Στην πρόβα της «Βάσσα» από τον Ένκε Φεζολλάρι στο Vault: «Φέτα ζωής» από ρωσικό θέατρο με βαλκάνιες αποχρώσεις

Στον τρίτο όροφο του Vault, επικρατεί δημιουργικός πυρετός. Ο Ένκε Φεζολλάρι , με ένα δυναμικό οκτώ ηθοποιών, ρίχνει τη δική του ιδιαίτερη ματιά στο εμβληματικό έργο του Μάξιμ Γκόρκι «Βάσσα»,ένα έργο  γραμμένο πριν την επανάσταση του 1917, συμπληρωμένο μετά από αυτήν στην μετάφραση του Αλέξανδρου Κοέν.

Μπήκαμε στην πρόβα και γίναμε μέτοχοι σε αυτήν την δημιουργική ατμόσφαιρα, πήραμε τη θέση μας ανάμεσα στον κύκλο των ηθοποιών, και κοινωνήσαμε κομμάτι από την έμπνευση, το βλέμμα και την καθοδήγηση του Ένκε, περπατήσαμε μαζί  στα χνάρια του Γκόρκι και της «Βάσσας» του, μιλήσαμε με τους ηθοποιούς, και συνειδητοποιήσαμε ότι εδώ υπάρχει πολύ πάθος, περίσσιο μεράκι, και ένας αχαλίνωτος οίστρος και έμπνευση.

Ο σκηνοθέτης για μια ακόμη φορά καταπιάνεται με το αγαπημένο του θέμα, τις γυναικείες μορφές σε πατριαρχικές δομές κοινωνίας που καταφέρνουν να ξεχωρίσουν, να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους και να αναδειχθούν πρωταγωνίστριες, είτε πρόκειται για ιστορικά πρόσωπα (όπως πχ στην περίπτωση της Λιλής Ζωγράφου στο «Επάγγελμα Πόρνη» ή στο βαθιά συγκινητικό «Που ‘ναι η μάνα σου μωρή») είτε για κλασικές μορφές της δραματουργίας. Έτσι, μετά την «Μπερνάρντα Άλμπα», το «Τελευταίο ψέμα», την «Ορκισμένη Παρθένα» στο Φεστιβάλ Αθηνών, και το «Η αγάπη άργησε μια μέρα», έρχεται η Βάσσα να πάρει τη θέση της σε αυτό το γυναικείο ψηφιδωτό του Φεζολλάρι.

«Με αυτό το έργο, ολοκληρώνεται ένας κύκλος με θέμα την γυναίκα στην πατριαρχική κοινωνία.» ομολογεί ο ίδιος συμπληρώνοντας κλείνοντας πονηρά το μάτι «αν ποτέ μπορεί να κλείσει ένα τέτοιος κύκλος»

Στο ερώτημα «γιατί Βάσσα και γιατί σήμερα;» , η απάντηση ήρθε άμεσα «γιατί είναι ένα πολύ σύγχρονο έργο! Στο έργο συμβαίνει αυτό που συμβαίνει και σήμερα: οι ήρωες είναι εγκλωβισμένοι, η νέα γενιά είναι βαλτωμένη σε ένα σπίτι που τα θεμέλια τρίζουν, που η περιουσία του είναι φτιαγμένη με απάτες και ίντριγκες, οι έννοια της αγάπης (μητρικής, πατρικής, ερωτικής συζυγικής) είναι και εδώ εξίσου διαστρεβλωμένη όπως είναι σήμερα, οι ρόλοι είναι μπερδεμένοι, η κοινωνία βρίσκεται στην ίδια τρικυμία, ο Γκόργκι προβλέπει το καινούριο που έρχεται με την επανάσταση, και υπάρχει διάχυτος ο φόβος και η αναστάτωση. Υπάρχει μια φράση στο έργο, που χαρακτηρίζει απόλυτα τη σημερινή μας εποχή, αυτό που βιώνουμε και εμείς σήμερα σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο: «τι παράξενη εποχή! Κάτι σαν να προετοιμάζεται, κάτι σαν να γίνεται, και στο τέλος δεν γίνεται τίποτα!» Και από την άλλη η Βάσσα είναι μια γυναίκα που είναι προσκολλημένη σε αξίες που τελικά απέτυχαν ή δεν εφαρμόστηκαν.»

Για Τρίτη φορά η Αθηνά Τσιλύρα , στέκεται μαζί του και γίνεται αδιαμφισβήτητα η Μούσα του σκηνοθέτη.Την παρακολουθώ στην πρόβα μιας σκηνής με τον Χρήστο Μουστάκα (τον έχουμε γνωρίσει από την Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη και το μουσικό θέατρο, καλλιτέχνης με την πλήρη σημασία του όρου), πόσο αφοσιωμένη είναι στο κείμενο και τις σκηνοθετικές οδηγίες, πόσο βαθιά έχει κατακτηθεί από την ηρωίδα της, πόσο η Βάσσα ξεχειλίζει μέσα από τις κινήσεις της, τα βλέμματά της, τη θέση και τη στάση του σώματος της.

«Με την Αθηνά έχουμε δουλέψει σε όλες τις εκφάνσεις» μας λέει ο Ένκε και πραγματικά λάμπει το πρόσωπό του. «Υπάρχει συνεργασία, υπάρχει αγάπη και είναι εμφανής αυτό. Είναι σπουδαία ηθοποιός και κερδίζω και εγώ πολλά από αυτήν.» 

Λίγο αργότερα η ίδια θα μας πει για την Βάσσα της: «είναι μια δογματική γυναίκα, με αυστηρούς κανόνες και ηθική, που την κάνουν σκληρή στην προσπάθειά της να προστατεύσει τα παιδιά της, την επιχείρησή της, την οικογένειά της αλλά αυτό δεν υπάρχει και σήμερα στις μανάδες και στην αγάπη που τρέφουν για τα παιδιά τους; Και σήμερα δεν παραγκωνίζεται το ανθρώπινο κομμάτι; Αυτό, είναι και που καταστρέφει όλους, το κυνήγι της ευτυχίας μέσα από τον πλουτισμό ξεχνώντας την ανθρωπιά, την τρυφερότητα και την αγάπη» Αλλά θα μας μιλήσει και με πολύ αγάπη για τον Ένκε: «Τον αγαπώ πολύ! Είναι δημιουργικός, ευφάνταστος και το κυριότερο, έχει την ικανότητα να σου ανοίγει δρόμους, τους οποίους εσύ θα πρέπει να περπατήσεις.»

Δίπλα της ο Χρήστος Μουστάκας, πληθωρικός, να αφήνει το δικό του στίγμα στη σκηνή:  «Κάνω τον Προχόρ, το μπον βιβερ θείο της οικογένειας. Μετά από τρία χρόνια, είναι η πρώτη φορά που εμφανίζομαι στη σκηνή και παρόλο που δεν προτιμώ τις πρόζες , η προηγούμενη συνεργασία μου με τον Ένκε στην «Αληθινή απολογία του Σωκράτη» με την Σπείρα-Σπείρα  με οδήγησε σε αυτήν την συνεργασία. Στο πρόσωπο του ‘Ενκε, βλέπω έναν γνώστη  όχι μόνο του θεάτρου, αλλά του ρωσικού θεάτρου, που είναι πολύ ιδιαίτερο, ο οποίος εδώ το παντρεύει με βαλκανικά στοιχεία. Και βέβαια, έχουμε και την Αθηνά η οποία είναι βράχος και όλοι μας στηριζόμαστε επάνω της παίρνοντας από αυτήν δύναμη και ενέργεια».

-«Γιουκοσλαβικά, κομμουνιστικά!», φωνάζει ο Ένκε δίνοντας το στίγμα της ερμηνείας που προσπαθεί να εκμαιεύσει από τους ηθοποιούς του, και υποδεικνύοντας την ατμόσφαιρα της παράστασης.

Στη σκηνή βρίσκεται ο Βασίλης Τσιγκριστάρης, ο οποίος υποδύεται δύο ρόλους: «Είμαι ο Σεμιόν, ο μεγάλος γιος της Βάσσα», μας λέει, «είμαι παντρεμένος με τη Νατάλια, έχω σύφιλη η οποία σιγά –σιγα με κυριύει και παρόλο που φέρομαι μικροαστικά και εγωιστικά, θέλοντας απλά και μόνο να παρω το μερίδιο της περιουσίας και να ζήσω τη μεγάλη ζωή, πίσω από το προσωπείο της αδιαφορίας κρύβω ένα παιδί γεμάτο ευαισθησίες και τραύματα που δεν έχουν επουλωθεί. Σαν Μιχαήλ, έμπιστός της Βάσσα, μηχανορραφώ και εξυπηρετώ κρυφά σχέδια της Βάσσας, όχι όμως από κακία ή φθόνο αλλά από αφοσίωση στο πρόσωπό της.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Ορνέλα Λούτη μας μίλησε για τη Νατάλια της: «Είναι μια λαϊκή γυναίκα χαμηλής τάξης, που παντρεύεται τον Σεμιόν, γιο της Βάσσας και επιδιώκει να ανέβει κοινωνικά. Μέσα από τη συμπεριφορά της διαπιστώνουμε τα χαρακτηριστικά μιας αμαθούς, στερημένης, φιλόδοξης αλλά υποταγμένης γυναίκας που βρίσκεται περιχαρακωμένη στο οικογενειακό “κάστρο” της, πνιγμένη στις προλήψεις, με μοναδική της έγνοια το συμφέρον και την καλοπέραση, που δεν διαισθάνεται, ακόμα, τι γίνεται στον κόσμο. Ζει με μια πηγαία αφέλεια τη  ζύμωση και το στρόβιλο των γεγονότων , και δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται τις νέες φιλοσοφικές και ιδεολογικές αναστροφές. Ωστόσο μέσα από την ψυχογράφηση της ο Γκόρκι επιτρέπει να διαφανούν ψήγματα καλοσύνης και κατανόησης, ως παράθυρα ελπίδας για την αφύπνιση των προλετάριων.»

H Μαρία Καρακίτσου υποδύεται την Άννα, την μεγάλη κόρη της οικογένειας η οποία «παντρεύτηκε από έρωτα παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας της και ζει τα τελευταία χρόνια στην πόλη. Ψύχραιμη γυναίκα, αποφασιστική και ανεξάρτητη. Πραγματικό «παιδί» της Βάσσας και της εποχής της. Μεγαλωμένη μέσα στο σκληρό περιβάλλον των Ζελεσνώφ, σε μία εποχή όπου οι παλιές αξίες και η ηθική έχουν εκπέσει αλλά δεν έχουν ακόμα αντικατασταθεί από καινούριες, στο καζάνι της προεπαναστατικής Ρωσίας που συνεχώς βράζει (είμαστε μόλις επτά χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση), είναι ικανή για όλα προκειμένου να επιβιώσει και να πετύχει το στόχο της. Αγαπάει τα αδέλφια της και δεν είναι κακιά. Συντάσσεται όμως με τη μητέρα της στην επιτακτική ανάγκη να κρατηθεί ακέραια η επιχείρηση και είναι αποφασισμένη να το πετύχει με οποιοδήποτε κόστος.»

Ο Νικόλας Φραγκιουδάκης, ερμηνεύει τον μικρότερο γιο τον Πάβελ και θα μας πει ενθουσιασμένος: «Υποδύομαι τον Πάβελ Ζελεσνώφ. Είναι ο μικρότερος γιος της οικογένειας και παντρεμένος με την Λουντμίλα. Είναι ένας καταπιεσμένος χαρακτήρας με συναισθηματική αστάθεια. Ξεκινάει από μειονεκτική θέση σε σχέση με τα αδέρφια του, αφού έχει μεγαλώσει γνωρίζοντας ότι είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης και ως εκ τούτου λειτουργεί με ένα αίσθημα μειονεξίας που μεταφράζεται με επιθετική συμπεριφορά σε όλη την οικογένεια. Κόμπλεξ, θυμός, οργή ,ακραίες αντιδράσεις καταπίεση , συνθέτουν ένα χαρακτήρα που δρα στα άκρα».

Η Λία Τσανά είναι η Λουντμίλα, γυναίκα του Πάβελ και νύφη της Βάσσα: «Είμαι μία κοπέλα που επιθυμεί να ζήσει, είναι εγκλωβισμένη σε έναν ανεπιθύμητο γάμο αναζητώντας ευχαρίστηση σε  αντρικές παρέες που έτσι οδηγούμαι σε λάθος δρόμους. Ψάχνω την ευτυχία και την ελευθερία, ελπίζω για ένα καλύτερο αύριο και είμαι η μόνη που δεν διεκδικώ τίποτα από τα χρήματα της οικογένειας. Η Λουντμίλα, το μόνο που ζητάει είναι η ελευθερία της, έχοντας πάντα δίπλα της την Βάσσα που είναι ο μόνος άνθρωπος που αγαπάεικαι νιώθει κοντά της»

Τον θίασο συμπληρώνει η Άντα Γιαννουκάκη, στο ρόλο της υπηρέτριας,  νέο αίμα στο θεατρικό σανίδι. Με μεγάλα εκφραστικά μάτια, μια απόλυτα θεατρική φιγούρα, ο ίδιος ο Ένκε δηλώνει ενθουσιασμένος για αυτήν του την επιλογή και το «κούμπωμα» της στον πολύ ιδιαίτερο ρόλο της.

Ενώ αποχωρούμε ενθουσιασμένοι ο Ένκε Φεζολλάρι ορμητικός. κοφτερός με σπινθηροβόλο βλέμμα, συνεχίζει να ενορχηστρώνει τις σκηνές βήμα το βήμα, λέξη τη λέξη.

Πήραμε έντονη τη μυρωδιά από μια παράσταση που προβλέπεται να καταλάβει μια σπουδαία θέση στα θεατρικά δρώμενα της σεζόν τις αμέσως επόμενες ημέρες. ‘Ένα πολύ σπουδαίο κείμενο, μια ομάδα αφοσιωμένων και εργατικών ηθοποιών, και ένας σκηνοθέτης, ο οποίος όχι μόνο μελετά την ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά γενναιόδωρα τη μεταφέρει αυτούσια και ρεαλιστικά στη σκηνή, αποτελούν τις καλύτερες εγγυήσεις για υψηλές συγκινήσεις στον τρίτο όροφο του Vault.

Πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ