Άντι Γουόρχολ: Ο καλλιτέχνης που λάτρευε τις ντίβες του Χόλυγουντ

«Στο μέλλον ο καθένας θα είναι παγκοσμίως διάσημος για δεκαπέντε λεπτά»… Άντι Γουόρχολ

Ο Άντι Γουόρχολ γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου 1928. Ήταν Αμερικανός καλλιτέχνης, ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της Ποπ Αρτ.

Γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Την περίοδο 1945-1949 σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Κάρνεγκι και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε αρχικά σαν σχεδιαστής παπουτσιών όπου και τον πρόσεξε ο πασίγνωστος τότε γκαλλερίστας Αλέξανδρος Ιόλας και τον προώθησε στο περιοδικό Glamour σαν εικονογράφο.

Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και αρχικά ήταν επηρεασμένη από θέματα διαφημίσεων, καθημερινά αντικείμενα και την εικονογραφία των κόμικς, δίνοντας τα πρώτα δείγματα γραφής της Ποπ Αρτ. Με πίνακες που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, απέκτησε μεγαλύτερη φήμη και μέχρι το 1963 παρήγαγε μαζικά τέτοιου τύπου επιτηδευμένα κοινότοπες αναπαραστάσεις καταναλωτικών προϊόντων.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ταινίες που χαρακτηρίζονταν από τη διάθεση πειραματισμού και πρόκλησης, το ερωτικό στοιχείο και ενίοτε την ασυνήθιστη διάρκειά τους. Στα πιο γνωστά έργα του ανήκουν τα The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική τού βαρετού.

Από το 1962 μέχρι το 1968, εργαστήριο του αποτέλεσε ένας χώρος που στο παρελθόν στέγαζε εργοστάσιο, και για αυτό ονομάστηκε Factory. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συγκέντρωσης διασημοτήτων, καλλιτεχνών, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων.  

Από το έργο του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ξεχωρίζουν οι κατά παραγγελία προσωπογραφίες που τύπωνε ως μεγεθύνσεις φωτογραφιών Polaroid, πολλές από τις οποίες αφορούσαν πολιτικές φυσιογνωμίες και διασημότητες του Χόλυγουντ.

Στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με τον Φραντσέσκο Κλεμέντε και τον νεοεξπρεσιονιστή ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκ νέου με τη ζωγραφική, δίνοντας μια σειρά πινάκων βασισμένων σε θρησκευτικά θέματα της αναγέννησης, όπως ο Μυστικός Δείπνος (1986).

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γουόρχολ από παιδί γοητεύτηκε από το θάνατο. Το παιδί που μεγάλωνε μέσα στο καθολικό περιβάλλον ενός νοικοκυριού στο Pittsburgh εξελίχθηκε σε έναν νεαρό που έβρισκε ελκυστικές τις εικόνες από ατυχήματα αυτοκινήτων. Αργότερα στη ζωή του ζωγράφιζε σκιές. Αυτή η ιδεοληψία με το θάνατο δεν είναι καθόλου ασυνήθιστη για κάποιον καθολικό, δεν είναι ωστόσο η κύρια πηγή του σκοτεινού του κόσμου. Ο Warhol ενσωμάτωσε στα έργα του συγκεκριμένα παράδοξα, που επίσης δημιουργούσαν μπελάδες στην αμερικανική κουλτούρα.

Ας αναλογιστεί κάποιος αυτά που έκανε με το σεξ: στη δεκαετία του ’60 το Factory γλεντούσε την ακολασία. Ήταν αυτός που καθιστούσε εφικτό το οτιδήποτε, καλλιεργώντας μια εξωφρενική συμπεριφορά (μία από τις πιο γνωστές ταινίες του είναι το «Blow Job», όπου οι θεατές μπορούσαν να δουν μόνο το πρόσωπο ενός άντρα – ένα είδος αστείου με την κάμερα).

Ωστόσο ο ίδιος ο Warhol παρουσιαζόταν απαθής, άφυλος και αποστραγγισμένος από ερωτική ζωτικότητα. Με τον Warhol ήσουν αναγκασμένος να έχεις στον νου σου δύο αισθήσεις ταυτόχρονα: την αναφροδισία και την υπερβολή, οι οποίες έγιναν ένα πολιτιστικό ζευγάρι αναπόσπαστα συνδεδεμένο.

Ο Warhol, όπως και οι πιο πολλοί ανθρώπινοι καθρέφτες του, θεωρούσε τον κόσμο ως μια απλή παράσταση.

Ο ναρκισσισμός του ήταν γνήσιος. Το προσωπείο του δεν ράγιζε. Εάν κάποιος από το κοινό του πέθαινε την ώρα που αυτός ήταν στην σκηνή, θα συνέχιζε να παίζει. Έμοιαζε με ένα από εκείνα τα πλάσματα που ζευγαρώνουν με τον εαυτό τους: θαυμαστής και σταρ, ηδονοβλεψίας και επιδειξίας – ακριβώς η αλλόκοτη συνένωση που κυοφορεί τον τέλειο ναρκισσιστή.

Ο διάσημος καλλιτέχνης γοητευόταν πάντα από τις γυναίκες και τη θηλυκότητα. Ο Γουόρχολ λάτρευε τις ντίβες του Χόλιγουντ και εκστασιαζόταν με το στιλ τους και τον τρόπο ζωής τους. Του άρεσε να ζωγραφίζει γυναίκες με καμπύλες. Έβρισκε την γονιμότητα αφροδισιακή. Ήθελε να βλέπει να κάνουν έρωτα σε γυναίκες και εκείνος καθόταν σε μια γωνιά και παρακολουθούσε…

Από τα πιο γνωστά έργα του Γουόρχολ, είναι χωρίς αμφιβολία τα πολλαπλά πορτραίτα της Μέρλιν Μονρόε. Είναι επίσης ένα από τα έργα στην παγκόσμια ιστορία που έχουν αναπαραχθεί πιο πολύ. Ο καλλιτέχνης αναπαρέστησε για πρώτη φορά την ηθοποιό στο «Δίπτυχο της Μέρλιν», λίγο μετά το θάνατό της, το 1962. Είχε πάρει τη βασική εικόνα από την ταινία του 1953 «Νιαγάρας». Ο Γουόρχολ μετά, δημιούργησε κι άλλες εκδοχές της ίδιας εικόνας με διαφορετικά χρώματα.

Το 1968, στις 3 Ιουνίου, μία φεμινίστρια, ακτιβίστρια, συγγραφέας, πρώην ηθοποιός σε μια από τις ταινίες του, θαυμάστρια και μέλος του ευρύτερου κύκλου του, η Βαλερί Σολάνας, πυροβόλησε τον Γουόρχολ στο στούντιο του.

Οι δύο πρώτες σφαίρες δεν βρήκαν το στόχο τους, αλλά η τρίτη διαπέρασε τον πνεύμονα, τον σπλήνα, το στομάχι, το συκώτι και τον οισοφάγο. Σώθηκε μετά από εγχείρηση διάρκειας 5 ωρών αλλά ήταν αναγκασμένος να φορά πάντοτε έναν ελαστικό κορσέ μέχρι το τέλος της ζωής του. Η φωνή του δεν έβγαινε δυνατή.

Το 2014 αναδείχθηκε ο καλλιτέχνης που έχει πουλήσει τα περισσότερα έργα τέχνης σε δημοπρασίες. Για την ακρίβεια άλλαξαν χέρια 1.295 έργα του αξίας 653,2 εκατ. δολαρίων σύμφωνα με τη διαδικτυακή βάση δεδομένων ArtNet – αφήνοντας πίσω του τον διασημότερο καλλιτέχνη του 20ού αιώνα Πάμπλο Πικάσο και τον επίσης δημοφιλή – και περιζήτητο από τους συλλέκτες – Φράνσις Μπέικον.

Έχασε τη ζωή του στις 22 Φεβρουαρίου 1987, στα 59 του έτη. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για μια απλή επέμβαση αφαίρεσης χολής. Η επέμβαση δεν είχε επιπλοκές, ωστόσο μια ημέρα μετά ο Γουόρχολ απεβίωσε. Το νοσοκομείο δέχθηκε μομφές για λάθος χειρισμό της κατάστασης και κακή φροντίδα του θανόντος. Η κηδεία έγινε στο Πίτσμπουργκ, δίπλα στους γονείς του.

Ο Γουόρχολ υπήρξε συστηματικός συλλέκτης έργων, κυρίως κοσμημάτων, διακοσμητικής και λαϊκής τέχνης, τα οποία δημοπρατήθηκαν μετά το θάνατό του. Το Μουσείο Άντι Γουόρχολ, με πλούσια συλλογή έργων του, εγκαινιάστηκε το 1994 στο Πίτσμπουργκ.

Έχουν περάσει 32 χρόνια από τον θάνατο του, κι όμως, ο Άντι Γουόρχολ είναι πιο ζωντανός από ποτέ. Ο χλωμός νέος, με το αστείο παρουσιαστικό, που ήταν περιτριγυρισμένος από κάθε λογής απόλαυση και που ο ίδιος, δεν ταυτιζόταν ποτέ. Του αρκούσε να παρατηρεί. Να είναι εκεί και να χειραγωγεί τον κόσμο που τον αποθέωνε και εκείνος σαν κάποιος άλλος  να αποστασιοποιείται από οτιδήποτε τον έκανε να νιώθει ευάλωτο.

Υπάρχουν εκείνοι που τον λατρεύουν ως τον απόλυτο καλλιτέχνη, υπάρχουν και εκείνοι που τον αποδοκιμάζουν ως παρηκμασμένο κατάλοιπο μιας πολύ μακρινής εποχής.

Το σίγουρο, όμως, είναι ότι όλοι θα ήθελαν τα 15 λεπτά διασημότητας που απλόχερα χάριζε σε όλους!