Είναι σημαντικό κανείς να εντοπίσει τις αστοχίες μιας θεατρικής παράστασης, όταν μάλιστα αποτυπώνεται εξαρχής η ταυτότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά δυσκολότερο να εντοπιστεί το βήμα το οποίο δίνεται από το εθνικό θέατρο στον νέο ταλαντούχο σκηνοθέτη με ή χωρίς εξαιρέσεις. Αλλά ωστόσο αυτό το βήμα δείχνει, κατά κάποιο τρόπο, ένα κλίμα ανανέωσης της παλιάς κοπής -σκηνοθετών και παραστάσεων-.
Η Ηλέκτρα, έργο όψιμης περιόδου του ποιητή (διδάχτηκε 412 ή 411 π.Χ.) και εν μέσω του πελοποννησιακού πολέμου καταγράφει ένα κορίτσι οργισμένο που έχει σκοπό να εκδικηθεί τον φόνο του πατέρα της “υποχρεώνοντας” τον αδελφό της -για την τιμή της οικογένειας- να σκοτώσει τη μητέρα τους, Κλυταιμνήστρα, και τον πατριό τους, Αίγισθο, που καπηλεύτηκε το θρόνο της βασιλείας.
Στην Σοφόκλεια Ηλέκτρα φαίνεται πως μέσω της φυσικής τάξης των πραγμάτων αποζητά ο ποιητής την εσωτερική ισορροπία μιας δίκαιης απόφασης. Κι αν ο Γιουνγκ το 1913 επιλέγει να χρησιμοποιήσει τον όρο «Σύμπλεγμα της Ηλέκτρας» για να αποδώσει την αντιστοιχία του Οιδιπόδειου – όρο κατά τον οποίο ο Φρόυντ έφερε διαφωνίες – γιατί αν το κορίτσι δεν σκοτώσει την μητέρα του δε θα μπορέσει ν’ αυτονομηθεί και ν’ αναπτύξει τη σεξουαλικότητα του, ο θυμός από το θυμικό και το μίσος δε θα κάνουν το μεγάλο άλμα της ανύψωσης, κι αν η Ευριπίδεια ήταν από χέρι Απολλώνιο, εδώ το έργο διακόπτεται χωρίς ουσιαστικά να δίνεται λύση.
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου δημιούργησε ένα περιβάλλον στυλιζαρισμένου ιαπωνικού θρίλερ στα χρόνια της Μεσαιωνικής αυτοκρατορίας. Συνάντησε τον κινηματογραφικό σκηνοθέτη Βερμπίνσκι, φόρεσε το δαχτυλίδι του και έγινε το κέντρο του. Το κέντρο της αυτοκαταστροφής της ηρωίδας, Αλεξίας Καλτσίκη, θα έλεγα, αφού ματαιοπονούσε σε μια ηλεκτρική αόρατη καρέκλα που σκάλιζε συνεχώς και αδιαλείπτως μια κυκλική σχεδία λάσπης και αίματος.
Εμφανέστατες οι επιρροές του σκηνοθέτη από την κινηματογραφική σειρά ταινιών, The ring, – άναρθρες κραυγές, ενδυματολογικό κουστούμι, υστεριάζουσα διακύμανση και ισχυρές στάθμες αποδόμησης, αλλά έχοντας στα υπ’ όψιν του την καθόλου τυχαία εναρκτήρια θρησκευτική πομπή υπό το φως της νυχτερινής ευλάβειας. Μια ευλάβεια που αναδείχθηκε κυρίως μέσω του χορού.
Αδιαμφισβήτητα καλοδουλεμένη παράσταση που τίθεται το ερώτημα, αν επιτυγχάνεται στο τελικό αποτέλεσμα. Ποιος δηλαδή ήταν ουσιαστικά ο στόχος αυτής της παράστασης.
Το κείμενο χανόταν από τους ύμνους (Δημήτριου Σκύλλα) μέσα από τα λευκά φορέματα των καθολικών μοναχών – γυναίκες του Άργους – που φάνηκαν να βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου, αφού η παράσταση απεικονίζει ένα νευρωτικό σύμπαν. Ένας χορός ατάραχος, αλλά πολύ καλά φροντισμένος, έδινε την εντύπωση πως η υμνωδία χώλαινε και κλωτσούσε συνεχώς στο κλίμα της μέχρι που έφτασε στον επίλογο να ξεγυμνωθεί από το πρώτο κουστούμι, ώστε να κυλιστεί στη λάσπη με την ίδια βαρβαρότητα των εγκλημάτων που πλησίαζαν.
Στα επιμέρους, η εικανοπλαστική λαγνεία συνεχιζόταν με τον Ορέστη (Αλέξανδρο Μαυρόπουλο) και τον αμίλητο Πυλάδη (Μάριο Παναγιώτου) να παρευρίσκονται -καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης- σ’ ένα κυκλικό BDSM. Να μεριμνούν δηλαδή να μας αναδείξουν πως ο αγαπημένος του φίλος ήταν επιρροή στο έγκλημα που θ’ ακολουθούσε.
Η Μαρία Ναυπλιώτου ως Κλυταιμνήστρα και η γκεστ εμφάνιση του Χρήστου Λούλη ως Αίγισθος συγκράτησαν τις υστερικές δοξασίες με τις ελάχιστες γκροτέσκο επιρροές επαναφέροντας την ισορροπία των επεισοδίων.
Το ολόλευκο σκηνικό της Νίκης Ψυχογιού έγινε το κέντρο για το δαχτυλίδι της βασιλείας κι ένα φωτογραφικό αποτύπωμα στο μεταίχμιο μιας καινούργιας εποχής που φαίνεται ν’ αλλάζει. Αν αλλάζει.
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή, Πάτροκλος Σκαφίδας
Επόμενοι σταθμοί:
4 Σεπτεμβρίου, Πάτρα, Ρωμαϊκό Ωδείο
10 Σεπτεμβρίου, Ελευσίνα, Παλαιό Ελαιουργείο
14-15 Σεπτεμβρίου, Βύρωνας
19 Σεπτεμβρίου, Παπάγου