Κριτική: Όρνιθες / Ο Γιάννης Ρήγας αποθεώνει το πολιτικό μανιφέστο του Αριστοφάνη

Μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία όπου το κράτος θα υπηρετεί τους ανθρώπους και εκείνοι δίκαια, γενναιόδωρα χωρίς ίχνος φιλαρέσκειας και εγωκεντρισμού να θέσουν εαυτόν στην ευμάρεια του συνόλου;

Ο Αριστοφάνης το 414 π.Χ. γράφει την αρτιότερη, λυρικότερη και πιο πολυπρόσωπη κωμωδία του. Απογοητευμένος από την έκβαση του Πελοποννησιακού πολέμου και κυρίως από την φιλοδοξία των αρχόντων,συνθέτει το μανιφέστο του. Οι Όρνιθες αποτελούν τοπολιτικό συμπέρασμα μιας σύμβασης θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο οι αντιστάσεις μας επαρκούν για να μείνουμε ακέραιοι και με καθαρή ψυχή απέναντι στην εξουσία.

Παράλληλα, τολμά την αποκαθήλωση των θεών και την πλήρη αποδόμηση των ισχυρών. Ονειρεύεται μια ουτοπία, όπου δημαγωγοί, κρατικοδίαιτοι μνηστήρες και επαγγελματίες επαναστάτες εξορίζονται με συνοπτικές διαδικασίες. Το ερώτημα όμως, παραμένει. Ο μέσος άνθρωπος, ταλαιπωρημένος από μεγαλοϊδεατισμούς και υποσχέσεις μαθαίνει από το παρελθόν του ή είναι καταδικασμένος να παρασύρεται –κάθε φορά- σε ότι νέο ζητάει την υποταγή του.

Δυο αγανακτισμένοι γέροντες ο Πεισθέτερος και ο Ευελπίδης αναζητούν έναν τόπο όπου η ειρήνη και η αξιοκρατία θα κυριαρχούν. Βοηθός στην αναζήτηση τους είναι ο Έποπας ή Τηρέας, πρώην άνθρωπος και νυν βασιλιάς των πουλιών. Όλοι μαζί αποφασίζουν να ιδρύσουν την Νεφελοκοκκυγία. Μια πόλη όπου θα βρίσκεται ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους και θα είναι δίκαιη. Μα η εξουσία έχει τον τρόπο να γλυκαίνει και τους πιο «αθώους».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γιάννης Ρήγας παίρνει το κείμενο του Αριστοφάνη και χωρίς ακκισμούς, διάθεση επιθεωρησιακής επικαιροποίησης και ευκολίας δίνει ψυχή σε έναν λόγο τόσο επίκαιρο που καθηλώνει. Σίγουρα ο σκηνοθέτης κουβαλάει στις αποσκευές του κάτι από την  παράσταση του 1975. Ο ίδιος, τότε, ήταν ένα μαύρο πουλί. Αυτός ήταν ο ρόλος του και η συγκίνηση μεγάλη για ένα έργοπου σημάδεψε το Θέατρο Τέχνης και το 1959 και αργότερα.

Κι όμως, ο Γιάννης Ρήγας καταφέρνει να αποδώσει φόρο τιμής στο παρελθόν κάνοντας μια παράσταση σύγχρονηπου μιλά για το τώρα χωρίς ίχνος μελοδραματισμού. Η παράσταση αρχίζει και τελειώνει με το κουστούμι που είχε σχεδιάσει ο Γιάννης Τσαρούχης. Με στοιχεία που συνθέτουν την καθημερινότητα μας, από την πανδημία -πόσο έξυπνο το παιχνίδισμα των κορονοϊών στην σκηνή και το αντίστοιχο μουσικό θέμα- μέχρι το μεγάλο περίπατο και… το μετρό Θεσσαλονίκης ο σκηνοθέτης στοιχίζει με ξεκάθαρο τρόπο τα προβλήματα μιαςδιεφθαρμένης κοινωνίας δημιουργώντας δίκτυο μεταξύ των εποχών, που αλλοίμονο φαίνεται να μην διαφέρουνιδιαίτερα.

Ο Γιάννης Ρήγας πραγματοποιεί, όμως, κάτι ακόμα παραπάνω. Έχοντας στο οπλοστάσιο του την περίφημη μετάφραση του Κ.Χ. Μύρη (φιλολογικό ψευδώνυμο του Κώστα Γεωργουσόπουλου) αναδεικνύει όλες εκείνες τις λεπτές αποχρώσεις του ποιητή που κεντάνε στο έργο. Ο λόγος αβίαστος υπογραμμίζει τους δύο άξονες που κινείται η αριστοφανική κωμωδία (στον κωμικό ήρωα και στον χορό).

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι ιαμβικές σκηνές είναι απολαυστικές. Μικρά αυτοτελή στιγμιότυπα που έρχονται και απογειώνουν το έργο. Ο Γιώργος Χριστιανάκης πλέκει περίτεχνα τα μουσικά θέματα πλημμυρίζοντας το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου με περισσή νοσταλγία. Η μουσική έχει αναφορές στον Μάνο Χατζιδάκι, αλλά και στον πρόσφατα εκλιπόντα Ένιο Μορικόνε.

Ιδιαίτερη αναφορά στα κουστούμια της Δέσποινας Ντάνη. Ομορφιά είναι η λέξη που ταιριάζει. Ομορφιά και αισθητική. Παστέλ χρώματα και χειροποίητα φτερά, ζωγραφισμένα ένα προς ένα. Ότι πιο εντυπωσιακό έχω δει τον τελευταίο καιρό. Το ίδιο εξαιρετικές και οι μάσκες της Μάρθας Φωκά. Είναι πολύ σημαντικό να βρίσκουν σύνδεση τέχνες και τεχνικές μέσα στο θέατρο και εδώ αυτό συνέβη. Τα κουστούμια και τα προσωπεία αποτελούν δικό τους σώμα στο έργο.

Το σκηνικό της Κέννυ ΜακΛέλλαν λιγότερο πρωτότυπο περιοριζόταν σε μια ξύλινη πλατφόρμα που εξυπηρετούσε επαρκώς τις ανάγκες των ηθοποιών.Ενδιαφέρον υπήρξε η παρουσία ενός δέντρου με δυο παιδιά στις ρίζες του να παρακολουθούν το θέατρο μέσα στο θέατρο ως μπεκετικοί ήρωες. Δεν ξέρω πόσες πρόβες έκανε ο χορός με τον χορογράφο-κινησιολόγο Δημήτρη Σωτηρίου, αλλά το αποτέλεσμα ήταν έξοχο. Προβολές άκρων, ρυθμικές παρελάσεις, άνοιγμα φτερών και πολύ καλός συγχρονισμός.

Ο Ταξιάρχης Χάνος ήταν αποκάλυψη. Κράτησε τονρόλο του Πεισθέταιρου και μας χάρισε δύο ώρες ατόφιας ερμηνείας. Εύγλωττος και άμεσος, χωρίς καμία «αριστοφανική» μανιέρα ήταν ο ιδανικός λαοπλάνος που όπως προδίδει και το όνομα του –Πεισθέταιρος, αυτός που αρέσκεται να νουθετεί, αλλά και υπαινιγμός στον τύραννο Πεισίστρατο, καταφέρνει να ξεγελάσει τους πάντες.

Ο Γιάννης Σαμψαλάκης είναι ο Ευελπίδης. Εξίσου, συμβολικό το όνομα. Ετοιμόλογος, ωραία, δυνατή φωνή, σωστή κίνηση μέσα στον χώρο. Και οι δύο ηθοποιοί καταφέρνουν πολύ καλή χημεία με τον Χρήστο Στέργιογλου ο οποίος ερμηνεύει τον Έποπα. Ο Στέργιογλου έχει έναν τρόπο να κάνει δικό του ότι και να του αναθέσουν. Αυτό το βλέπουμε τόσο στο θέατρο όσο και στην μεγάλη οθόνη. Απόλυτα συγκεντρωμένος, ακόμα και όταν βρισκόταν στο πίσω μέρος της σκηνής,ήταν μπροστά στα μάτια σου. Όταν έκανε την εμφάνιση της στην σκηνή η Ιρις με το εκπληκτικό κατάλευκο κουστούμι ακούστηκε ένα μακρόσυρτο επιφώνημα στην πλατεία. Η Κλειώ Δανάη Οθωναίου ως έξαλλη αγγελιοφόρος έρχεται να προειδοποιήσει τους αποστάτες για την οργή των θεών. Μια μεταμοντέρνα ντίβα με κλονισμένο νευρικό σύστημα. Ήταν απολαυστική.

Ο μεγάλος πρωταγωνιστής των Ορνιθών ήταν ο χορός των πουλιών. Εικοσιπέντε ηθοποιοί ως ένα σώμα απελευθέρωσαν τόση ενέργεια και ένταση που μας ξεσήκωσαν. Όπως προανέφερα η κίνηση τους ήταν πολύ καλά δουλεμένη και όλο μαζί το αποτέλεσμα είναι καθολικά άξιο.

Εδώ να πούμε ένα μεγάλο μπράβο στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος που μέσα σε δύο μήνες και υπό αυτές τις συνθήκες υποστήριξε μια παραγωγή με τόσους συντελεστές.

Ο Γιαννης Ρήγας με την ομάδα του καταφέρνει να απογειώσει τους Όρνιθες μέσα από μια αλληλουχία συμβολισμών και εύστοχων σχολίων αναδεικνύοντας όλο το πολιτικό υπόβαθρο του αριστοφάνειου λόγου ανάγοντας το σε φιλοσοφικό αξίωμα για το κατά πόσο ο άνθρωπος μπορεί να διαφέρει από αυτό που προσπαθεί να αποφύγει.