Στην πρόβα της «Απαγωγής της Τασούλας» στο θέατρο Σταθμός: Ποιητική για έναν έρωτα, που θα μπορούσε να ήταν και μύθος

Κυριακή μεσημέρι και  μπαίνοντας στο φουαγιέ του Θεάτρου Σταθμός μας υποδέχονται η Ελένη Στεργίου και ο Δημήτρης Καπετανάκος με λόγια από το ίδιο το κείμενο της παράστασής τους.

Λίγα λεπτά μετά θα βρεθούν μαζί επάνω στη σκηνή, υποδυόμενοι τον Κώστα και την Τασούλα, δυο νέα παιδιά που έρωτάς τους συντάραξε το πανελλήνιο στις αρχές της δεκαετίας του 50.  Δυο νέοι που ο έρωτας τους, έφερε τη διχόνοια ανάμεσα σε δύο ιστορικές οικογένειες της Κρήτης και ολόκληρο το νησί στα πρόθυρα εμφύλιας διαμάχης.

Αυτό είναι και το βασικό υυλικό πάνω στο οποίο βασίστηκε η παράσταση των This Famous Tiny Circus theater group, κατά κόσμον Κωνσταντίνου Μάρκελλου και Ελένης Στεργίου, οι οποίοι μετά τον «Καραφλομπέκατσο και την Σπυριδούλα», παράσταση που ξεχώρισε τις δύο προηγούμενες σαιζόν, επιστρέφουν με διαφορετικό ύφος, στον ίδιο όμως δημιουργικό και καλλιτεχνικό άξονα που κινούνται όλα αυτά τα χρόνια.

Αυτήν την φορά , έχουν γράψει οι ίδιοι το έργο και μάλιστα σε έμμετρη μορφή, κάτι που κάνει την παράσταση τους αυτή πολύ ιδιαίτερη σε επίπεδο κειμένου.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Είναι ένα καινούριο πρωτότυπο έργο το οποίο έχει γράψει ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος», θα μας πει η Ελένη Στεργίου σε ένα διάλειμμα από την πρόβα.. «Είναι εμπνευσμένο από μια πραγματική ιστορία του 50, του Κώστα και της Τασούλας και αυτήν την ιστορία την βρήκα τυχαία πριν 3,5 χρόνια περίπου, ψάχνοντας κάποιες ιστορίες αγάπης μέσα στον εμφύλιο μόλις έπεσα πάνω της , σταμάτησα να ψάχνω πια, και έσκυψα αποκλειστικά πάνω σε αυτήν γιατί μου κέντρισε πολύ το ενδιαφέρον. Είδα ότι έχει κάνει μια δημοσιογραφική έρευνα ο Τάσος Κοντογιαννίδης και βρήκα ότι υπάρχει και ένα  βιβλίο από τις εκδόσεις Άγκυρα, το οποίο έχει πλέον εξαντληθεί  και μας έδωσε ο κ. Κοντογιαννίδης το τελευταίο αντίτυπο και έτσι ξεκινήσαμε να κοιτάμε αυτήν την ιστορία περισσότερο»

Θα δούμε την ίδια την ιστορία; H απάντηση έρχεται από τον Κωνσταντίνο Μάρκελλο: «Όχι, αυτή η ιστορία αγάπης είναι μόνο το θεμέλιο, πάνω στο οποία αναπτύξαμε το δικό μας βλέμμα. Δεν μας αφορά να αφηγηθούμε την ίδια την ιστορία, αλλά αυτή να γίνει η βάση, να εμπνευστούμε από εκεί και να μιλήσουμε για κάτι άλλο. Για το πώς η κοινή γνώμη αντιμετώπισε το γεγονός» και εξηγεί «Ερευνώντας τα αρχεία είδαμε ότι ο κόσμος είχε μια πολύ μεγάλη ανάγκη στην μετεμφυλιακή Ελλάδα να φτιάξει μια νέα μυθολογία, να φτιάξει νέους ήρωες και έτσι ήταν σαν να επέλεξε αυτούς τους δύο νέους ανθρώπους, οι οποίοι έκαναν αυτό που κάνουν όλοι οι άνθρωποι, ερωτεύονται, για να δημιουργήσει, να πιστέψει και να εμπνευστεί από  ένα μύθο. Έτσι ξεκινήσαμε να σκεφτόμαστε πως θα γίνει η συμπύκνωση της ιστορίας, έτσι ώστε να κεντράρουμε δραματουργικά σε αυτό, στην ανάγκη του κόσμου να φτιάχνει ήρωες ή και αποδιοπομπαίους τράγους μερικές φορές»

Στη σκηνή βρίσκονται όλοι οι ηθοποιοί, σίδερα φυλακής χωρίζουν τον Κώστα και την Τασούλα, και από πίσω κάνει την είσοδό του και ο μουσικός της παράστασης Οδυσσέας Κωνσταντόπουλος ενώ ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος δίνει το ρυθμό με ένα μικρό ξυλόφωνο. Αντιλαμβάνεσαι εύκολα, πως η μουσική σε αυτήν την παράσταση είναι κυρίαρχη και αποτελεί σημαντικό παράγοντα στη διαμόρφωση της ατμόσφαιρας της παράστασης. Μελωδική, σε δρόμους κρητικής παραδοσιακής μουσικής (τουλάχιστον όσα προλάβαμε να ακούσουμε) και η βαρύτητα της στο έργο φαίνεται από την επιλογή του σπουδαίου Νίκου Ξυδάκη να αναλάβει την επιμέλεια της σε πρωτότυπα τραγούδια.

Αυτή η αίσθηση της μουσικότητας και της αρμονίας είναι διάχυτη σε όλη την παράσταση, μιας ακόμα και ο λόγος είναι  έμμετρος και ποιητικός. Γιατί έμμετρος; «Είναι ολόκληρη ιστορία πως καταλήξαμε σε αυτήν την απόφαση. Οδηγηθήκαμε εκεί από την ίδια την ιστορία» θα μας εξηγήσει ο Κωνσταντίνος. «Ανακαλύψαμε μια επικοινωνία ανάμεσα σε αυτήν και τον Ερωτοκριτο, σχέση που γίνονταν όλο και πιο ισχυρή στη σκέψη μας και στη δραματουργία και αποφασίσαμε να πατήσουμε πάνω στα μοτίβα και το ύφος του έργου του Κορνάρου , κι ενώ δεν είχαμε καμιά πρόθεση, καταλήξαμε να γράψουμε ένα έμμετρο κείμενο, το οποίο έχει συχνές αναφορές στο πρότυπό του  και έχει μια έντονη διακειμενικότητα, δηλαδή έχει μια εσωτερική συνομηλία και με τον Ερωτόκριτο και με άλλα έργα της Κρητικης Αναγέννησης.»

Και ποια ακριβώς είναι αυτή η σχέση μεταξύ τους, μετράει απλά και μόνο ότι και οι δύο έχουν θέμα τους μια ερωτική ιστορία στην Κρήτη; «Θα σας πω ένα παράδειγμα» συνεχίζει ο Κωνσταντίνος και διακρίνεις στα μάτια του τη θέρμη και την αγάπη με την οποία έσκυψε και δούλεψε πάνω σε αυτό το πολύ ιδιαίτερο υλικό, «Σε μια συζήτηση που είχαμε με τον Γιώργο Μπλάνα ο οποίος είναι φιλολογικός σύμβουλος της παράστασής μας, φτάσαμε σε ένα στιγμιότυπο από τον Ερωτόκριτο, όπου η Αρετούσα μόνη μέσα στο δωμάτιο του αυτοεξορισθέντος Ερωτόκριτου, ανακαλύπτει μέσα σε ένα συρτάρι στίχους τους οποίους είχε ακούσει να τραγουδιούνται κάτω από το παράθυρό της. Εκεί καταλαβαίνει ότι αυτός ο νέος, τον οποίο φαντάζονταν ως το άλλο της μισό, ήταν ο Ερωτόκριτος και ψάχνοντας τα χαρτιά ανακαλύπτει και  μια ζωγραφιά δική της που είχε κάνει ο ίδιος και εκεί δηλώνει στην παραμάνα της ότι είναι κι εκείνη ερωτευμένη με τον Ερωτόκριτο.  Με αφορμή αυτό, η συζήτηση κινήθηκε γύρω από τι είναι αυτό που ερωτευόμαστε, αν είναι ο άλλος ή αν είναι το είδωλό μας στα μάτια του άλλου, δηλαδή αυτό που ο άλλος έχει μέσα του για μας,. Επί της ουσίας επιστρέφουμε στον ίδιο μας τον εαυτό, αυτό που ερωτευόμαστε είναι το γεγονός ότι ξυπνάμε τον πόθο σε έναν άλλο άνθρωπο και κάναμε έναν παραλληλισμό εκείνη τη στιγμή, ότι η  Αρετούσα είναι ο Κώστας και η Τασούλα και η ζωγραφιά της είναι τα δημοσιεύματα στα οποία ο κόσμος όλος μιλούσε με θαυμασμό για αυτούς. Στην ουσία οι άνθρωποι αυτοί ερωτεύτηκαν την εικόνα που έφτιαξε ο υπόλοιπος κόσμος για αυτούς, την εικόνα του ηρωικού και μυθικού ζευγαριού»

Κάτω από όλο αυτό σκεπτικό, γεννήθηκε και η ιδέα του ρόλου του Ποιητή-Αφηγητή, ρόλο που δικαιωματικά θα λέγαμε κράτησε για τον εαυτό του. «Ο ποιητής είναι αυτός που στην ουσία συμπυκνώνει όλη αυτή τη διάθεση και την πρόθεση και την ανάγκη του θαυμασμού της κοινής γνώμης. Ο ποιητής είναι αυτός που βλέπει αυτούς τους δύο νέους στο δρόμο να ξεκινούν ένα αθώο ερωτικό παιχνίδι φλερτ  με τα βλέμματά τους και αποφασίζει να κινήσει τα νήματα έτσι ώστε να τους κάνει να ερωτευθούν, και το καταφέρνει. Και αφού το καταφέρνει, μετά προσπαθεί να τους σπρώξει όλο και περισσότερο στο να κάνουν όλο και μεγαλύτερες και σπουδαιότερες πράξεις , έτσι ώστε να μείνουν στην ιστορία ως ένα μυθικό ζευγάρι γιατί η πρόθεση του ποιητή, ο οποίος έχει επιστρέψει από αυτοεξορία του στο εξωτερικό λόγω του εμφυλίου, είναι ένας άνθρωπος του πνεύματος ο οποίος δεν άντεχε αυτήν την συνθήκη, είναι να χτίσει στα ερείπια του πολέμου κάτι, και εμπνεύστηκε αυτόν τον έρωτα. Δε θα αποκαλύψω το τέλος αν τα κατάφερε τελικά.» θα μας πει γελώντας.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δίπλα του, η Ελένη Στεργίου θα μας πει για την Τασούλα της: «Η Τασούλα είναι ένα κορίτσι το οποίο κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια, μένει στο σπίτι της μαζί με τους γονείς της, εκεί εργάζεται ως ανυφάντρα η Φερενίκη η οποία είναι ξαδέρφη του Κώστα, ερωτεύεται ‘έναν άντρα κατώτερης τάξης, κάθε βράδυ κάθεται τον ζωγραφίζει και τον σκέφτεται, κάποια στιγμή από μια γκάφα που κάνει, την ανακαλύπτει η Φερενίκη με επακόλουθο να το μάθει ο Κώστας. Μέσα από την πλοκή, καταλαβαίνουμε ότι ο έρωτας αυτός είναι αμοιβαίος και εκεί ξεκινάει και φουντώνει αυτός ο έρωτας και έτσι καταλήγουμε στο γεγονός της απαγωγής, και μετά δεν σας λέω τι γίνεται για να έρθετε να δείτε την παράστασή μας.»

Λακωνικός και κάθετος ο Δημήτρης Καπετανάκος, έχει μπει για τα καλά στο πετσί του ρόλου του, του Κώστα «Ερμηνεύω τα ρόλο του Κώστα  ο οποίος αγαπά την Τασούλα, έχει μια διαδρομή με πάρα πολλά εμπόδια, διαδρομή που διανύουμε σε κάθε έρωτα στην προσπάθειά μας να κατακτήσουμε το αντικείμενο του πόθου μας»

Η Ελένη Βλαχου, υποδύεται την Φερενίκη και θα μας μιλήσει με πολύ αγάπη γι αυτήν: «Η Φερενίκη είναι η ξαδέλφη του Κωστή και η ανυφάντρα της Τασούλας . Παίζει ένα ρόλο –κλειδί στην ιστορία . Στην αρχή δεν θέλει αυτοί οι δύο νέοι να βρεθούνε μαζί, οπότε προσπαθεί να εμποδίσει αυτήν την ένωση, στην πορεία όμως την αποδέχεται και την στηρίζει. Την βλέπουμε να κρατάει κάποιες αντιστάσεις μέχρι το τέλος μιας και έχει πιο παραδοσιακές αρχές, ωστόσο βλέποντας ότι δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο και ότι αυτοί οι δύο πρέπει να μείνουν μαζί, κάνει ό,τι μπορεί για να τους βοηθήσει. Στο τέλος, τραγική ειρωνία, μένει μόνη της, είναι η μόνη που μένει μόνη της  και αυτό την κάνει τραγική φιγούρα»

Ο Νικολής Αβραμάκης εχει το ρόλο του Νικηφόρου «Φέρω τον Νικηφόρο», θα μας κλείσει το μάτι, «Ο  Νικηφόρος είναι αυτός που «φέρει τη νίκη» σε όλους τους φίλους, είναι ο ιδανικός φίλος. Είναι αυτός ο οποίος αντιπροσωπεύει την αγάπη της ολιστικής φιλίας απέναντι στον άλλο άνθρωπο. Είναι ο ιδανικός άγγελος προστάτης και ο βράχος των καταστάσεων που πάντα χρειαζόμαστε και όλοι θέλουμε να έχουμε δίπλα μας».

Το σκοτάδι της φυλακής διαδέχεται το λιοπύρι του κρητικού κάμπου στη σκηνή του Θεάτρου Σταθμός.  Η Τασούλα έχει απαχθεί, ο Κώστας στο πλευρό τους και στο κατόπι τους όλο το νησί. Δεν ξέρω αν είναι αυτή η ποιητικά δοσμένη σκηνή, αν είναι η μελωδία του Νίκου Ξυδάκη,ή  η πολυφωνική ερμηνεία του αγγελικά ερμηνευμένου τραγουδιού ,που το αίσθημα της συγκίνησης σε κατακλύζει. Εκεί ανάμεσα στα βάτα του σκηνικού του Κωνσταντίνου Ζαμάνη, γεννιέται  μια πολύ ιδιαίτερη και εξόχως ατμοσφαιρική παράσταση, σε ένα σταυροδρόμι όπου το νέο ελληνικό θέατρο συναντιέται με τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ, τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και τον Βιτσέντζο Κορνάρο, χάρη στον Κωνσταντίνο Μάρκελλο και την Ελένη Στεργίου.

Πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ