Κλαίρη Θεοδώρου: Θα θυσίαζα τη ζωή μου χωρίς δεύτερη σκέψη για τους ανθρώπους που αγαπώ

Η Κλαίρη Θεοδώρου μία συγγραφική φιγούρα ταπεινή, χαμογελαστή και πάντα συνεπής στο ραντεβού της με το συνεχώς αυξανόμενο αναγνωστικό της κοινό. Την γνώρισα μέσα από την ανάγνωση του πρώτου της μυθιστορήματος στις εκδόσεις Ψυχογιός με τίτλο Η αποικία της λήθης. Το θέμα με το οποίο είχε καταπιαστεί σ’ εκείνο το βιβλίο της, ήταν εκείνο που με είχε προσελκύσει! Εκ τότε την ακολουθώ πίστα ως αναγνώστης και χαίρομαι ειλικρινά που έχω την χαρά να παρακολουθώ την εξέλιξη και την ωρίμανση της γραφής της.

Με αφορμή την κυκλοφορία του τρίτου μυθιστορήματος Άλικες σιωπές, και πάλι των εκδόσεων Ψυχογιός, η συγγραφέας απάντησε σε μερικές ερωτήσεις μου.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας, παρατηρούμε πως ο έρωτας πρωταγωνιστεί σε κάθε σχεδόν σελίδα του, παρά τις αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος γύρω του. Στη γρήγορη εποχή που ζούμε, στην εποχή του εφήμερου, θεωρείτε πως ο έρωτας ανθίζει; Κι αν ναι, είναι βαθιές οι ρίζες που απλώνει; Ο έρωτας είναι πανανθρώπινο φαινόμενο και διαχρονικό. Υπήρχε ανέκαθεν και θα υπάρχει για πάντα όσο υπάρχουν άνθρωποι στον πλανήτη. Από εκεί και έπειτα δεν νομίζω πως ο έρωτας οφείλει να έχει ρίζες και να είναι «δεμένος» στη γη. Ο έρωτας πρέπει να έχει φτερά. Να τα ανοίγει και να πετά ψηλά, να αγγίζει τον ήλιο και ενίοτε να καίγεται από τη λάμψη του και να κατακρημνίζεται. Ρίζες και βαθιές μάλιστα, με άπειρες διακλαδώσεις, συνάψεις και αντοχές έχει η αγάπη. Και ο σεβασμός και η αλληλοεκτίμηση, απαραίτητα συστατικά οποιασδήποτε σχέσης που θέλει και μπορεί να αντέξει στον χρόνο και στην καθημερινότητα.

Θα θέλατε να μας αναφέρετε τρεις αξίες που πιστεύετε πως εκλείπουν απ’ την σημερινή ελληνική πραγματικότητα; Το ήθος, η αξιοπιστία και η αξιοπρέπεια. Με τρόμο βλέπω πως όχι μόνο έχει εκλείψει η ουσία τους, αλλά έχει χαθεί και η ίδια η έννοιά τους, αφού συχνότατα μπερδεύονται με χαρακτηριστικά και συναισθήματα κατώτερα των περιστάσεων.

Επιλέγετε ν’ ασχοληθείτε με τρεις ιστορικές περιόδους (Μεσοπόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος) φέρνοντας στο φως ιστορικές πληροφορίες. Σας δυσκόλεψε η ιστορική έρευνα; Η ιστορική έρευνα που απαιτείται για τη συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος αποτελεί πάντα δίκοπο μαχαίρι, αφού είναι ένα στοίχημα που αν δεν κερδηθεί καταστεί όλο το «οικοδόμημα» σαθρό και ετοιμόρροπο. Είναι σαφέστατα δύσκολη λοιπόν η ιστορική έρευνα όποια χρονική περίοδο κι αν αφορά, απαιτεί υπομονή και επιμονή, ήθος και αντικειμενική ματιά. Όλα αυτά μάλιστα ισχύουν σε υπερθετικό βαθμό, όταν αυτή η έρευνα αφορά την τόσο δύσκολη και ευαίσθητη περίοδο του Εμφυλίου. Διότι στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να «παλέψει» κανείς με ένα πλήθος πηγών και μαρτυριών, πολλές εκ των οποίων ιδιαίτερα οδυνηρές και ψυχοφθόρες, ενώ παράλληλα οι περισσότερες εξ αυτών είναι αντιφατικές και μεταξύ τους αντικρουόμενες, ανάλογα πάντα με την πολιτική απόχρωση που έχουν.

Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αλήθεια, πως και επέλεξε να ασχοληθείτε με κάποια ιστορικά γεγονότα, που παραμένουν ακόμα ένα ανοιχτό τραύμα στην συνείδηση των περισσοτέρων Ελλήνων; Σκοπός του βιβλίου είναι η ανάδειξη άγνωστων πτυχών της ιστορίας μας στο αναγνωστικό κοινό; Ένας από τους σκοπούς του βιβλίου αυτού ήταν ακριβώς αυτό που λέτε, η επιθυμία δηλαδή να φωτίσω μια πολύ μελανή περίοδο της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας που αποτελεί ακόμα και στις μέρες μας θέμα ταμπού. Ένιωθα πάντα, και παλαιότερα ως μαθήτρια και αργότερα ως καθηγήτρια, πως ίσως σκόπιμα και απόλυτα συνειδητά δεν διδασκόμαστε τα γεγονότα του Εμφυλίου, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να κατανοήσουμε πλήρως ποιοι είμαστε σήμερα και πώς φτάσαμε ως εδώ, αφού το παρελθόν μας καθορίζει σε μεγάλο βαθμό. Ξεκίνησα λοιπόν τη συγγραφή του βιβλίου αυτού πιο πολύ ως ένα προσωπικό στοίχημα. Ήθελα να μάθω εγώ η ίδια πρώτα και να μεταδώσω στη συνέχεια το κλίμα της εποχής εκείνης μέσω μιας ιστορίας που να δείχνει τον διχασμό και την πόλωση, ακόμα και στα πλαίσια της ίδιας της οικογένειας. Και παρόλο που το συγκεκριμένο εγχείρημα αποδείχτηκε στην πράξη πολύ πιο δύσκολο και οδυνηρό απ’ ότι είχα φανταστεί, τελικά το αποτέλεσμα με αποζημίωσε.

Βλέπουμε πως η Ηλέκτρα και ο Δημήτρης ξεπερνούν το ταξικό χάσμα που τους χωρίζει. Πιστεύετε πως στην εποχή που ζούμε υπάρχει ταξικό χάσμα μεταξύ των νέων ανθρώπων; Οι καταστάσεις που βιώνουμε θεωρείτε πως το γεφυρώνουν ή το εντείνουν; Όντας καθηγήτρια και έχοντας άμεση, καθημερινή επαφή με νέους ανθρώπους, θα έλεγα πως όχι, η κοινωνικές τάξεις δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους εφήβους, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη πως στον μικρόκοσμο του εκάστοτε σχολείου συνήθως συγχρωτίζονται παιδιά σχετικά παρόμοιου κοινωνικού υπόβαθρου. Είναι διαφορετικά και ευτυχώς ή δυστυχώς πιο επιφανειακά τα χαρακτηριστικά που ενώνουν ή χωρίζουν τους σημερινούς νέους και αυτά σχετίζονται συνήθως με τις κοινωνικές τους δεξιότητες, την προσαρμοστικότητα, την κυριαρχικότητα και τη γενικότερη δημοφιλία.

Αποτελεί ο έρωτας για εσάς ιδανικό για το οποίο θα θυσιάζατε την ζωή σας; Θα θυσίαζα τη ζωή μου χωρίς δεύτερη σκέψη για τους ανθρώπους που αγαπώ και αυτό αποτελεί μια πιο ευρεία έννοια από αυτή του έρωτα.

Οι χαρακτήρες που δημιουργείτε τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν μόνο μία λευκή ή μία μαύρη πλευρά. Αντίθετα, είναι γκρίζοι καθρέφτες που ανάλογα με τις περιστάσεις αντανακλούν μία πιο ανοιχτή ή σκούρα απόχρωση φωτός. Στη ζωή σας έχετε συναντήσει απόλυτα κακούς ή καλούς ανθρώπους; Σε ποια πλευρά πιστεύετε πως τείνετε ως χαρακτήρας; Στο λευκό ή στο μαύρο;Δεν υπάρχει απόλυτο κακό, όπως δεν υπάρχει και απόλυτο καλό. Όλοι μέσα μας έχουμε λευκές και μαύρες πλευρές, σημασία όμως έχει να αναγνωρίζουμε και να κατανοούμε τα σκοτάδια μας και να μάθουμε να τα τιθασεύουμε, ώστε να μην παρασύρουν στη δίνη τους ούτε εμάς τους ίδιους ούτε τους άλλους. Θέλω να πιστεύω πως είμαι άνθρωπος του φωτός. Το νιώθω να ρέει μέσα μου, το ανακλώ στους γύρω μου, το ρουφώ αχόρταγα, όταν το αντικρίζω στη ζωή μου. Κανένα φως όμως δεν θα είχε δύναμη και ουσία χωρίς το σκοτάδι, κανένα γιν χωρίς το γιανγκ.