Στις πρόβες της παράστασης «Σχόλιο για την Ηλέκτρα» στο Θησείον: ό,τι μεγαλώνει στην μοναξιά γίνεται άγριο

Τρία νέα παιδιά από την ερχόμενη Τετάρτη 8 Μαΐου στο θέατρο Θησείο, ρίχνουν το δικό τους βλέμμα στην περίφημη Ηλέκτρα του Σοφοκλή, φωτίζοντας στιγμές και ιδέες της αρχαίας τραγωδίας που παραμένουν διαχρονικές και επίκαιρες μέχρι τις μέρες μας.

Επισκεφθήκαμε ένα απόγευμα το θέατρο, και μοιραστήκαμε με τον Γιώργο Ματζιάρη, τον Κωνσταντίνο Γιουρνά και τον Φώτη Κουτρουβίδη την αγωνία για αυτό τους το εγχείρημα, την ατμόσφαιρα δημιουργικότητας της παράστασης και αυτό το πνεύμα της αναζήτησης μέσα από σωματικούς και υποκριτικούς δρόμους της σοφόκλειας αλήθειας.

Αφουγκραστήκαμε τις ανάσες τους, ασπαστήκαμε το πάθος τους, παθιαστήκαμε με τις εμμονές τους  συμμεριστήκαμε τον σπαραγμό τους, προβληματιστήκαμε στα ερωτήματα και διλήμματά τους. Μιλήσαμε μαζί τους, για αυτό το πολύ ιδιαίτερο αποτέλεσμα αυτής της σπουδής τους στο αρχαίο δράμα (γιατί περί σπουδής και αναζήτησης πρόκειται) τους συμβολισμούς του και τις απεικονίσεις του στη σημερινή πραγματικότητα, για τους ρόλους τους και την απόδοσή τους.

Με άξονα την αρχή των τριών ανδρών υποκριτών, όπως ακριβώς παίζονταν τα αρχαία δράματα στην εποχή τους ο Γιώργος Ματζιάρης, η ψυχή και σκηνοθέτης της παράστασης, μας μεταφέρει κυριολεκτικά στα άδυτα ενός έργου που βάζει καίρια ερωτήματα όχι μόνο για την ψυχή αλλά και για τη θέση και στάση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία, απέναντι στην πολιτεία.

Και οι τρεις στα λευκά, με ενιαία και μοναδική φωνή ως χορός, να μοιράζονται τους χαρακτήρες του έργου, με της Ηλέκτρας το πρόσωπο καλυμμένο από λευκό ύφασμα που παραμορφώνει, με άσπρα γάντια για την Χρυσόθεμη – ανέγγιχτη του εγκλήματος, κόκκινη μύτη  για τον Παιδαγωγό που ανατρέφει και υποδαυλίζει, πορφυρό μανδύα εξουσίας για την Κλυταιμνήστρα, ποδιά χασάπη για τον Ορέστη που μεταφέρει την ψεύτικη σορό του. Αίμα που προσπαθεί να ξεπλυθεί και δεν ξεπλένεται παρά μόνο με αίμα, αποτυπώνοντας με ευστοχία αυτήν την αναζήτηση και τους προβληματισμούς  του ποιητή.

Γιατί όμως «Σχόλιο για την Ηλέκτρα» και όχι ξεκάθαρα «Ηλέκτρα»; «Κατ αρχάς η παράσταση είναι βασισμένη πάνω στην τραγωδία του του Σοφοκλή, έχει γίνει κάποια διασκευή του μύθου, κάποια κοψίματα, δεν έχουμε κρατήσει κάποια πράγματα, έχουμε προσθέσει άλλα, οπότε θεώρησα ότι θα είναι πολύ πιο δίκαιο να μην κρατηθεί ο τίτλος Ηλέκτρα του Σοφοκλή, από την στιγμή που δεν είναι αυτούσιο το κείμενο» μας εξηγεί ο Γιώργος Ματζιάρης.  «Έτσι κι αλλιώς τρεις φιγούρες ανδρικές, αφηγούμαστε, γινόμαστε οι ρόλοι αυτού του σύμπαντος οπότε είναι λογικό να μπει ένας άλλος τίτλος, ο οποίος βρήκαμε ότι πιο ταιριαστός είναι αυτός, ότι κάνουμε ένα σχόλιο πάνω στο μύθο.»

Και αυτομάτως γεννιέται το ερώτημα, ποιο είναι αυτό το σχόλιο; «Τι θέλουμε να πούμε…μεγάλο ερώτημα αυτό! Ουσιαστικά αυτό που θέλουμε είναι να θέσουμε ερωτήματα όχι να δώσουμε απάντηση. Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα 2500 χρόνια πριν; Το κείμενο είναι για μένα άκρως πολιτικό. Δίνει μια άλλου τύπου διάσταση στα πράγματα. Ο ίδιος ο ποιητής έτσι κι αλλιώς μέσω του έργου μιλάει πολιτικά. Το πρώτο και σπουδαίο: Όταν μια πόλη, μια δημοκρατία παραλύει, το αμέσως επόμενο είναι να υπάρξει αυτή η κατάσταση, ο ένας να φάει τον άλλον» μας λέει με νόημα.

«Και μετά» συνεχίζει «πως το διαπραγματεύεται ουσιαστικά το έργο; πως ο φόνος τιμωρείται με φόνο, θέτοντας τη φύση του δίκαιου λόγου και της πράξης γιατί η Ηλέκτρα ουσιαστικά δε ζητάει δικαιοσύνη , αντίποινα ζητάει, φόνο με φόνο. Και ισχύει και σήμερα αυτό, η ζωή σου – ο θάνατός μου, όλοι μας διαθέτουμε αυτό το κομμάτι, να πατήσουμε πάνω στον άλλον για να ανέβω, αυτό είναι ουσιαστικά το σχόλιο μας για την Ηλέκτρα. Ένα ερωτηματικό: έχουμε αλλάξει πολύ; έχουμε παραμείνει πρωτόγονοι;»

Λειτουργεί η αρχαία τραγωδία σε κλειστό θέατρο, συλλαμβάνονται τα νοήματα της από το κοινό; «Εξαρτάται ο τρόπος που τη δίνεις, τελικά.» μας λέει με σπινθηροβόλο, σίγουρο βλέμμα. « Όλα τα έργα μπορούν να παιχτούν σε διάφορους χώρους, ανάλογα με τη σκηνοθεσία , τι έχει ο καθένας στο κεφάλι του, τι θέλει να πει μέσα από αυτό , το συγκεκριμένο έργο, έτσι όπως το έχουμε εμείς δομήσει είναι για κλειστό χώρο γιατί έχει μια ενέργεια η οποία φτάνει στο θεατή ουσιαστικά σε απόσταση αναπνοής γιατί και ο χώρος που παίζουμε είναι πολύ μικρός, παίζουμε δηλαδή σχεδόν δίπλα στους θεατές οπότε ναι. Απερίφραστα λειτουργεί».

Αυτό το σπινθηροβόλο βλέμμα, αυτή η έκφραση ικανοποίησης που ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του όταν μιλάει για την παράσταση, είναι ενδεικτικό της μελέτης, της δουλιάς και της φροντίδας που έχει προηγηθεί για να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα. «Δεν έχει τέλος αυτή η τραγωδία»  μας λέει και εξηγεί «είναι σαν ένας κύκλος που ανοίγει όλο και πιο πλατιά και σε οδηγεί κάθε φορά σε άλλους δρόμους . Εμείς το δουλεύουμε δύο χρόνια τώρα. Ουσιαστικά έγινε μια παράσταση στην Ελευσίνα στα Αισχύλεια το 2017, ένα working progress, ανοιχτή πρόβα θα το έλεγα εγώ. Ορμώμενοι από εκεί, φτάσαμε στο σημερινό αποτέλεσμα, το οποίο δεν έχει καμιά σχέση με την πρωτογενή «παράσταση».  Ήταν πολύ ενδιαφέρων αυτός ο δρόμος που διανύσαμε, η όλη διαδικασία της επεξεργασίας και της εξέλιξης, οι πρόβες που κάναμε, που συνεχώς γεννούσαν υλικό, ακόμα και τώρα λίγες ημέρες πριν την πρεμιέρα, ακόμα βγάζουμε πράγματα».

Υλικό που είναι διακριτό, στη σκηνοθετική γραμμή του, η οποία τονίζει και φωτίζει αυτό το πολυσύνθετο μωσαϊκό του φιλοσοφικού υπόβαθρου της τραγωδίας. «Προσπαθώ να μην κάνω «σκηνοθετίτιδες». Δεν ξέρω αν το καταφέρνω.» μας λέει με συστολή και πλήρη ενσυναίσθηση του έργου με το οποίο έχει καταπιαστεί. «Προσπαθώ να αφήσω το ένστικτό μου να ακούσει πραγματικά αυτό που γράφει το έργο. Να μην μπω στη διαδικασία να βγάλω ξαφνικά ένα φωσφορούχο σπαθί πάνω στη σκηνή με led και τέτοια χωρίς να υπάρχει.»

Η πρόβα συνεχίζεται , και αυτό που διακρίνεις είναι το πνεύμα της ομοψυχίας που κυριαρχεί στην αντρική τριάδα των ηθοποιών, μια αόρατη αλυσίδα που τους δένει σε δύο επίπεδα: στην μεταξύ τους φυσική σκηνική σύνδεση και αλληλεπίδραση, αλλά και στην σχέση των χαρακτήρων που υποδύονται μεταξύ τους. Με σωματικές ανάσες, φωνητικές αρμονίες, στάσεις και θέσεις κορμιού και εκφράσεις προσώπων σκιαγραφούνται οι ήρωες ως σώματα και ψυχές.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Κωνσταντίνος Γιουρνάς ενσαρκώνει την Κλυταιμνήστρα και τον Ορέστη, σε μια πραγματικά αξιοσημείωτη σύζευξη θύτη και θύματος. «Είναι δύο ρόλοι γραμμένοι με ανεξίτηλα γράμματα στην αρχαία ελληνική γραμματεία» μας λέει γεμάτος ενθουσιασμό. «Έχει τρομερό ενδιαφέρον όταν κάνεις μια θηλυκή φιγούρα όπου προσπαθείς να αντιληφθείς και το μέγεθός της και την γυναικεία της πονηριά μέσα από έναν άλλον τρόπο, τελείως αντρικό . Είναι πολύ δύσκολο. Αυτό που είναι πολύ ενδιαφέρον είναι ότι προσπαθείς να βρεις το δίκαιο από πολλές και διαφορετικές πλευρές. Αντιλαμβάνεσαι ότι η Κλυταιμνήστρα κάνοντας αυτόν τον φόνο του Αγαμέμνονα, εκπροσωπεί ένα δικό της δίκαιο και προσπαθείς όλο αυτό να το φέρεις και να ακουστεί και το δικό της δίκαιο. Από την άλλη ο Ορέστης είναι το εξιλαστήριο θύμα, υπάρχει μια προφητεία για εκείνον που τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή όπου πρέπει απλά να σκοτώσει τους φονιάδες του πατέρα του κι έτσι έρχεται στο Άργος να σκοτώσει την μητέρα του, Είναι τρομερά ενδιαφέρον να σκοτώνεις τον εαυτό σου, κάνοντας και τον Ορέστη και την Κλυταιμνήστρα προσεγγίζεις αυτό το δίπολο . Καταλαβαίνω πάρα πολύ στο κομμάτι του Ορέστη ότι είναι υποκινούμενος και από την αδερφή του και από τον παιδαγωγό, μεγαλωμένος να φέρει εις πέρας το δύσκολο αυτό έργο.»

Ο Φώτης Κουτρουβίδης υποδύεται την Χρυσόθεμη και τον Παιδαγωγό. «Η Χρυσόθεμις είναι η αδερφή της Ηλέκτρας, είναι αρκετά συμβιβασμένη με ό,τι έχει συμβεί, δε συμφωνεί με τον τρόπο της Ηλέκτρας και προσπαθεί να τη συνετίσει και να την προστατεύσει από την αντίδραση που έχει και από την ανάγκη της να επιβληθεί το δίκαιο σε αυτό που έχει γίνει. Παρ’ ότι φαίνεται δειλή, θεωρώ έχει τη δύναμη της λογικής και είναι ένα πρόσωπο το οποίο στο σήμερα θα ήταν αυτή η οποία  επιβιώνει από τέτοιου είδους αντίξοες καταστάσεις ακριβώς γιατί είναι προσαρμοστική, ξέρει να προσαρμόζεται στις καταστάσεις και έχει την υπομονή να περιμένει να επιβληθεί το δίκαιο. Δεν είναι ότι δεν θέλει τη δικαιοσύνη, απλά τη ζητά με έναν πολύ πιο διπλωματικό τρόπο» μας λέει σε ένα διάλειμμα φορώντας ακόμα τα γάντια της ηρωίδας του.

«Ο παιδαγωγός από την άλλη, είναι ένας από τους ηθικούς αυτουργούς του εγκλήματος, είναι αυτός ο οποίος έσωσε τον Ορέστη και τον πήρε μακριά όταν η Κλυταιμνήστρα δολοφόνησε τον Αγαμέμνονα και ουσιαστικά είναι αυτό ο οποίος έχει «προπονήσει» τον Ορέστη για το έγκλημα. Είναι καταλύτης ο ρόλος του, εμείς συγκεκριμένα στην παράσταση έχουμε φτιάξει και μία καρικατούρα, εκεί που πάει να θολώσει τα νερά, λέγοντας ότι πέθανε ο Ορέστης , χρησιμοποιώντας εκείνη τη στιγμή ένα προσωπείο.  Η θέση του παιδαγωγού είναι πολύ ξεκάθαρη: θέλει να επιβληθεί το δίκαιο και θέλει να σώσει και το τομάρι του γιατί ξέρει ότι αν ο Ορέστης δε σκοτώσει την Κλυταιμνήστρα θα πέσει και το δικό του κεφάλι επειδή έσωσε τον Ορέστη»

Και ο χορός; «Eίναι το κομμάτι της κοινής λογικής, το κομμάτι που αντιμετωπίζουμε σαν καθολική φωνή ο οποίος άλλοτε παίρνει το μέρος της Ηλέκτρας, άλλοτε προσπαθεί να τη συνετίσει, άλλοτε φοβάται, είναι ο μέσος άνθρωπος.»

Ο ίδιος ο Γιώργος Ματζιάρης ερμηνεύει την Ηλέκτρα. «Αφηγούμαι, δεν θα πω ερμηνεύω την Ηλέκτρα» με διορθώνει. «Είναι ένα σύμπαν ουσιαστικά μιας πόλης, ουσιαστικά  η πόλη νοσεί και  ο ποιητής έχει δώσει στην πόλη  ένα όνομα,  Ηλέκτρα και η νόσος της φαίνεται στους πολίτες της. Είναι ένα σύμπαν με διάφορες διακυμάνσεις στα όρια του αδύνατου να ερμηνευθεί. Ο Σοφοκλής την Ηλέκτρα την χαρακτηρίζει ως Ερινύα, ότι έχει χάσει την ανθρώπινη μορφή της. Σκεφτόμουν πάρα πολύ πως θα μπορούσε να αποδοθεί αυτό χωρίς να φαίνεται περίεργα, και κατέληξα στο πανί στο πρόσωπο το οποίο αλλοιώνει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Υπάρχει ο φόνος της Κλυταιμνήστρας, εκεί τελειώνει για εμάς το έργο. Η ερώτηση. Δεν έρχεται ποτέ ο Αίγισθος. Τελειώνει στο pick του, σε αυτό που την καίει, θέλει να πεθάνει η μάνα της, τέρμα. Κι εκεί αποκαλύπτεται και το πρόσωπο. Μετά το θάνατο της Κλυταιμνήστρας, εξανθρωπίζεται μέσα από το έγκλημα και εκεί απευθύνεται ουσιαστικά το «Χτύπα, δυο φορές αν μπορείς», παίρνοντας πια μια τελείως ανθρώπινη υπόσταση, πιο συνειδητή.»

Η πρόβα συνεχίζεται, ενώ εμείς αποχωρούμε με την αίσθηση ότι κάτι πολύ σπουδαίο γεννιέται στο θησείον – ένα θέατρο για τις Τέχνες. Μια παράσταση φρέσκια και νεανική που ενσκύπτει με αγάπη στο υλικό του Σοφοκλή, το σκαλίζει και φέρνει στην επιφάνεια και στο ζοφερό σήμερα τους θησαυρούς του που λάμπουν. Αποχωρούμε έχοντας ακόμα στο μυαλό  μας τα λόγια του Γιώργου Ματζιάρη «Για μένα υπάρχει ακόμα το ερώτημα, για το ποιος τελικά κάνει το φόνο, ο Ορέστης; εκείνη; είναι άλλο το χέρι που δίνει την ώθηση εκείνου του χεριού για να συμβούν τα πράγματα. Θύτης; Θύμα; δεν έχω απάντηση

Και δεν μπορούμε να κλείσουμε, εάν δεν μεταφέρουμε αυτούσιο αυτό το εξαιρετικό κείμενο του, για την παράσταση, που την Τετάρτη 8 Μαΐου θα ανοίξει και τις πόρτες της στο κοινό:

«Ο άνθρωπος, όταν μένει για πολύ καιρό μόνος του, αγριεύει. Αγριεύει και ξεχνάει. Ξεχνάει πως είναι να νιώθει.
Κι όσο ο χρόνος περνάει, ξεχνάει όλο και περισσότερο. Ξεχνάει γιατί συνήθισε πια. Συνήθισε να είναι μόνος, να τρώει μόνος, να παλεύει μόνος, να κοιμάται μόνος. Κάποτε ήταν εξημερωμένος, μα τώρα πια αγρίμι στο κλουβί της μοναξιάς του. Αλλά ακόμη κι αν σπάσεις τις κλειδαριές και του ανοίξεις την πόρτα, είναι δεμένος με αόρατες αλυσίδες. Κι όσο κι αν θέλει να ελευθερωθεί, δεν θα το σκάσει γιατί συνήθισε. Συνήθισε την αγριότητα. Θέλει πολύ χρόνο και υπομονή για να εξημερωθεί ξανά, κι αν δεν είσαι διατεθειμένος να του τα προσφέρεις, άφησέ τον ήσυχο μέσα στο κλουβί του, σαν ένα λιοντάρι που περνάνε και το φωτογραφίζουν κι εκείνο απλώς γρυλίζει, γιατί δεν ξέρει ή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Γιατί συνήθισε. Γιατί το αναγκάσανε να συνηθίζει.
Μην απορείς μαζί του, μην τον λυπάσαι. Είναι πολύ πιο δυνατός απ’ όλους εσάς τους «εξημερωμένους». Κρύβει μια δύναμη που όμοιά της δεν έχεις συναντήσει. Τη φυλάει καλά κρυμμένη. Κι όταν έρθει ο κατάλληλος άνθρωπος, θα την απελευθερώσει και θα ελευθερωθεί. Μα μέχρι τότε άφησέ τον, αγάπα τον από μακριά. Θα ‘ρθει εκείνος σε σένα. Μην ξεχνάς ότι είναι αγρίμι. Και τα αγρίμια έχουνε μάθει να επιτίθενται, να παλεύουν για κάτι μόνο όταν υπάρχει λόγος. Για μια πληγή που αιμορραγεί, για ένα θήραμα, για μιαν αγέλη, για μια πατρίδα που θα σε αναστήσει. Ό,τι μεγαλώνει στη μοναξιά, γίνεται άγριο… και επιβιώνει.
» Ηλέκτρα…

φωτογραφίες: Τζίνα Σκανδάμη 

Πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ