Κριτική / «Η λίμνη των κύκνων»: Η ποπ κουλτούρα στο μετα-αποκαλυπτικό περιβάλλον του Κωνσταντίνου Ρήγου

Ο Κωνσταντίνος Ρηγος δε χρειάζεται συστάσεις στο κοινό της Θεσσαλονίκης. Παλιός γνώριμος δηλαδή κι αγαπημένος. Η συνεργασία του με το Kρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας για αρκετά χρόνια στο παρελθόν έχει αφήσει ανεξίτηλο το ίχνος της στις συνειδήσεις του κοινού που σπεύδει να γεμίζει τις παραστάσεις του κάθε φορά που ανηφορίζει. Για την ακρίβεια πραγματοποίησε τρία απανωτά sold out κι έγινε το talk of the town της πόλης για τις μέρες που προηγήθηκαν με το πασίγνωστο μπαλέτο σε τέσσερις πράξεις «Η λίμνη των κύκνων».

Με τη νέα του ιδιότητα που διατηρεί από τον Φλεβάρη του τρέχοντος έτους ως διευθυντής του μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής χορογράφησε με επιτυχία -κι όσο κι αν νομίζουμε ότι οι εκφράσεις αυτές αποδυναμώνονται από τη συνεχή τους χρήση σε ανάλογες περιπτώσεις παρακαλώ εδώ να δοθεί έμφαση ωσάν να διατυπώθηκε για πρώτη φορά… ανέβασε με επιτυχία την πασίγνωστη και παντοτινά αγαπημένη «Η λίμνη των κύκνων» με την καθηλωτικά συγκλονιστική μουσική του Τσαϊκόφσκι με αναφορές στις χορογραφίες των Μάριους Πετίπα και Λεφ Ιβανοφ.

Κρατώντας στα χέρια μου το πρόγραμμα της παράστασης δεν μπόρεσα να μην εντυπωσιαστώ από το πλήθος των ανθρώπων που εργάστηκαν τόσο αρμονικά γι αυτό το αποτέλεσμα που ο κόσμος αποθέωσε με παρατεταμένο χειροκρότημα για πολλή ώρα πράγμα που ήταν αυταπόδεικτο, εννοώ το άρτιο αποτέλεσμα, μετά το τέλος της παράστασης αφού κρυφάκουσα να συζητάνε γύρω τριγύρω στο φουαγιέ του Μεγάρου στα πηγαδάκια κομψευόμενες κύριες κι οι καλοντυμένοι συνοδοί τους, όμορφοι νεαροί με εκκεντρικά ντυσίματα, ακόμα πιο νεαροί χίπστερ με ακόμα πιο εκκεντρικά ντυσίματα και γενικά ένα ετερόκλητο πλήθος, γιατί γενικά αν έχει καταφέρει κάτι ο Ρήγος με την πολυσχιδή περσόνα και καλλιτεχνική του οντότητα είναι και το να ταιριάζει τα φαινομενικά αταίριαστα τόσο στις δημιουργίες του όσο και στο κοινό του. Αυτό είναι κάτι που θέλω να υπογραμμίσω σ’ αυτό το μικρής έκτασης κείμενο. Ο παιδευτικός του ρόλος στην εγχώρια καλλιτεχνική δημιουργία. Μπολιάζοντας μ’ έναν τρόπο αφομοιωτικό που κι η ίδια η εποχή ευνοεί την κλασική παιδεία με ποπ αναφορές έφτιαξε ένα πράγμα κι ένα μείγμα εντελώς πρωτόλειο. Ένα τέτοιο πρωτόλειο καλά αφομοιωμένο αποτέλεσμα ήταν το χθεσινό. Κλασικό μπαλέτο με ποπ πινελιές.

Η Kρατική Oρχήστρα της πόλης ερμήνευσε ζωντανά τη μουσική κι όταν έφτασε η στιγμή της κορύφωσης με το γνωστό μουσικό θέμα μια ανατριχίλα διαπέρασε τη σπονδυλική στήλη κάνοντας αυτό που μόνο η αληθινή τέχνη μπορεί αβίαστα να κάνει: να σε δονήσει σαν ηλεκτρικό ρεύμα.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Άκουσα και μερικούς όχι ακριβώς δυσαρεστημένους αλλά εν πάση περιπτώσει που τους ξένισαν οι νεωτερισμοί ως προσθήκες σ’ αυτήν την εκδοχή, αλλά όταν πας να δεις παράσταση του Ρήγου κι είσαι γνώστης της γραφής του, τις περιμένεις και σχεδόν τις αποζητάς αυτές τις προσθήκες.

Η ιστορία του πρίγκιπα Ζήγκφρηντ, της βασίλισσας των κύκνων Οντέτ, του κακού μάγου Ρόθμπαρτ και της κόρης του Οντίλ ζωντάνεψε όχι νοερά αλλά μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας γιατί και πως αλλιώς δηλαδή να προσέλθει κανείς να παρακολουθήσει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μπαλέτα ανά την υφήλιο; Η δράση τοποθετήθηκε στο μετα-αποκαλυπτικό (postapocalyptic) περιβάλλον μιας ξεραμένης λίμνης, στην οποία οι χορευτές ζουν με την ανάμνηση της φύσης στην εποχή πριν την καταστροφή κι αυτό ήταν ένα σημείο με πολλαπλές αναγνώσεις στο έργο με μια περιβαλλοντική καταστροφή μετέωρη πάνω από τα κεφάλια όλων μας. Δεν μπορεί κανείς επίσης να μην εξάρει και να μη σταθεί στους χορευτές και στο απαιτητικό κομμάτι που τους αναλογούσε. Σχεδόν σαν αυτοματική γραφή ήρθαν στο μυαλό μου σκηνές από τον Μαύρο Κύκνο (το αμερικανικό ψυχολογικό θρίλερ παραγωγής 2010 σε σκηνοθεσία Ντάρεν Αρονόφσκι και σε σενάριο των Μαρκ Χέιμαν, Αντρές Χέινζ και Τζον ΜακΛάφλιν με τη Νάταλι Πόρτμαν, τη Μίλα Κούνις και τον Βενσάν Κασέλ), όσον αφορά στο κομμάτι της επίπονης δουλειάς, σωματικής δύναμης και συνεχούς και στρατιωτικής σχεδόν προπόνησης και πειθαρχίας που απαιτείται από τους χορευτές για την έκβαση μιας τέτοιας παράστασης.

Μια παράσταση που δυο μέρες μετά μας έχει στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης να μιλάμε παθιασμένα με φίλους γι’ αυτήν και να παραθέτουμε απόψεις δεν μπορεί παρά να πει κανείς πως είχε ένα ειδικό βάρος. Από τις παραγωγές που δε βλέπει συχνά η πόλη γι αυτό και επιβραβεύει όταν συμβαίνουν. Η παράσταση θα ανεβεί για λίγες μέρες κοντά στα Χριστούγεννα στην Αθήνα κι αξίζει να τη βάλει κανείς στο πρόγραμμα του.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Info: Περισσότερα για την παράσταση στην Εθνική Λυρική Σκηνή εδώ!