Πέντε κινηματογραφικά στιγμιότυπα του Τζον Χιούστον που σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή

Κείμενο: Μάνος Δασκαλογιάννης
Επιμέλεια: Λάζαρος Αντωνιάδης

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένας από τους πιο θρυλικούς σκηνοθέτες που αντίκρισε ποτέ το Χόλιγουντ άφησε την τελευταία του πνοή σαν σήμερα την 28.08.1987. Ταλαντούχος ζωγράφος, δυνατός πότης, λάτρης της άγριας ζωής και της φύσης, ταξιδευτής, ονειροπόλος, στοχαστικός, άνθρωπος που έκανε ταινίες για χάριν της αυθεντικής δημιουργίας, με θρησκευτική ευλάβεια απέναντι στην Τέχνη που υπηρέτησε για δεκαετίες. Όπως ο ίδιος δήλωσε κάποτε, το γύρισμα μιας ταινίας δεν πρέπει να έχει πρώτο σκοπό τα εισπρακτικά κέρδη, αλλιώς η μαγεία φεύγει γρήγορα και η ηχώ από την αίθουσα δεν φτάνει ποτέ στις επόμενες γενιές. Γύρισε τριάντα επτά (37!) ταινίες, υπηρετώντας μάλιστα πολλαπλούς ρόλους- ηθοποιού, σεναριογράφου, πάνω απ’ όλα σκηνοθέτη- αφήνοντας πίσω του μια φιλμογραφία απίστευτης ομορφιάς και νοημάτων. Δεν είναι άλλος βέβαια από τον μεγάλο Τζον Χιούστον. Ας αποθέσουμε ένα φόρο τιμής σε αυτόν τον αληθινό auteur, μέσα από μια σύντομη αναδρομή σε  πέντε ταινίες του που έγραψαν ιστορία στο σινεμά.

Το γεράκι της Μάλτας (The Maltese falcon, 1941)

Από τις πρώτες ταινίες του ως σκηνοθέτης- είχε ήδη προλάβει να διακριθεί ως σεναριογράφος αποσπώντας μάλιστα μια οσκαρική υποψηφιότητα- και από τις πρώτες εμφανίσεις ενός άλλου θρύλου του αμερικανικού σινεμά, του Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ. O Samuel Spade, ιδιωτικός ντετέκτιβ, δέχεται την επίσκεψη μιας νεαρής γυναίκας (Mary Astor) που ανησυχεί για τον ερωτικό σύντροφο  της αδελφής της. Όταν ωστόσο, ο συνεργάτης του Spade θα δολοφονηθεί κατά την παρακολούθηση αυτού του άγνωστου άντρα, ο πρωταγωνιστής μας θα καταλάβει πως άθελά του μπλέχτηκε σε ένα παιχνίδι σκιών και δολοπλοκίας αλλά και στο κυνήγι ενός πολύτιμου θησαυρού, τόσο πολύτιμου που πολλοί θα καταφύγουν μεχρι και στο φόνο για να το κάνουν δικό τους. Μια ταινία-σταθμός στην κινηματογραφική ιστορία, έξοχο παράδειγμα του είδους του νουάρ, που παρά το πολύ μικρό της προϋπολογισμό , ήδη από την πρώτη προβολή της εξυψώθηκε στο σινεφιλικό πάνθεο από κοινό και κριτικούς και άνοιξε οριστικά τις πόρτες του Χόλιγουντ στον Χιούστον διάπλατα, αφήνοντάς τον ελεύθερο να μεγαλουργήσει.

Ο θησαυρός της Σιέρρα Μάντρε (The treasure of the Sierra Madre, 1948)

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λίγα χρόνια μετά την πρώτη τους επιτυχία με το Γεράκι της Μάλτας, ο Χιούστον συνεργάζεται για δεύτερη φορά με τον Μπόγκαρτ, καταξιωμένο πλέον σταρ του Χόλυγουντ, σε ένα καθαρόαιμο γουέστερν, με θέμα πάλι έναν θησαυρό, μόνο που αυτή τη φορά πρόκειται για τον χρυσό που κρύβει στα σπλάχνα της η οροσειρά της Σιέρρα Μάντρε, στο Μεξικό. Δύο ρακένδυτοι Αμερικάνοι ο Dobbs (Μπόγκαρτ) και ο Curtin (Τιμ Χολτ) αποφασίζουν να ψάξουν την τύχη τους ακούγοντας τις διηγήσεις ενός γέρου χρυσοθήρα (Γουόλτερ Χιούστον). Ωστόσο, δεν ξέρουν πως στα απόκρημνα βουνά του Μεξικού δεν θα βρουν μόνο χρυσάφι αλλά και την αληθινή τους ταυτότητα. Αξίζει να σημειωθεί πως δευτεραγωνιστικό ρόλο στο έργο κρατά ο πατέρας του σκηνοθέτη και διάσημος και ο ίδιος ηθοποιός, ο Γουόλτερ Χιούστον, ο οποίος μάλιστα βραβεύτηκε και με Όσκαρ Β΄Ανδρικού ρόλου για αυτό το ρόλο (και ο Τζον στην ίδια ταινία πήρε τα χρυσά αγαλματάκια για σενάριο και σκηνοθεσία-  σάρωσε η οικογένεια). Εδώ για δεύτερη φορά, μετά το Γεράκι, αναδεικνύεται και ένα από τα  αγαπημένα θέματα του υιού Χιούστον, το ζήτημα της ήττας (loser αγγλιστί), και πώς μια άδεια παλάμη μπορεί να σημαίνει όμως γεμάτη καρδιά. (Δεν λέμε περισσότερα για να μη κάνουμε και σπόιλερ)

Οι αταίριαστοι (The Misfits, 1961)

Συνεχίζουμε το αφιέρωμα με μια από τις λεγόμενες καταραμένες ταινίες του Χόλιγουντ, καθώς ο πρωταγωνιστής Κλαρκ Γκέιμπλ απεβίωσε πριν καν ολοκληρωθούν τα γυρίσματα ενώ η αξέχαστη Μέριλυν Μονρόε βρέθηκε νεκρή λίγους μήνες μετά την προβολή του έργου. Η ιστορία παραπέμπει στην δομή ενός τυπικού ρομάντζου. Τρεις μοναχικοί  καουμπόηδες βλέπουν να αναστατώνεται η ζωή τους από την εμφάνιση μιας σαγηνευτικής γυναίκας, που αναζητά απεγνωσμένα λίγη αγάπη και συντροφιά. Ένα σενάριο του Άρθρου Μίλερ, δια χειρός Τζον Χιούστον, μετατρέπεται από μια μελαγχολική ιστορία σε έναν αθάνατο ύμνο στο τέλος της αθωότητας και των ονείρων, στο δράμα που συνοδεύει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη αλλά και που την νοηματοδοτεί συνάμα, ενώ η Μέριλυν χαρίζεται στο κινηματογραφικό κοινό την πιο ώριμη ερμηνεία της. Κύκνειο λοιπόν κάποιων από τους πιο γοητευτικούς ηθοποιούς που γεννήθηκαν ποτέ, αλλά και ένα τραγούδι για όλους τους beautiful losers αυτής της ζωής.

Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς (The man who would be king, 1975)

Δύο βετεράνοι Βρετανοί στρατιώτες, αποφασίζουν να γίνουν βασιλιάδες του Καφιριστάν, μιας απομακρυσμένης περιοχής του Αφγανιστάν, σε έναν τρελό ταξίδι αναζήτησης ξεπεταγμένο μέσα από τις σελίδες του ομώνυμου βιβλίου του Rudyard Kipling. Άλλη μια ιστορία μεγαλομανίας και τυχοδιωκτισμού, αγαπημένων θεμάτων στη φιλμογραφία του Χιούστον. Η μεταφορά αυτού του βιβλίου ήταν για χρόνια ο διακαής πόθος τους Χιούστον-δύο φορές μάλιστα προσπάθησε να υλοποιήσει το όραμά του ανεπιτυχώς, με την Τρίτη να αποδεικνύεται και η οριστική, με τους πρωταγωνιστικούς ρόλους να ανατίθενται σε δύο ηθοποιούς που σάρωναν τα 70s  στην μεγάλη οθόνη, τον Μάικλ Κέιν και το Σον Κόννερυ. Μια καθαρόαιμη περιπέτεια εποχής, που  συγκαταλέγεται δίκαια ανάμεσα στις καλύτερες του μεγάλου σκηνοθέτη.

Chinatown (1974)

Τελευταία ταινία του αφιερώματος και μία από τις καλύτερες της παγκόσμιας κινηματογραφικής ιστορίας είναι  μια ταινία που ο Χιούστον δεν ανέλαβε ρόλο σκηνοθέτη αλλά ηθοποιού, έναν ρόλο που του πήγαινε εξαιρετικά και ας μην  τον πήρε ποτέ στα σοβαρά όπως αρεσκόταν να δηλώνει. Οι φήμες θέλουν τον σεναριογράφο Ρομπερτ Τάουνι όταν έγραφε το σενάριο να είχε ήδη τοποθετήσει νοερά στην σκηνοθετική καρέκλα τον Ρομάν Πολάνσκι, αυτόν τον εξαιρετικά ταλαντούχο αν και αμφιλεγόμενο δημιουργό, ο οποίος μετά τη δολοφονία της γυναίκας του Σάρον Τείτ από τον Τσαρλς Μάνσον είχε καταφύγει στην Ευρώπη, και αρνιόταν έστω να σκεφτεί τον ενδεχόμενο επιστροφής στις ΗΠΑ. Ήταν όμως τόσο εξαιρετικά γραμμένο το σενάριο που τελικά δέχτηκε να αναλάβει τα ηνία,  χρέη δε πρωταγωνιστών ανατέθηκαν στο Τζακ Νίκολσον και τη Φαίη Νταναγουέη.

Πρόκειται για μια ιστορία μυστηρίου την εποχή του 1930 , όταν η περιοχή της Τσάινα Τάουν στην Ν.Υόρκη είχε γίνει άδυτο του εγκλήματος , με την αστυνομία να φαίνεται ανήμπορη να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Ο Νίκολσον ενσαρκώνει τον Τζέι Τζέι Γκίτις, ιδιωτικό ντετέκτιβ, που αναλαμβάνει την παρακολούθηση ενός μοιχού συζύγου. Όταν όμως ο τελευταίος θα δολοφονηθεί, ο ήρωάς μας θα καταλάβει πώς έχει εμπλακεί σε μια πλεκτάνη μεγάλων διαστάσεων, σχετικά με το δίκτυο παροχής νερού της πόλης και μόνο ευοίωνα δεν προμηνύονται τα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Μια ταινία που πρέπει να δει κάθε εραστής του καλού σινεμά.

Φτάνοντας στο τέλος του αφιερώματος, συνειδητοποίησα ακόμη περισσότερο το μέγεθος της συμβολής του Χιούστον στο παγκόσμιο σινεμά. Με το Γεράκι της Μάλτας εισήγαγε ουσιαστικά την έννοια του φιλμ-νουάρ, με τον θησαυρό της Σιέρρα Μάντρε έδωσε άλλο αέρα στο γουέστερν. Οι πολεμικές ταινίες του λογοκρίθηκαν όσο καμία άλλη λόγω του αντιπολεμικού τους πνεύματος, η μετοχή του σε ταινίες-σταθμούς, όπως το πολυσυζητημένο Casino Royal είναι γεγονότα δρώντα με τη μορφή υπενθύμισης της πορείας ενός ανθρώπου που καταλάβαινε όσο κανείς την αξία της Έβδομης Τέχνης. Το ταλέντο του αστείρευτο, η έμπνευσή του ανεξάντλητη. Λείπουν τέτοιες προσωπικότητες σήμερα. Ας είναι ελαφρό το χώμα που τον σκεπάζει και ας αφεθούμε στη μαγεία του σινεμά που έφτιαξε, με την ελπίδα να αδράξουμε κι εμείς έστω και ψήγματα αυτής.