Διαβάσαμε το «Πορτρέτο» του Γιάννη Πολύζου

Μία άκρως καλοκαιρινή νουβέλα με πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που θα μας ταξιδέψει στον ωκεανό της λογοτεχνίας, η οποία ρίχνει το βάρος όχι τόσο στην εξέλιξη της πλοκής, αλλά στις περιγραφές και στον καλοδουλεμένο ποιητικό, μεταφορικό και, αλληγορικό, πολλές, φορές λόγο.

Αντλώντας  έμπνευση από τη γνωστή νουβέλα του Νικολάι Γκόγκολ με τον ομώνυμο τίτλο «Πορτρέτο», το νέο παιδί τη λογοτεχνίας, ο Λαρισσαίος στην καταγωγή Γιάννης Πολύζος υφαίνει τη δική του μυθιστορία γύρω από ένα αινιγματικό πορτρέτο, όπως συμβαίνει περίπου και με τη νουβέλα του Γκόγκολ.

Μόνο που στην περίπτωση του Ρώσου λογοτέχνη το πορτρέτο, ως πρωταγωνιστής της υπόθεσης, ξυπνά περίεργα συναισθήματα στους κατά καιρούς κατόχους του, ενώ στην περίπτωση του «Πορτρέτου» του Πολύζου, το πορτρέτο του γίνεται αφορμή προκειμένου να μας αφηγηθεί αυτός τις ψυχολογικές μεταπτώσεις και τα συναισθήματα του ίδιου του δημιουργού του, ενός ανώνυμου ζωγράφου που κατοικεί και εργάζεται σε ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί, το οποίο δεν κατονομάζεται, αλλά οι αναγνώστες φαντάζονται ότι είναι η Τήνος ή κάποιο άλλο νησί πλησίον της Σύρου.

Ο χρόνος κατά τον οποίο εκτυλίσσεται η νουβέλα, επίσης δεν προσδιορίζεται επακριβώς, τουλάχιστον στη χρονολογία. Ξέρουμε μόνο ότι είναι οι τελευταίες μέρες ενός Αυγούστου στη σύγχρονη εποχή, το τέλος, δηλαδή, μιας ακόμη τουριστικής σεζόν.

«Μόλις που κατάφερα να ολοκληρώσω τη σύνθεση ενός πορτρέτου. Το μοντέλο, ξένο σ’ εμένα, όχι τίποτα το εξεζητημένο, ήταν ένας μεσήλικας άντρας, αν θυμάμαι καλά, με φανερή πρόθεση να δείχνει νεότερος. Ίσως, πάλι, και να τον μπερδεύω με κάποιον άλλον- είπαμε, η μνήμη μου με απατά ασύστολα, τώρα τελευταία, και να μην είναι αυτός που νομίζω ότι είναι και να είναι κάποιος άλλος, που δεν ξέρω όμως ποιος είναι. {…} Ήταν πολύ δύσκολο να κρατήσω το πινέλο μου μακριά από το αστραφτερό στοιχείο, εκείνος, δυσκόλευε ακόμα πιο πολύ την κατάσταση, φροντίζοντας με κάθε ευκαιρία να επιδεικνύει τα πορσελάνινα δόντια του, τρίβοντας κάθε τόσο τη γλώσσα επάνω τους».

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στην πραγματικότητα, στη νουβέλα του Πολύζου, πρωταγωνιστής δεν είναι το ίδιο το πορτρέτο και η αυτή καθεαυτή διαδικασία της δημιουργίας ενός πίνακα, αλλά τα συναισθήματα του ιδίου του ζωγράφου και κυρίως, η σχέση του με τον κατά πολύ μεγαλύτερο ψαρά στο νησί, τον Βάσο. Ο Βάσος θα μπορούσε να είναι πατέρας του νεαρού ζωγράφου. Και μπορεί ο νεαρός καλλιτέχνης να μην είναι διόλου αδιάφορος σε  ό,τι αφορά το ωραίο φίλο, καθώς έχει τις «περιπετειούλες» του στο νησί, αλλά ο Βάσος μάλλον τον ξεπερνά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα αινιγματικά ερωτικά γράμματά του προς την μυστηριώδη Καλλιόπη.

Η νουβέλα, γραμμένη σε πρώτο ενικό πρόσωπο, με μία πρωτόγνωρη αμεσότητα, διακρίνεται από έντονα περιγραφική διάθεση για οτιδήποτε, αλλά ιδίως για το φυσικό περιβάλλον του αιγαιοπελαγίτικου νησιού-είναι πραγματικά αξιοσημείωτη η περιγραφή μιας σφοδρής καταιγίδας στην αρχή του βιβλίου- και για τα συναισθήματα, τις μνήμες, τα όνειρα, τις μύχιες επιθυμίες και τα καλά κρυμμένα μυστικά των πρωταγωνιστών. Τον συγγραφέα δεν τον διακρίνει καμία βιασύνη να αφηγηθεί τα γεγονότα. Η φιλία, ο έρωτας, η τέχνη, η έμπνευση, η φύση, όλα αυτά αποτελούν τους συμπρωταγωνιστές της νουβέλας πλάι στους αληθινούς ήρωες.

Μία άκρως καλοκαιρινή νουβέλα με πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που θα μας ταξιδέψει στον ωκεανό της λογοτεχνίας, η οποία ρίχνει το βάρος όχι τόσο στην εξέλιξη της πλοκής, αλλά στις περιγραφές και στον καλοδουλεμένο ποιητικό, μεταφορικό και, αλληγορικό, πολλές, φορές λόγο.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στο Google News και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ