Ζυλ Λαφόργκ, Η θρηνωδία στη σελήνη της επαρχίας

Ω! να η Σελήνη φουσκωτή, 
σαν ένα ολόγιομο πουγκί.

Μια σάλπιγγα μακριά σημαίνει… 
Ο κύριος πάρεδρος διαβαίνει.

Παίζει ένα πιάνο μέσ’ στο βράδυ, 
μια γάτα τρέχει στο σκοτάδι.

κι αποκοιμιέται η επαρχία!… 
Με μια στερνή του συγχορδία

το πιάνο κλει το σκέπασμά του. 
Τι ώρα να ’ναι απάνου κάτου;

Τι εξορία, φτωχιά Σελήνη! 
Πρέπει να πούμε «τι να γίνει;»

Λοιπόν, Σελήνη — που όλ’ οι τόποι 
σε χαίρουνται όμοια κι όλ’ οι ανθρώποι,

του Παρισιού είδες τα οχυρά, 
του Μισουρή χτες τα νερά,

της Νορβηγίας τα γαλανά 
τα φιόρδ. Τους πόλους, τα βουνά…

Καλότυχη, που βλέπεις τώρα, 
σ’ αυτή την ήσυχη την ώρα.

του γάμου της τη συνοδεία! 
Φύγανε, λέει, για τη Σκωτία…

Τι γλέντι, αν πάρει μια φορά 
τους στίχους μου στα σοβαρά!

Σελήνη, αλήτισσα κι ωραία, 
στον πόνο ας γίνουμε παρέα…

Έχω, ως πεθαίνω, ω θεία βραδιά, 
την επαρχία μέσ’ στην καρδιά!

Κι είναι η Σελήνη σα γριά
που έχει μπαμπάκια μέσ’ στ’ αυτιά.

Μετάφραση: Αιμιλία Δάφνη