Κριτική: «Η σιωπηλή λίμνη» σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στο Επί Κολωνώ

Το θεατρικό έργο του Ισπανού συγγραφέα Νταβίντ Ντεσόλα σε μετάφραση Μαρίας Χατζηεμμανουήλ και σκηνοθεσία Ελένης Σκότη αποτελεί το ψυχογράφημα των ανθρώπων στην κορύφωση της προσωπικής τους τραγωδίας. Επρόκειτο για συγκλονιστικό έργο, με δομημένες αναφορές πυκνού λόγου, δίχως εξάρσεις αλλά με γραμμική αφήγηση και δαιδαλώδεις ερμηνείες, ως αποτέλεσμα των πολλαπλών νοημάτων τα οποία καλείται να υπηρετήσει.

Η σκηνοθετική κατάθεση της Ελένης Σκότη δεν χρειάζεται συστάσεις. Αποτελεί την θεατρική επαγγελματική απάντηση στην λογοτεχνία του ψυχαναλυτικού ρεαλισμού (δίχως να αρνείται τις τομές του νατουραλιστικού τρόπου αποτίμησης των γεγονότων και των χαρακτήρων). Στην κεντρική σκηνή του Επί Κολωνώ, σε ένα, διαμορφωμένα, συμβολικό θεατρικό χώρο με συγκεκριμένες αναλογίες και χωρικές θεματικές (βλ. κουζίνα, παιδικό γραφείο κι ένα παγκάκι να μαγνητίζει τις όχθες μιας λίμνης) στήνεται επιδέξια η ανθρωπομορφική ανάπτυξη της έννοιας της απώλειας, ως προέκταση της ατομικής αμφισβήτησης. Το έργο ξεδιπλώνει ενώπιον του θεατή τις δυνατότητες της ισορροπίας ανάμεσα στην λογική συνέπεια των πράξεων και την κατασκευή των φαντασιακών ψευδαισθήσεων, ως παράλληλο χώρο αποδέσμευσης από την καταπίεση και τους περιορισμούς στους οποίους το δρων υποκείμενο εισέρχεται.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γενικότερα, η ιστορία σχετίζεται ανάμεσα σε δύο κεντρικούς ήρωες, έναν άνδρα καθηγητή και μία μητέρα ενός μαθητή. Και οι δύο καλούνται από διαφορετική οπτική αφετηρία να σκηνοθετήσουν την διαχείριση των προσωπικών τους αδυναμιών. Η αίσθηση της απώλειας κυριαρχίας στο επίπεδο της συναισθηματικής ήττας, προκαλεί την συσσωρευμένη αδυναμία συγκρότησης λογικής απάντησης στα πράγματα. Και οι δύο έχουν βιώσει τραυματική εμπειρία. Από ετεροχρονισμένες αφετηρίες έχουν βρεθεί να συνομιλούν και ο ένας να «αντιγράφει» το ρόλο του άλλου, ως γέφυρα που ενώνει τον κόσμο της φαντασίας με τις ανθρώπινες ανάγκες της ψυχολογικής επιβίωσης (ταυτόχρονα με την επιβίωση στο υπαρξιακό και υποστασιακό επίπεδο της ανθρώπινης ζωής). 

Οι ήρωες της ιστορίας καλούνται, όχι απλά να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του κόσμου που δημιούργησαν, αλλά να καταρρίψουν το περιεχόμενο και την ταυτότητα του περιβάλλοντος κόσμου στον οποίο έχουν διασφαλίσει την συναισθηματική του επιφάνεια και να βυθιστούν στην αλήθεια των γεγονότων που προηγήθηκαν. Καλούνται, επομένως, να επανεξετάσουν εαυτόν σε ένα πλαίσιο ασφυκτικής αντίθεσης με τα συνθετικά υλικά αποδοχής του. Ο καθηγητής Όσκαρ (τον ρόλο υποδύεται ο Θανάσης Κουρλαμπάς) έχει δεχθεί επίθεση από έφηβο μαθητή, γεγονός το οποίο δημοσιεύτηκε, χειραγωγήθηκε, διογκώθηκε και στρεβλώθηκε από τα Μέσα Ενημέρωσης. Εκτός εκπαιδευτικού συστήματος, πλέον, καταλήγει στον μοναδικό άνθρωπο του οποίου η γνώση των αδυναμιών του, του εξασφαλίζει την καθοδήγησή του. Είναι ο τεχνητός φίλος που σκαρώνει στο νου του, προκειμένου να δικαιολογήσει τις ενέργειές του. Ακολουθεί βαθύτερες επιθυμίες και ο δισταγμός των αποτελεσμάτων προκαλεί αναστάτωση και θέαση των πραγμάτων ως αδιέξοδο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σε αυτό το σταυροδρόμι συναντά τη μητέρα ενός νεκρού, πια, μαθητή, την Ιρένε (το ρόλο υποδύεται η Παναγιώτα Βλαντή) και μέσα από συμβολικές και αφαιρετικές ψυχαναλυτικές συζητήσεις ανακαλύπτουν τις ατομικές τους αλήθειες, που δεν τους εγκαταλείπουν παρά τις ανάγκες επιβεβαίωσης που διαρκώς διατυπώνουν. Αυτού του είδους η ψυχογραφική, φροϋδικής φύσης, ανάλυση επιτρέπει τους χαρακτήρες του έργου να αποκαλύψουν εσωτερικές και εξωτερικές αλήθειες. Οι πρώτες, αφορούν την κατασκευή του χώρου των ψευδαισθήσεων στις οποίες πλεονέκτημα θεωρείται η ασφάλεια των ηρώων. Ασφάλεια με διπλές συνδηλώσεις. Από τη μία της ψυχικής ηρεμίας και από την άλλη της αίσθησης συνέχειας με το παρελθόν, δίχως να αποκοπεί η πορεία των γεγονότων. Οι δεύτερες, εξωτερικές αλήθειες, είναι τα στηρίγματα και οι γέφυρες τις οποίες αναζητά κανείς στην καθημερινότητά του προκειμένου να επικρατήσει στην κοινή λογική των πεπραγμένων. 

Βασική συνισταμένη του έργου είναι η ανταπόκριση που βρίσκει κανείς στην δική του έκκληση για βοήθεια μέσα από τη βοήθεια την οποία τείνει το εκάστοτε τρίτο πρόσωπο. Διαφορετικά προβλήματα με κοινή ρίζα πρόσληψης. Αυτό το κοινό στοιχείο του τραύματος, που δεν εγκαταλείπει την ιστορία των ανθρώπων, δύναται να αντιμετωπιστεί μέσα από την εξωστρέφεια. Η τελευταία εντοπίζεται στον έρωτα, την επικοινωνία, οι κοινωνικές σχέσεις. Η αναπαραγωγή των αιτιών που καταδυναστεύουν τις ανθρώπινες υπάρξεις, ως ταυτότητες των τραυματικών εμπειριών, περιορίζουν ασφυκτικά τις ζωές των πρωταγωνιστών. Η κατανόηση του υποβάθρου στο οποίο αυτές στηρίζονται είναι η πρώτη μάχη την οποία καλούνται να δώσουν. Και όταν υπερβούν το πρώτο αυτό στάδιο της αναγνώρισης του προβλήματος, τότε μετέρχονται τρόπους κατανόησης της πραγματικότητας που μεσολαβεί ανάμεσά τους.

Η Ελένη Σκότη σκηνοθετεί με μαεστρία το έργο και κατευθύνει τους ηθοποιούς με αίσθηση των ορίων που κάθε ένας εξ αυτών υπηρετεί. Ο Όσκαρ (βλ. Θανάσης Κουρλαμπάς) επικεντρώνεται στην αυτό-ψυχανάλυση και την σωματικής υφής έκταση των συναισθημάτων. Η Ιρένε (βλ. Παναγιώτα Βλαντή) από το τραύμα και τον κόσμο των ψευδαισθήσεων θα αναδείξει τις κρυφές πτυχές της ερωτικής επιθυμίας, της επιθυμίας για ζωή. Πετυχαίνει η σκηνοθέτιδα την ενσυναίσθηση, την οποία τέτοιου είδους έργα διαμορφώνουν στην σχέση τους με τους θεατές. Γνωρίζει το πλαίσιο στο οποίο οφείλει να κινηθεί και μέσα σε αυτό προσδίδει υπεραξία με την δυναμική αποτύπωση των πτυχών της ψυχοσύνθεσης των ηρώων. Δείχνει σεβασμό στις νοηματοδοτήσεις του έργου και τον μεταπλάθει σε αμεσότητα τόσο στην κινησιολογία όσο και στις στάσεις των ηθοποιών στη σκηνή. Μοιάζουν μετρημένες και επιμελώς προσεγμένες οι επιλογές της στην σκηνική καταγραφή των κορυφώσεων του ατομικού και συλλογικού δράματος, γεγονός που την δικαιώνει.

Όσον αφορά τους πρωταγωνιστές της παράστασης, ο Θανάσης Κουρλαμπάς είναι εξαιρετικός. Έχει αφομοιώσει τον ρόλο ως τις τελευταίες του ποιοτικές διαβαθμίσεις. Με ένταση και δυναμισμό προσδίδει ρεαλισμό στις συναισθηματικές διαφοροποιήσεις και με θεατρική τεχνική κατάρτιση ζηλευτεί αναγκάζει τον θεατή να μείνει προσκολλημένος πάνω του μέχρι το τέλος.

Η Παναγιώτα Βλαντή, με την ψυχολογική ακτινογραφία της ερμηνείας της, προβάλει, έτι μία φορά, τα ποιοτικά στοιχεία της προσωπικότητάς της που την μετατρέπουν σε ηθοποιό δραματουργικών ρόλων. Μολονότι δρα σε περιορισμένο χώρο στην σκηνή, εντούτοις διαθέτει την εκφραστική δεινότητα να πολλαπλασιάζει την ένταση των στιγμών. Να πλάθει εκ του μηδενός τις ανάγκες του ρόλου και να τις προσγειώνει στα μέτρα των προωθημένων της ποιοτήτων. Δεν προσδίδει απλά ιδιαιτερότητα διακριτή στο ρόλο. Τον μεταμορφώνει σε θέλγητρο ταυτότητας, γεγονός όχι δεδομένο στο σύγχρονο θέατρο.

Τέλος, η ευγενική συμμετοχή του Χάρη Τσιτσάκη ως καθηγητή του Όσκαρ είναι μαγική. Λειτουργεί ως καθρέφτης συνειδήσεως και παράλληλα ως γέφυρα που ενώνει τους δύο ήρωες της ιστορίας. Υπάρχουν ρόλοι στο θέατρο που υπηρετούν τις νοηματικές προεκτάσεις των έργων με συμβολικές παρουσίες, προσεγμένες αναφορές και υπεύθυνες παρεμβάσεις. Ο ρόλος του Χάρη Τσιτσάκη είναι ανάμεσα σε αυτούς.

Info: Παραστάσεις Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή. Για κράτηση θέσεων & Πώληση εισιτηρίων στο ταμείο του Επί Κολωνώ (Ναυπλίου 12, Αθήνα 104 44 / Τηλ. 2105138067) και στη viva.gr.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.