Αφιέρωμα / Άρθουρ Μίλερ: Ο ασυμβίβαστος της αμερικανικής λογοτεχνίας

«Η αποστολή του θεάτρου, τελικά, είναι να αλλάξει τους ανθρώπους, να τους κάνει να αποκτήσουν μεγαλύτερη συνείδηση για το τι μπορούν να κάνουν».
Άρθουρ Μίλερ

O Άρθουρ Μίλερ είναι ένας από τους μεγαλύτερους δραματουργούς του εικοστού αιώνα. Γεννημένος το 1915 στην Νέα Υόρκη με εβραϊκή καταγωγή. Ο πατέρας του Πολωνός-εβραίος μετανάστης, όπου πλούτισε ως έμπορος και η μητέρα του Αμερικανίδα δασκάλα. Λόγω του οικονομικού Κραχ του 1929 στις ΗΠΑ, η οικογένεια του καταστράφηκε και εκείνος αναγκάστηκε να εργασθεί από πολύ μικρός. Πρώτα λογοτεχνικά ερεθίσματα υπήρξαν τα έργα του Άγγλου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς και ο Ρώσος  Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Σπουδάζει αγγλική φιλολογία, θεατρολογία και δημοσιογραφία. Αρχίζει να παίρνει μέρος σε λογοτεχνικούς και θεατρικούς διαγωνισμούς, όπου και διακρίνεται. Γράφει τα πρώτα του θεατρικά κείμενα και παράλληλα αναπτύσσει πολιτική δράση.

Με το έργο «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» (1947), αρχίζει να γίνεται αντιπαθής στην συντηρητική Αμερική, αφού το θέμα του έργου είναι η ανάμειξη των ΗΠΑ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πως επιτήδειοι βιομήχανοι πλούτισαν από αυτό τον πόλεμο.

Η μεγάλη χρονιά του Μίλερ είναι το 1949, όταν κέρδισε  το Βραβείο Πούλιτζερ, το Βραβείο Τόνι και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης, για το διάσημο «Ο θάνατος του εμποράκου» σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, το οποίο του έφερε παγκόσμια αναγνώριση. Το έργο θεωρείται από πολλούς κριτικούς ως το σημαντικότερο δείγμα γραφής της Αμερικάνικης λογοτεχνίας. Η ιστορία έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία και αποτελεί τον απόηχο της προσωπικής εμπειρίας του συγγραφέα από την οικονομική καταστροφή του πατέρα του. Ακολούθησαν πολλά έργα όπως Οι μάγισσες του Σάλεμ, Σπασμένο γυαλί, Ψηλά από την γέφυρα, Το τίμημα και άλλα πολλά.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Άρθουρ Μίλερ είναι από τους δημιουργούς που ενώ αγαπήθηκε από όλο τον κόσμο, στην Αμερική, την πατρίδα του, όχι μόνο λογοκρίθηκε, αλλά και εκδιώχθηκε. Αιτία οι πολιτικές του θέσεις και ο πύρινος λόγος του, που συχνά έφερνε σε δύσκολή θέση την φασίζουσα ιμπεριαλιστική Αμερική. Θύμα του Μακαρθισμού, στερείται εξόδου από την χώρα και συλλαμβάνεται με την κατηγορία του φιλοκομουνιστή. Αρχικά καταδικάζεται, το 1957 για να αθωωθεί ένα χρόνο μετά.

Η δράση του συνεχίζεται τόσο συγγραφικά όσο και δημοσιογραφικά. Γράφει σενάρια για τον κινηματογράφο και αρθρογραφεί σε αμερικάνικες εφημερίδες, όπου παίρνει θέση ανοιχτά για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, την λογοκρισία, τον ρόλο της Αμερικής στις σχέσεις Ισραήλ και Παλαιστίνης, την CIA και τον πόλεμο στο Ιράκ.

Το συγγραφικό του ύφος είναι επηρεασμένο από τον Ίψεν, τα δράματα του Σαίξπηρ και τις τραγωδίες του Σοφοκλή. Καταπιάνεται με θέματα που μιλούν για τα ανθρώπινα αδιέξοδα, την απελπισία, το στείρο κοινωνικό πλαίσιο και τον αιώνιο αγώνα του ανθρώπου μπροστά στο καλό και στο κακό.

Στην Ελλάδα έχει αγαπηθεί ιδιαίτερα και πολλοί σκηνοθέτες ανεβάζουν τα έργα του, με πρώτη παράσταση το 1947, από το Θέατρο Τέχνης και το έργο «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αποσπάσματα από συνεντεύξεις του Άρθουρ Μίλερ

 «Ως πριν από λίγα χρόνια το μεγαλύτερο κομμάτι της Αμερικής αγωνιζόταν για την επιβίωση. Τώρα αγωνίζονται όλοι για την καλοπέραση. Τέλος πάντων, πέρα από τα αστεία, οι συνθήκες σήμερα είναι πολύ καλύτερες απ’ ό,τι παλαιότερα. Μόνο που εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα εκείνη η παλαιά ιστορία που θέλει τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι και τους φτωχούς να μην μπορούν να ξεφύγουν εύκολα από τη μοίρα τους».

«Να σας πω την αλήθεια δεν είχα ούτε έχω στο μυαλό μου ένα συγκεκριμένο κοινό. Γράφω όπως μου έρχεται. Γράφω όπως ξέρω να γράφω. Γράφω αυτό που αισθάνομαι… Ξέρω επίσης ότι γράφω ένα έργο που ίσως πάει ένα κοινό να το δει, μπορεί όμως και να μην πάει κανείς να το δει. Επομένως δεν ξέρω ποιοι αποτελούν το κοινό των έργων μου γενικότερα, ούτε ύστερα από τόσα χρόνια που γράφω».

«Θεωρώ ότι η τέχνη λειτουργεί ενστικτώδικα, δεν είναι κάτι που το μαθαίνεις. Πολλοί υποστηρίζουν το αντίθετο, αλλά εγώ δεν το πιστεύω. Ο καλλιτέχνης έχει να κάνει με το πώς βλέπει ο ίδιος τη ζωή, με τι μάτια την αντιμετωπίζει».

«Η δουλειά μου εστιάζει στη ρίζα της ζωής, εάν όντως υπάρχει, γιατί σήμερα η οικογένεια είναι διαλυμένη και οι άνθρωποι δεν ζουν πλέον για πολύ καιρό στο ίδιο μέρος. Η μετακίνηση, ίσως, είναι μέρος της ανησυχίας μας. Μάς εξοικειώνει με την ιδέα ότι τίποτα δεν διαρκεί για πάντα».

«Η Μέριλιν ήταν ο πιο ειλικρινής άνθρωπος που είχα γνωρίσει. Αλλά και ο πιο καταπιεσμένος άνθρωπος που είχα γνωρίσει. Την έβλεπα σαν μία κακομεταχειρισμένη κούκλα, εύθραυστη αλλά και θαρραλέα ταυτόχρονα. Είχα προσπαθήσει να τα βάλω με τους δαίμονές της, αλλά τελικά μου ήταν αδύνατο».

«Οι περισσότεροι από αυτούς που είναι οι ηγέτες μας ως άνθρωποι είναι φρικτοί, απαίσιοι και όμως ηγούνται όλων μας. Έχω φθάσει στο σημείο να σκέπτομαι ότι μόνο ένας φρικτός και απαίσιος άνθρωπος μπορεί να διεκδικήσει την κοινή εμπιστοσύνη μας. Τραγικό αλλά τόσο αληθινό… Πάρτε έναν έναν τους ηγέτες που μας έχουν κυβερνήσει και θα το διαπιστώσετε».

«Λέγοντας “συναίσθημα” εννοώ την ικανότητα ενός ανθρώπου να έρχεται στη θέση του άλλου. Αυτή είναι μια αντίδραση καθαρά συναισθηματική, το να συμπονάς τον άλλον και να μπορείς να έρθεις στη θέση του. Οι άνθρωποι που λειτουργούν μόνο με τη λογική δεν θα το κάνουν ποτέ αυτό. Το μόνο που αναγνωρίζουν είναι το σωστό και το λάθος. Από τη στιγμή που θα θεωρήσουν ότι κάτι είναι λάθος, δεν το έχουν σε τίποτε να το εξοντώσουν: “Θάνατος στο λάθος…”. Γι’ αυτό σας λέω ότι η ευτυχία κρύβεται στην ισορροπία».

Πηγές: Θανάσης Λάλας, Παραγωγή δικτύου HBO,New York Times, Le Monde