Γιώργος Χουλιάρας: «Οι αντανακλάσεις δεν προσβάλλουν πλέον τις κοινωνίες»

Στην πρώτη παρουσίαση του εμβληματικού έργου του Μπόρις Βιάν, «Οι Οικοδόμοι της Αυτοκρατορίας», στην Ελλάδα, ο ηθοποιός Γιώργος Χουλιάρας μιλά στο Tetragwno.gr για την καλλιτεχνική πρόκληση και τη βαθιά κοινωνική διάσταση του έργου.

Πώς είναι η εμπειρία σας να συμμετέχετε σε ένα έργο του Μπόρις Βιάν που ανεβαίνει στην Ελλάδα για πρώτη φορά;
Ενδιαφέρουσα και πρωτόγνωρη. Έχει ξεχωριστή αξία η καλλιτεχνική συνδιαλλαγή με οποιονδήποτε συγγραφέα είναι σχετικά άγνωστος στο κοινό, καθώς το πεδίο εξερεύνησης είναι πρωτόγνωρο και ενέχει ένα απαραίτητο ρίσκο το οποίο είναι πάντοτε δημιουργικό. Σέβομαι πάντα τους συγγραφείς και τα έργα τους (ποσώ δε μάλλον όποιους δεν είναι “γνωστοί’ και δεν έχουν συστηθεί στη σκηνή), όμως δεν τους φοβάμαι, ούτε τους μυθοποιώ. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια καλλιτεχνική πρόκληση την οποία οφείλουμε να αφουγκραστούμε.  

Το έργο αυτό ανήκει στο θέατρο του Παραλόγου, που  σέβεται ιδιαίτερα η ελληνική σκηνή. Όμως χρειάστηκαν 65 χρόνια για να παρουσιαστεί στη χώρα μας. Γιατί; 
Δύσκολο να απαντηθεί αυτό με βεβαιότητα, ωστόσο μπορούμε να κάνουμε κάποιες βάσιμες υποθέσεις. Μία από αυτές είναι ο δυσανάλογος με άλλους ομόσταυλους συγγραφείς όγκος πληροφοριών που διαθέτουμε για τον ίδιο και τη ζωή του. Κι από τα λίγα που γνωρίζουμε, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση που αντιμετωπίστηκε με όρους καλλιτεχνικού αποκλεισμού και στυγνής λογοκρισίας. Ένα ακόμη στοιχείο, είναι πως ο Βιάν δεν ήταν ο κατ’ εξοχήν θεατρικός συγγραφέας που ασχολούνταν αποκλειστικά με το θέατρο, αφού κινήθηκε και σε άλλα πεδία καλλιτεχνικής απασχόλησης, όπως η λογοτεχνία, ημουσική, οι μεταφράσεις, η ποίηση. Παράλληλα, άλλοι συγγραφείς έχουν κερδίσει χρονικά σημαντικό έδαφος στην νεότευκτη σχέση του Ελληνικού κοινού με το Παράλογο Θέατρο, όπως ο Μπέκετ, ο Ιονέσκο, ο Πίντερ, ο Άραμπαλ. Έστω και αργά όμως, βρέθηκε ένας δρόμος γνωριμίας για να ανοίξει με τη σειρά του νέους ορίζοντες επικοινωνίας με το έργο του.

Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι κεντρικές θεματικές του έργου;
Τίθενται πολλά ζητήματα και νοήματα υπό διαπραγμάτευση, γεγονός που απηχεί τον πολυδιάστατο τρόπο λειτουργίας του Βιάν ώς προσωπικότητα και συγγραφέα. Με γνώμονα αυτό, ο εκάστοτε καλλιτέχνης που ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με το έργο του, έχει την δυνατότητα να επιλέξει τί είναι αυτό που κατά βάση τον αφορά να επικοινωνήσει στο κοινό. Προσωπικά βλέπω πολύ καθαρά μεταξύ άλλων, τον εγκλεισμό, την απανθρωποίηση, τον συντηρητισμό, το ταξικό θέμα, την πατριαρχία και την άρνηση αποδοχής σε οποιαδήποτε αλήθεια ή αλλότριο μας προσεγγίζει.  

Πώς αυτές αντανακλούν στη σύγχρονη κοινωνία;
Θεωρώ πως όλα όσα σας αναφέρω βρίσκονται σταθερά εδώ και μας αφορούν περισσότερο από ποτέ. Οι σύγχρονες κοινωνίες, μέσα στην ταχύτητα και την επιφανειακή ζωντάνια τους, είναι πολύ κοντά στην αδράνεια και την ανθρωπιστική πτώχευση. Αυτό που με προβληματίζει και με ανησυχεί, είναι πως αυτές οι αντανακλάσεις δεν προσβάλλουν πλέον τις κοινωνίες, αλλά χτυπούν απ’ ευθείας στην ανθρωπιά μας, στο μαλακό υπογάστριο της ανθρωπότητας, δημιουργώντας ρωγμές και αμφιβολίες για την ποιότητα, την πορεία και το χρέος μας ώς ανθρώπινο είδος.

Πιστεύετε ότι το έργο μιλάει για την ανθρώπινη ψυχολογία ή περισσότερο για κοινωνικές καταστάσεις;
Νομίζω πως το έργο από γραφής λειτουργεί συμπεριληπτικά και για τα δύο σκέλη στα οποία αναφέρεστε. Ο Βιάν με σημερινούς όρους θα θεωρούνταν ένας διανοητής ακτιβιστής που τον ενδιαφέρει ο άνθρωπος ώς νόημα και αξία και όχι ώς ύλη και τιμή. Αισθάνομαι ότι η διάθεση του συγγραφέα, είναι να μας σοκάρει και να μας αφυπνίσει, δείχνοντας μας  την κατάντια των κοινωνιών σε παγκόσμια κλίμακα, μέσα από τη σταδιακή αποδόμηση της ανθρώπινης ψυχολογίας που αρνείται να αποδεχθεί οτιδήποτε δημιουργεί. Με αυτόν τον τρόπο, ο άνθρωπος ως κοινωνικό και ψυχο-λογικό όν, βρίσκει πάντοτε έναν καταπληκτικό τρόπο να δημουργήσει ανύπαρκτους εχθρούς που δέν είναι τίποτε άλλο από την αλλοιωμένη του εικόνα που δεν αντιμετωπίζει παρά μόνο την ύστατή του ώρα.

Υπάρχει κάποια σκηνή που σας συγκινεί ιδιαίτερα ή που ξεχωρίζετε από την παράσταση;
Ναι. Υπάρχει μια στιγμή που με αγγίζει ιδιαίτερα και η οποία βρίσκεται στην τρίτη πράξη του έργου, όπου ο ήρωάς μου μιλάει για την οικογένειά του. Βαθιά ρωγμή, περιεκτική και ανεκτίμητη.

Τι σας προσέλκυσε στον ρόλο του Λέοντα και πώς συνδέετε τον ρόλο του με τη δική σας προσωπικότητα; Βρήκατε κοινά σημεία;
Ο ηθοποιός οφείλει σε κάθε διαπραγμάτευση να συνδεθεί με τον εκάστοτε ρόλο του, εξερευνώντας κάθε πτυχή που τον ενώνει ή τον διαφοροποιεί από αυτόν. Αυτά δε που κατά βάσιν με προσελκύουν σε έναν ρόλο, είναι τα στοιχεία που σ’ εμένα θεωρώ τελείως ξένα, δίνοντας μου έτσι την ευκαιρία να αντιμετωπίσω την πρόκληση του χτισίματος ενός τελείως νέου ανθρώπου, ο οποίος όμως θα διανθιστεί και μέσα από τα στοιχεία που αναγνωρίζω ως οικεία, ώς μια πρωτόλεια βάση ανάπτυξης. Αυτό που με γοήτευσε στον Λέοντα, είναι το γεγονός ότι είναι μια τραγική φιγούρα, που του δίνει ένα μεγαλείο και ένα βάθος ώς μορφή. Θα μπορούσα να αναφέρω αρκετά σημεία εκατέρωθεν, ωστόσο θα περιοριστώ σε δύο, ένα από κάθε πλευρά: ένα στοιχείο του -έστω σε επίπεδο συμβολισμού, με το οποίο δέν σχετίζομαι καθόλου, είναι η βία. Από την άλλη, θα έλεγα πως αναγνωρίζω στο πρόσωπό του κάτι πολύ οικείο σε μένα: έναν άνθρωπο μπαρουτοκαπνισμένο, προϊόν μιας ατελείωτης μάχης για επιβίωση.

Η Σοφία Καλογιάννη επισημαίνει ότι «ο Μπόρις Βιάν διασυνδέει την ιστορική παθογένεια με την κοινωνική αλλά και την ατομική παθογένεια». Αυτές τις παθογένειες τις συναντάτε στην καθημερινότητα σας;
Σαφώς και νομίζω πως όχι μόνο εγώ, αλλά όλοι οι άνθρωποι. Ο λόγος ύπαρξης και παράστασης αυτών των έργων δέν είναι η συνάντηση με την όποια παθογένεια, άλλα με τη συνάντηση να συντελεστεί η αναγνώρισή της και η αντίσταση σε αυτήν. Εάν το άτομο και οι  κοινωνίες αποτελούν στοιχεία της ανθρωπότητας που συχνά αυτονομούνται, τότε η ιστορία δέν είναι άλλο από το ελάχιστο δείγμα αυτής της πρακτικής. Γι’ αυτό φρονώ πως ο Βιάν επιμένει και στην αίσθηση του χρόνου: για όλους μας ο χρόνος κυλάει το ίδιο, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης συνθήκης. Και αναπόφευκτα, έρχεται και το πλήρωμά του. Γι’ αυτό, ας κάνουμε εντός του χρόνου μας το καλύτερο που μπορούμε, όσο προλαβαίνουμε.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;
Στη δουλειά μας τα όποια μελλοντικά σχέδια, συχνά καταλήγουν να λαμβάνουν ανεκδοτολογικές διαστάσεις ή να μένουν σε κάποιο ξεχασμένο συρτάρι της ψυχής μας. Νοιώθω πως είναι προτιμότερο πολλές φορές να είμαστε απλώς ενεργοί και να ξαφνιάζουμε ευχάριστα τον εαυτό μας με μιά ιδέα, ένα όραμα, μια σκέψη προς πραγμάτωση. Επί του παρόντος, απολαμβάνω το συγκεκριμένο ταξίδι και αφήνω ελεύθερο να δώ τί νέο θα γεννηθεί.

Info: «Οι Οικοδόμοι της Αυτοκρατορίας», κάθε Σάββατο 21:15 και Κυριακή 20:00 στο Θέατρο 104 (Ευμολπιδών 41, Γκάζι) Προπώληση στο more.com

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα
Ακολουθήστε το tetragwno.gr στο Google News και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebookΧ (twitter) και instagram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

Δείτε επίσης