Είδαμε | «Αφέντης και δούλος» του Λέοντα Τολστόι στο θέατρο Αθήναιον – Οχι μια ιστορία σαν τις άλλες

Γράφει ο Αντρέας Ντούσκας

Οχι μια ιστορία σαν τις άλλες. Τολστόι. Σοβαρά πράγματα δηλαδή.

Βράδυ Παρασκευής κι ενώ στη Θεσσαλονίκη μαίνεται η Αποκριά πηγαίνοντας προς την κορύφωση της, στη σκηνή του Αθήναιον ο Δημήτρης Λιγνάδης κι ο Γιώργος Νανούρης καταπιάνονται με τη ρωσική λογοτεχνία και τα καταφέρνουν περίφημα.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Νανούρης αγαπάει τη λογοτεχνία και τα βιβλία κι αυτό το έχει αποδείξει κι άλλοτε άλλωστε με τον Τολστόι (βλέπε: Από τι ζουν οι άνθρωποι), ένα μικρο κομψοτέχνημα-ποίημα που είχε ανεβάσει παρέα με την Ολια Λαζαρίδου στην Αθήνα πριν λίγα χρόνια και που κάπως μ’ έναν υπόγειο λανθάνοντα τρόπο αποτελεί νοηματική του συνέχεια αυτό το έργο, την Κατερίνα του Κορτώ κ.ά.

Το σκηνοθετικό εύρημα της έναρξης του έργου προφανώς και πρέπει να του το χρεώσουμε στα συν. Βγαίνουν ξαφνικά στη σκηνή πριν καλά καλά σβήσουν τα φώτα στη μεγάλη σάλα του θεάτρου και δίνοντας οδηγίες προς ναυτιλομένους-θεατές (κλείστε τα κινητά σας) περιγράφουν εναλλάξ το χωροχρονικό πλαίσιο του έργου. Ρωσία, χειμώνας, ένας άπληστος αφέντης κι ένας δούλος στα όρια της εξαθλίωσης με τρύπιο σακάκι κι αφοσίωση. Κι η ιστορία αρχίζει με εναλλαγές ανάμεσα σε αφήγηση και την κανονική υποκριτική. Το έλκηθρο ανατρέπεται από το χιόνι ακολουθώντας την ανατροπή της ιστορίας. Ο αφέντης θυσιάζεται και σώζει το δούλο κι αυτός μένει ενεός να αναρωτιέται πως γίνεται κι η καρδιά όσο κι αν τη ξοδεύεις να χει περίσσεια.

Αν αξίζει να σταθεί κανείς στη σκηνοθετική ματιά του Νανούρη είναι η έλλειψη πομπώδους σκηνικού κι ανώφελου βερμπαλισμού στο έργο καθ’ αυτό.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το έργο στέκεται στη δύναμη του διασκευασμένου λόγου από μόνο του χωρίς να χρειάζονται πολλές περαιτέρω πληροφορίες ενός φορτωμένου σκηνικού όπως προείπα. Η διάρκεια περίπου μια ώρα και δέκα λεπτά καταφέρνει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον αφού δε συσσωρεύει πολλές πληροφορίες που θα αποσπούσαν σε κάθε άλλη περίπτωση το ενδιαφέρον του θεατή.

Συμπρωταγωνιστής εξίσου η μουσική του Λολεκ. Αυτό το αργόσυρτο ακορντεόν που υπογραμμίζει στα σωστά σημεία το συναίσθημα του έργου.

Τέλος, αυτό που τεχνηέντως κατάφεραν Λιγνάδης και Νανούρης ήταν να αποφύγουν τον οποίο διδακτισμό το έργο φέρει από μόνο του. Ο Νανούρης εν κατακλείδι έχει άποψη κι όρεξη να κάνει κάλο θέατρο το οποίο με λίγα υλικά καταφέρνει και τελικά φτιάχνει.

Κι αυτό το μικρής διαρκείας κειμενάκι διαβάζεται ακούγοντας και βλέποντας παράλληλα το κομμάτι «Ευτυχισμένοι άνθρωποι» της Δήμητρας Γαλάνη στο οποίο ο Νανούρης συμμετέχει κι έχει λίγη από την ατμόσφαιρα του έργου.