Κριτική / «Μύρτος» από τους 4FRONTAL στο Θέατρο του Νέου Κόσμου: Σιγά, η πατρίδα κοιμάται…

Πως είναι να μπλέκει ο σουρεαλισμός με τον ρεαλισμό; Πώς είναι να μπερδεύεται το παράλογο με το λογικό; Το αστείο με το σοβαρό; Το δράμα και η κωμωδία’; Στο δώμα του Νέου Κόσμου οι περίφημοι 4FRONTAL μας υποδέχονται στο τρίτο πάτωμα του κόσμου του Παύλου Μάτεσι.

Ο Μύρτος είναι ένα οκτάχρονο παιδί που φιλοξενείται από δύο γερόντια και κοιμάται από την ημέρα που γεννήθηκε – για την ακρίβεια γεννήθηκε κοιμώμενο. Κοιμάται επειδή δε θέλει να βλέπει. Δε θέλει να βλέπει αυτόν τον κόσμο, που με επιμονή και αδημονία κοιτάνε τα γερόντια μέσα από τηλεσκόπιο και που μαζί τους παρακολουθούμε και εμείς: την απέναντι εύπορη οικογένεια του Θεόδωρου Γαβριήλ. Ο οποίος Θεόδωρος Γαβριήλ μικρός είχε υποστεί σεξουαλική κακοποίηση από τον υπηρέτη της οικογένειας, Βελισσάριο, ο οποίος εξακολουθεί να είναι στις υπηρεσίες της οικογένειας. Ο Θεόδωρος Γαβριήλ είναι παντρεμένος με την δεσποτική Ντόρα, την οποία απατά με την Μαρίνα, την όμορφη γυναίκα του αγαθού γιού του, Δημήτρη και έχει αφήσει έγκυο την Καλομοίρα, κόρη του κυρ – Σταύρου και της κυρά Διονυσίας που είναι επίσης μέλη του υπηρετικού προσωπικού. Ο Θεόδωρος Γαβριήλ και η Ντόρα έχουν και μια κόρη εκ γενετής ανάπηρη την Περσεφόνη. Ο Μύρτος, καλό είναι για αυτήν την οικογένεια να μην ξυπνήσει ποτέ. Αλλά θα ξυπνήσει. Με τίμημα μεγάλο.. Όλα αυτά τοποθετούνται σε χρόνο λίγο πριν τον πόλεμο του 40 και σε τόπο μιας επαρχιακής πόλης. Σιγά, η πατρίδα κοιμάται…

Με τον Μύρτο ο Μάτεσις καταθέτει ένα δριμύ «κατηγορώ» στην υποκρισία και τον καθωσπρεπισμό μιας κοινωνίας που προσποιείται την άδολη και επαγγέλεται αγνότητα, καθαρότητα και τιμιότητα. Μιας κοινωνίας, που επιτρέπει όλα να συμβούν, που απελευθερώνει βρώμικα πάθη, πραγματώνει δόλιες ιδέες, και ζει και δραστηριοποιείται σε περιβάλλον πλήρους κακίας και ιδιοτέλειας, όλα ενδεδυμένα με ολόλευκο πέπλο κανονικότητας και επίπλαστης καλοσύνης , αφέλειας και αξιοπρέπειας. Ο κόσμος του Μάτεσι, προσποιείται τον αφελή, δεν είναι . Προσποιείται τον αγνό, αλλά απέχει μακράν. Προσποιείται το σοβαρό αλλά είναι γελοίος. Προσποιείται τον ήσυχο και ατάραχο αλλά από μέσα βράζει και φλέγεται.

Ο Μάτεσις  αναδεικνύει μια σπουδαία ηθογραφία όχι χαρακτήρων (αυτό είναι απλά το πρόσχημα) αλλά ηθογραφεί μια ολόκληρη Ελλάδα που προσποιείται και καμώνεται  τη σπουδαία , την ένδοξη και την αθώα κρύβοντας καλά τη βρωμιά. Πολιτεία, Εκκλησία, περίφημοι οικονομικοί παράγοντες και επιφανείς πολίτες  πάντα ενεργοί σε όλη αυτήν την συγκάλυψη της βρωμιάς που αναπόφευκτα κάποτε βγαίνει στην επιφάνεια και που θα αναγκάσει έναν κοιμώμενο Μύρτο κάποτε να ξυπνήσει από τον λήθαργο. Ένας Μύρτος που όσο πραγματικός είναι στον κόσμο του Μάτεσι, τόσο φανταστικός και ιδεατός φαντάζει στον δικό μας κόσμο και γι αυτό πλέον εξυψώνεται σε Ιδέα.

Αυτό το υλικό είχαν ο Θανάσης Ζερίτης, η Νεφέλη Μαϊστράλη και η ομάδα 4FRONTAL να διαχειριστούν. ‘Ένα υλικό καθόλου απλό, απεναντίας βαθιά πυκνό, με χιούμορ υποδόριο και με τραγικότητα υφέρπουσα. Και τελικά αποδείχθηκε ότι ο Μάτεσις τους πάει πολύ.

Σε ένα σκηνικό περιβάλλον (Γεωργία Μπούρδα) ντυμένο στα λευκά με πεπαλαιωμένα πλακάκια (ένας ιδανικός συνδυασμός της χρονικής αναφοράς του έργου αλλά και της υποκριτικής ατμόσφαιρας του), με σκηνικά αντικείμενα κομψοτεχνήματα-μινιατούρες, η ομάδα ξετυλίγει την υπόθεση μέσα από συνεχή ραπίσματα απροσδόκητης φαιδρότητας, εμφανούς ειρωνίας και υπόγειας μελαγχολίας.

Πέντε ηθοποιοί μοιράζονται όλους τους ρόλους, με τρόπο ώστε ο καθένας να ενσαρκώνει εντελώς αντίθετους χαρακτήρες, πράγμα που κάνει την παράσταση ακόμα πιο ενδιαφέρουσα: είναι εντυπωσιακό παραδείγματος χάρη πως η Χρηστίνα Γαρμπή μεταμορφώνεται από την Περσεφόνη, την ανάπηρη κόρη, στην δουλοπρεπή και ταλαιπωρημένη κυρά Διονυσία και αμέσως στην όμορφη και «ανάφτρα» Μαρίνα. Ή πως η Ευαγγελία Καρακατσάνη μπορεί να είναι ταυτόχρονα η δεσποτική Ντόρα – που καθορίζει μοίρες και η πειθήνια Καλομοίρα – που δεν έχει και τόσο καλή μοίρα (και εδώ να σημειώσω πως ακόμα και τα ονόματα που δίνει ο Μάτεσις δεν είναι τυχαία: Θεόδωρος και Θεοδώρα/Ντόρα είναι τα ονόματα του επιφανούς ζευγαριού, μια σαρκαστική αναφορά στη χριστιανική «κανονικότητα» με τα δώρα Θεού)

Έτσι η παράσταση αποκτάει καταιγιστικούς ρυθμούς, απρόσμενες αντιθέσεις και εναλλαγές, με τις σκηνές να εισβάλουν η μία μέσα στην άλλη, και να συνεπαίρνει το κοινό με ερμηνείες που μόνο απλοϊκές και υποτυπώδεις δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Δεν μπορεί να μην βυθιστείς στην ευελιξία και προσαρμοστικότητα της Χρηστίνας Γαρμπή, στα βλέμματα/ξυράφια της Ευαγγελίας Καρακατσάνη, στον υπέροχο Σταύρο Γιαννουλάδη που σε κάνει “δικό του” με το καλησπέρα, στην αρτιότητα του Γιώργου Κισσανδράκη, στην σπιρτάδα του Χάρη Κρεμμύδα. Όλοι μαζί, σε ένα υπόδειγμα ομαδικής δουλειάς, αναπτύσσουν και κορυφώνουν την ιστορία με ένταση, οξυδέρκεια , ενέργεια και κίνηση (μέσα από τη διδασκαλία του Πάνου Τοψίδη)  και σωρεία υπαινιγμών. Το τέλος έρχεται συντριπτικό, τα κουκλόσπιτα ανοίγουν και όλοι, και εμείς μαζί μένουμε έκθετοι στη δυσωδία.

«Και τα μισά να σας αποκαλύψω από τα όσα έχω δει εγώ, εσείς ούτε θα τα δείτε με τα μάτια σας, ούτε θα τα πιστέψετε , ούτε θα τα καταλάβετε ποτέ» είναι τα τελευταία λόγια του αφυπνισμένου Μύρτου που μίλησε για πρώτη φορά. Και είναι αυτό που συνειδητοποιείς ρίχνοντας μια ματιά γύρω σου σε όσα σήμερα συμβαίνουν: ούτε πιστεύεις, ούτε καταλαβαίνεις αυτά που τα μάτια σου βλέπουν.

Πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε εδώ.

Δείτε επίσης