Κριτική: Τρεις αδελφές / Ένα ποιητικό ρέκβιεμ από τον Δημήτρη Καραντζά

Η Όλγα, η Μάσσα και η Ειρήνα Πραζόρωφ μετά τον θάνατο των γονιών τους ζουν μαζί με τον αδερφό τους Αντρέι σε μια επαρχία της Ρωσίας, όπου είχαν μετακομίσει συνοδεύοντας τον αξιωματικό πατέρας τους. Εκεί, περνάει η ζωή τους νωχελικά και αδιάφορα αναπολώντας την Μόσχα. Την δική τους Μόσχα. Συχνά θυμούνται τον νεκρό πατέρα τους και μιλάνε για την ζωή που άφησαν πίσω τους. Σε όλη την διάρκεια του έργου ο συγγραφέας δεν αναφέρει πουθενά το όνομα της πόλης που ζουν. Η μόνη πόλη που έχει σημασία είναι η Μόσχα…

Το 1900 ο Άντον Τσέχωφ έγραψε το θεατρικό δράμα «Τρεις αδελφές». Ένα έργο που όλα τα πρόσωπα στοιχειώνονται από το παρελθόν, παραμελούν το παρόν και προσδοκούν ένα μέλλον που όμως, δεν τολμούν να διεκδικήσουν.

Όταν ο Τσέχωφ έγραψε το έργο βρισκόταν σε μια κατάσταση όπου και ο ίδιος ένιωθε απομονωμένος και απομακρυσμένος από την αγαπημένη του Μόσχα. Ο ίδιος για λόγους υγείας παρέμενε καθηλωμένος στην Γιάλτα, όπου και έγραψε το αριστούργημα του.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το στοιχείο που κυριαρχεί σε όλα τα έργα του Ρώσου δραματουργού είναι η πεποίθηση πως η ευτυχία βρίσκεται σε ένα άλλο τόπο και σε έναν άλλο χρόνο. Αυτό συμβαίνει στις Τρεις αδελφές και αυτό πολύ σωστά αναδεικνύει ο ευρηματικός σκηνοθέτης της παράστασης Δημήτρης Καραντζάς. Οι χαρακτήρες του έργου περνάνε από μια διαρκής ρευστότητα ψυχικών καταστάσεων μπερδεύοντας ολοένα το όνειρο με την πραγματικότητα. Μια στωική παραδοχή της καθολικής φθοράς των πραγμάτων, αλλά και των ανθρώπων. Όλα τα βάσανα τους θα εξαφανιστούν μέσα από το μαγικό ραβδάκι ενός μέλλοντος που τους οφείλει ή ακόμα καλύτερα τους χρωστάει μια ευτυχία απροσδιόριστη και πολλές φορές ουτοπική. Ο σκηνοθέτης πιστός στην υπερ-ρωσικότητα του συγγραφέα ακουμπάει την σκηνοθετική του φόρμα αφενός στην λυρικότητα που κρύβει το κείμενο και αφετέρου σε όλες εκείνες τις αποχρώσεις που μαρτυρούν ένα πολιτισμό που χάνεται. Υπάρχει έντονη επανάληψη στερεότυπων εκφράσεων και όλο αυτό με έναν αυτοματισμό που λειτουργεί περισσότερο ως εμμονή παρά ως υγιής επιθυμία. Παντού υπάρχουν αντικείμενα που μας θυμίζουν την σύνδεση με το παρελθόν. Στρατιωτικές στολές, σημύδες, μπάμπουσκες, σαμοβάρια και μια Μόσχα που περιμένει.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών της παράστασης είναι στο σύνολο τους υποδειγματικές. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ρόλο της Όλγας παραδίδει, για άλλη μια φορά, μαθήματα υποκριτικής. Είναι προστατευτική με έντονη την αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στην οικογένεια της. Μιλά πρώτη και είναι εκείνη που δίνει τις πρώτες πληροφορίες για το τι ακριβώς συμβαίνει. Η Καραμπέτη δεν έχει ούτε μια στιγμή που να παρασύρεται από την υπερβολή που έχουν έτσι κι αλλιώς οι ηρωίδες του Τσέχωφ. Αντιθέτως, με δυνατό λόγο κρατάει την αρχή και το τέλος του έργου.

Η Μαρία Κεχαγιόγλου είναι η Μάσσα. Καταφέρνει εξίσου να πείσει ως το πρόσωπο που φλέγεται περισσότερο από όλους στο έργο. Είναι παντρεμένη και ερωτεύεται τον Βερσίνιν. Είναι η πιο προσγειωμένη από τις τρεις αδελφές. Η ηθοποιός περνάει από τον ρεαλισμό στον ρομαντισμό με ακρίβεια χωρίς καμία επιτήδευση.

Η Αθηνά Μαξίμου είναι η Ειρήνα. Ευάλωτη, ποιητική και όμορφη πάνω στη σκηνή. Είναι το πρόσωπο που αναφέρει περισσότερο την Μόσχα από οποιονδήποτε άλλο. Η ντελικάτη εμφάνιση της Μαξίμου και η στακάτη της άρθρωση της πηγαίνουν πολύ σε αυτό το ρόλο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Δημήτρης Πιατάς με την εμπειρία του είναι ως γιατρός Τσιμπουτίκιν λειτουργεί ως ειρωνεία και αυτό γιατί είναι ο μόνος που έχει, ως ρόλος, επαφή με την πραγματικότητα. Ξέρει πολύ καλά πως Μόσχα, όπως την φαντάζονται, δεν υπάρχει. Είναι υπέροχος στο πως περνάει από το κωμικό στο δραματικό στοιχείο. Στον ρόλο του αντισυνταγματάρχη Βερσίνιν ο Αιμίλιος Χειλάκης. Ο ρόλος του Βερσίνιν είναι καταλυτικός. Φέρνει ανατροπές και συσχετίζεται με όλα τα πρόσωπα. Ο Χειλάκης με την αμεσότητα του και την φυσική θεατρική του παρουσία δεν γίνεται να μην ξεχωρίσει. Καταφέρνει να δώσει βάθος στον χαρακτήρα χωρίς να βαρύνει τον ρόλο.

Η Σύρμω Κεκέ είναι ακριβής και πείθει στο ρόλο της Νατάσα. Υιοθετεί μια σκηνοθετημένη, υποκριτική υστερία που λειτουργεί τονωτικά στο έργο. Τον Αντρέι Σεργκέγεβιτς παίζει ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης ο οποίος καταφέρνει να αποδώσει τον άνθρωπο που έχει συνθλιφτεί από τις επιθυμίες των άλλων. Συγκεκριμένα της γυναίκας του και των αδερφών του. Ο Γιάννης Κλίνης στον ρόλο του Κουλίγκιν και συζύγου της Μάσα είναι η ήρεμη δύναμη που παρακολουθεί με την ανάλογη στωικότητα την ζωή του να αλλάζει. Η υπέροχη Υβόννη Μαλτέζου ως παραμάνα είναι εκπληκτική. Αεικίνητη και συναισθηματική. Λατρέψαμε τις εκφράσεις της. Ο Ορφέας Αυγουστίδης, επίσης, άμεσος και καλοδιαβασμένος ως βαρώνος Τουζενπαχ. Η χημεία του με την Μαξίμου είναι εξαιρετική. Ο Νίκος Μάνεσης κρατάει τον ρόλο του Φεντότικ. Εμφανίζεται να τραβάει φωτογραφίες και να σταματάει τον χρόνο. Φρέσκια παρουσία και όμορφη κίνηση. Στον ρόλο του Σολιόνι ο Αινείας Τσαμάτης. Ο ηθοποιός ταιριάζει γάντι στον εκρηκτικό λοχαγό που μοιάζει να ακροβατεί μεταξύ τρέλας και λογικής. Τέλος, η Ευδοξία Ανδρουλιδάκη ως Φεραμπότ ταιριάζει πολύ εύστοχα ως στοιχείο ενός στάσιμου περιβάλλοντος.

Στο έργο υπάρχει ακόμα ένας ρόλος. Το σκηνικό της Μαρίας Πανουργιά είναι συγκλονιστικό. Όταν ανοίγει η αυλαία το μόνο που βλέπουμε είναι μια σταθερή κατασκευή και στις εσοχές της να στέκονται οι τρεις ηθοποιοί. Σιγά σιγά το σκηνικό γεμίζει με αντικείμενα που εκτός από σημειολογική αναφορά έχουν και χρονική.  Ο χρόνος περνάει και οι αναμνήσεις από τις εποχές, τις γιορτές και όλες τις στιγμές στοιβάζονται σε ζωές που ασφυκτιούν. Οι ηθοποιοί περνούν πάνω από τα έπιπλά και μοιάζουν να πνίγονται από τις ίδιες τις μνήμες τους. Τα κουστούμια της Ιωάννας Τσάμη πιστά και εκείνα στην σκηνοθετική γραμμή του Δημήτρη Καραντζά κάνουν αναφορές στη Ρωσία και στις πολυτελείς ημέρες που έζησε. Το εύρημα με τα κοριτσίστικα φορέματα που προς το τέλος εξισώνονται σε κανονικά φορέματα είναι πολύ έξυπνο. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου προσδίδουν όλο ο συνωμοτικό σκηνικό της εποχής και η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού, παραπέμπει σε εκκλησιαστικούς ήχους, επίσης έντονο δραματουργικό στοιχείο και η κίνηση του Χρήστου Παπαδόπουλου αναδείκνυε όλο το ρευστό του χρόνου που όμως λειτουργούσε κυκλικά.

Οι Τρεις αδελφές είναι μια παράσταση που έρχεται με ένα φορτισμένο, αλλά καθόλου επιτηδευμένο τρόπο, να μας θυμίσει τους μηχανισμούς του συγγραφέα και την ελπίδα για ένα μέλλον που θα έρθει να δικαιώσει όσους το τολμούν να το διεκδικήσουν.

Info: «Τρεις αδελφές» του Άντον Τσέχωφ, από 17/1 και κάθε Τετάρτη-Κυριακή στο Θέατρο Βεάκη (Στουρναρη 32, Αθήνα / 21 0522 3522).