Μια στιγμή στη μέρα / Τέλλος Άγρας – Αντίκρυ στον κήπο

Τί νύχτα ἡμερινὴ στὸν κόσμο! Ἀπὸ λιθάρι
λιθάρι, μὲς στὸ δρόμο, νὰ ’βγω νὰ ξεκρίνω…
Βιολέτα μοναχή, στὸ δρόμο, τὸ φεγγάρι.
Κι ἀγέρι σιγανὸ φυσᾶ ἀπὸ μαντολίνο.
(Κι εἶναι σὰν τ’ ὄργανο, ποὺ ἡμέρα-μεσημέρι
τὰ σπιτικὰ πουλιὰ στὰ κλουβιὰ ξετρελαίνει·
γυμνὴ καρδιὰ εἶναι τοῦτο ποὺ χτυπᾶ, ὄχι χέρι!
Γυμνὴ καρδιά, ἀπ’ τὸ στίχο μας γιὰ πάντα ξένη.)
Κι ἀκρινὰ στὸν ἀντρέ, χλωρὸς κάθεται τοῖχος,
ἀπὸ φύλλα, ἀπὸ ἀγκάθια, τοῖχος καὶ φεγγάρι
–βέργες πίσω ἀπ’ τὶς βέργες, κι ὅλο βέργες, δίχως
σειρὰ καὶ ξεπλεγμό, κλωνάρι, ἄλλο κλωνάρι,
κορμὸς κρύβει κορμό, κι ἄλλος πιὸ πίσω στέκει,
κλωνιά, ριχτὰ ἕναν κύκλο, ἀπὸ κορμὸ τριγύρω, ξερὰ κλαδιὰ ἀγκαλιές, μύτες χλωρὲς παρέκει,
κι ἀγκάθια, καὶ φεγγάρι, γιασεμιά, καὶ μύρο….
Νά, ἡ πύκνα ὁμίλησε, μὲ τ’ ἀγεριοῦ τὰ χνῶτα,
Στὰ πίσω τοῦ ἀλλουνοῦ σπιτιοῦ, ὁ κισσὸς σαλεύει
–ἀγκάλη ποὺ ἔζωσεν ἀγαπημένα νῶτα,
κι ἀχείλι, ὀποὺ σ’ αὐτὶ καὶ σὲ λαιμὸ κατέβη…
Μοναχός μου –κι οἱ γλάστρες στὰ πεζούλια ἀπάνω
κι ἡ στενὴ τούτη ἡ πλάνη, ἀντίκρυ μου, ἡ χλομή,
–μιὰ νὰ τὴν κατοικῶ καὶ μιὰ νὰ τηνὲ χάνω,
νὰ χάνομαι ἀπ’ ἀγάπη κι ἀπὸ γιασεμί…

Τὰ τριαντάφυλλα μιανῆς ἡμέρας, 1926-1944