Κριτική: «Λευκές Νύχτες» του Φίοντορ Ντοστογιέφσκι σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ασπιώτη

Μια λυρική και αντιθετική συνάντηση αίσθησης και βιώματος σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ασπιώτη στο θέατρο Φαργκάνη στο πλαίσιο του Φεστιβάλ των 57ων στη Θεσσαλονίκη

Οι Λευκές Νύχτες αποτελούν ένα διήγημα από το Ημερολόγιο Ενός Ονειροπόλου του κορυφαίου Ρώσου μυθιστοριογράφου Φιόντορ Ντοστογιέφσκι και παρά το γεγονός ότι το πολιτισμικό- κοινωνικό υπόβαθρο ανάγεται στο μακρινό έτος του 1848, το έργο είναι διαχρονικό καθώς αποτελεί σημείο αέναης συνάντησης και ταύτισης για κάθε ρομαντικό της σύγχρονης εποχής. Ο τίτλος είναι δανεισμένος από τις δηλωτικές «λευκές νύχτες», που είναι ορατές στα όρια των αρκτικών κύκλων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, κατά τις οποίες ο ήλιος δύει μεν, αλλά βρίσκεται ελάχιστα κάτω από τον ορίζοντα με αποτέλεσμα την ύπαρξη αχνού φωτός στον ουρανό. 

Με το συγκεκριμένο φόντο και σε μια συγκινητικά λυρική συνθήκη ο Ντοστογιέφσκι επιλέγει να παρουσιάσει τον νεαρό πρωταγωνιστή του, τον Ονειροπόλο, να περιπλανιέται σε κάποια από τις προκυμαίες της Αγίας Πετρούπολης και, έχοντας στη διάθεση του μόνο τέσσερεις νύχτες, να ζει τις πιο ρεαλιστικές στιγμές της ζωής του διαμέσου του έρωτος. Έτσι λοιπόν, ξεκινά το έργο-εγκώμιο στη φιλία και την αγάπη, με πρωταγωνιστές τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη και την Αλεξάνδρα Αϊδίνη στο θέατρο Φαργκάνη τη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ των 57ων στη Θεσσαλονίκη.

Η δραματουργική επέμβαση του Ασπιώτη στο κείμενο προσέφερε μια ολοκληρωμένη θεατρική σύμβαση και αποτέλεσε μια στρατηγική προσεταιρισμού και ενσωμάτωσης των παρευρισκόμενων στη θεατρική συνθήκη. Συνδυάζοντας στοιχεία του πρωτογενές συγγραφικού υλικού, όπως ο μονόλογος/ εκμυστήρευση του ήρωα και οι διάλογοι του με την ηρωίδα, και διανθίζοντάς το με σύγχρονες λεκτικές υφολογικές αναφορές χιουμοριστικών και μοντέρνων στοιχείων δραματοποίησε τη ρομαντική ατμόσφαιρα. Έστησε τις σκηνές του έργου χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς, διατηρώντας τις ισορροπίες ανάμεσα στο λιτό πνεύμα του συγγραφέα και στις τρομακτικές μεταπτώσεις των ηρώων του. 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι ηθοποιοί με βιρτουόζα ευστάθεια των εκφραστικών μέσων τους δεν αρκέστηκαν μόνο στην έκφραση των προκαθορισμένων λογοτεχνικών νοημάτων αλλά δημιούργησαν πρωτόπειρα σε μια αντίληψη και πρόσληψης της τέχνης ως σωματικής και δημιουργικής δραστηριότητας. Μέσω των ρήσεων και των ιδεών τα γλωσσικά στοιχεία μετουσιώθηκαν σε σωματικά και χειρονομιακά και ενσωματώθηκαν στην ομορφιά της νύχτας υπό του πρίσματος της ερωτικής έλξης.

Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης ενσάρκωσε τον Ονειροπόλο 26χρονο δημόσιο υπάλληλο, κάτοικο της Πετρούπολης, που ανήκει στη μεσαία τάξη και είναι μοναχικός χωρίς φίλους ή γνωστούς. Ο ηθοποιός μέσω της ενσάρκωσης του χαρακτήρα του κατάφερε να άρει τον δυϊσμό σώματος και πνεύματος και να παρουσιάσει το σώμα ως πεφωτισμένο και το πνεύμα ενσαρκωμένο. 

Η 17χρονη ορφανή Νάστινκα, που κατοικεί με την τυφλή γιαγιά της, η οποία την κρατάει αιχμάλωτη στο σπίτι αποδόθηκε από την Αλεξάνδρα Αϊδίνη. Η ηθοποιός χρησιμοποίησε με εκπληκτικό τρόπο την εκφραστικότητα της που επέφερε η σωματική και φωνολογική της συγγένεια και απέδωσε τις αντιθέσεις του ψυχισμού της ηρωίδας της με ευκρίνεια και άνεση.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σημαντική η παρουσία του βιολιστή Στάμου Σέμση επί σκηνής, ο οποίος ανέλαβε τη μουσική επιμέλεια καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου. Η μουσική του κάλυπτε τις μεθοριακές καταστάσεις μεταξύ των σκηνών αλλά είχε και συμπληρωματικό και υποστηρικτικό συνολικό ρόλο καθώς ενίσχυε τις  σχηματοποιημένες δράσεις και συμπεριφορές.  

Το ελάχιστο και λιτό σκηνικό της Ζωή Μολυβδά – Φαμέλη λειτούργησε περισσότερο ως νοητός χωροταξικός άξονας της δραματικής συνθήκης και οριοθέτησε τα διαφορετικά στιγμιότυπα. Οι φωτισμοί, επιμελημένοι από την ίδια, ανέδειξαν τις εντάσεις και τις ατμόσφαιρες των σκηνών και των διαθέσεων των ηρώων μέσα από την εξέλιξη της δράσης. Τα κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδίρη υποδήλωσαν τη σωματικότητα των ηθοποιών κατά αρμόζοντα τρόπο και προσέδωσαν πιστά αλλά διακριτικά την εποχή του έργου με μια διαχρονική χροιά. 

Εν ολίγοις,  πρόκειται για μια σκηνοθετική προσέγγιση η οποία μέσω της ευρείας αισθητικοποίησης και θεατροποίησης μεταμόρφωσε τον πραγματικό χώρο και χρόνο σε μεταβατικό και κατέστησε τους θεατές «αόρατους» ενός λυρικού -αντανακλαστικού- ειδυλλίου.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.