε πρότασή μου απορριπτόταν – λόγω ποιότητος της δουλειάς μου, τα φτυάρια του φθόνου δούλευαν ακατάπαυστα και κατάφεραν να με θάψουν. Το κακό άρχισε από το 1994, όταν για σύντομο χρονικό διάστημα, χρημάτισα Γενικός Διευθυντής του Star Channel.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κοιτάζοντας πίσω,  ποιά ταινία σας πρωτοσυγκίνησε, σε ποιόν κινηματογράφο αισθανθήκατε ότι και αυτός, θα μπορούσε στο μέλλον, να γίνει δικός σας χώρος;
Γλυφάδα, 1946. Μπαίνω κρυφά κάθε βράδυ στο σινεμά που ήταν στην πλατεία – αφού έφευγαν οι ελεγκτές εισιτηρίων, επειδή ήμουν μόλις 9 και απαγορευόταν η είσοδος – κι έβλεπα λογιών-λογιών ταινίες που ξυπνούσαν μέσα μου την επιθυμία να γίνω ηθοποιός. Τελικά, κατέληξα σεναριογράφος και σκηνοθέτης. Εκεί, σ΄αυτό το σινεμά, αναδεύτηκε μέσα μου το καλλιτεχνικό μικρόβιο που θα εξελισσόταν, αργότερα, σε ανίατη ασθένεια!

Ποιό βιβλίο ήταν αυτό που σας χάρισαν μικρό, το βιβλίο που να σας έμπασε στο τρίπ του νουάρ;
Δεν μού το χάρισαν. Μια μέρα ο μεγάλος μου αδερφός έφερε στο σπίτι δύο τόμους «Μάσκας» και με προειδοποίησα να μη τις ακουμπήσω «επειδή δεν ήσαν για μένα». Φυσικά, αγνόησα την προειδοποίησή του, ρίχτηκα στο διάβασμα, παρά την μικρή ηλικία μου κι εκεί άρχισε το κακό! Τρελάθηκα. Άλλαξε ο χαρακτήρας μου, ο τρόπος που σκεπτόμουν, που συμπεριφερόμουν, άρχισα να ζώ σε έναν άλλο κόσμο, βάζοντας σε μπελάδες τους δικούς μου, επειδή δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι είχα πάθει. Ούτε εγώ καταλάβαινα. Το κατάλαβα δύο χρόνια αργότερα όταν, στην Αθήνα πλέον, στο Λύκειο Τυχοπούλου, αποφασίστηκε η έκδοση μαθητικού περιοδικού και μου ζητήθηκε να γράψω κάτι κι εγώ. Δεν είχα ιδέα. Και όμως, έγραψα κάτι που αμφισβητήθηκε ότι το είχα γράψει εγώ, αλλά το είχα αντιγράψει. Είχε ξυπνήσει ο συγγραφέας που ελλόχευε μέσα μου.

Πόσα δικά σας στοιχεία δανείζετε στους [ολοζώντανούς] σκληρούς γοητευτικούς – «ψιλοαμαοράλ» συχνά – ήρωες σας;
Αρκετά και θα μάθετε γιατί, πολύ σύντομα, όταν θα εκδοθεί κάτι που δεν έχει τολμήσει κανένας συγγραφέας μέχρι σήμερα.

Και ποιά φαμ φατάλ στα ασπρόμαυρα έργα της εποχής, σας μάγεψε και δημιουργήσατε αυτές τις εκπληκτικές ντίβες στα βιβλία σας;
Μόνο μια femme fatale υπήρχε εκείνη την εποχή και το όνομά της ήταν Λορήν Μπακώλ.

Στη δική σας ζωή ο έρωτας τι ρόλο έχει παίξει;
Μη τα συζητάς! Αρκεί να αναφέρω ότι στα 18, κουρδισμένος από τους φίλους μου και μέλη της «Παρέας του Αγίου» που είχαμε συγκροτήσει, αγόρασα μια ανθοδέσμη, έπαιξα ποδοσφαιράκια μαζί τους πρώτα, και μετά πήγα και ζήτησα σε γάμο την τότε ξανθιά φιλενάδα μου. Επειδή οι γονείς της με λάτρευαν, δέχτηκαν την πρότασή μου και ξαφνικά,  βρέθηκα αρραβωνιασμένος! Όταν συνειδητοποίησα τι είχα κάνει, κόντεψα να τρελαθώ και, φυσικά, φρόντισα να δώσω τέλος σ’ αυτή την ιστορία!

Δεν πρόφτασε τούτο το βιβλίο να βγεί και να διαβαστεί και ετοιμάζετε ήδη κάτι νέο, που θα κάνει ένα μικρό ντόρο;
Μεγάλο ντόρο, και θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα. Τόλμησα κάτι που δεν έχει τολμήσει άλλος συγγραφέας. Έγραψα την αυτοβιογραφία μου. Δηλαδή, την έγραψε ο συνετός εαυτός μου, δεδομένου ότι είμαι Δίδυμος, περιγράφοντας τον βίο και την πολιτεία τού άλλου, τού θεότρελλου, τού μετωπικού, τού αδίστακτου, τού δημιουργικού που κυνηγούσε τις πρωτιές, χωρίς να καταλαβαίνει ότι έσκαβε τον λάκκο του. Και την έγραψε σε τόνο σαρκαστικό και ρεαλιστικό, περιγράφοντας περιστατικά που θα κάνουν τους αναγνώστες να κλάψουν, να γελάσουν και να μείνουν με ανοικτό το στόμα, με τις περιπέτειες που έζησε και να απορήσουν για το πώς είναι ζωντανός ακόμα!

Κλείνοντας, ποια η καθημερινότητα σας; Τι σας ωθεί να είστε στις επάλξεις, όταν «τα καλύτερα παιδιά» κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι;
Η ασθένεια παραμένει. Το μόνο μου φάρμακο είναι το γράψιμο. Πρωί και απόγευμα είμαι μπροστά στον υπολογιστή. Και γράφω. Αυτό είναι που με κρατάει στη ζωή και ετοιμοπόλεμο. Αν πάψω να γράφω, θα μαραθώ, θα καταντήσω ένα αξιολύπητο γεροντάκι. Και μόνο στη σκέψη ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, επαναστατώ!

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.