Κριτική: Νγκούγκι γουά Θιόνγκο, «Ο διάβολος στον σταυρό»

Ο Νγκούγκι γουά Θιόνγκο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους Αφρικανούς συγγραφείς της εποχής μας, το όνομα του οποίου έχει φιγουράρει αρκετές φορές στις λίστες των υποψήφιων συγγραφέων για το ύψιστο λογοτεχνικό βραβείο, αυτό του Νόμπελ Λογοτεχνίας, φυσικά όχι αδίκως.

Πρόκειται για μία ιδιαίτερη περίπτωση συγγραφέα, ο οποίος παρότι έλαβε αγγλοσαξονική παιδεία και κατάφερε να ξεχωρίσει μέσω της δημοσίευσης τεσσάρων μυθιστορημάτων στα αγγλικά, αποφάσισε να μην ξαναγράψει ποτέ σε αυτή τη γλώσσα, όταν το 1977, ύστερα από τη δημοσίευση του μυθιστορήματος «Πέταλα από αίμα», το οποίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση της κυρίας Σταυρούλας Αργυροπούλου, φυλακίστηκε για πολιτικούς λόγους, σε ένα από τα πιο σκληρά σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας, όπου παρέμεινε για έναν περίπου χρόνο. 

Έγκλειστος στη φυλακή, ο Θιόνγκο αποφασίζει να επαναστατήσει έναντι των δυτικών αποικιοκρατικών επιρροών, κι έτσι σταματά να χρησιμοποιεί τα αγγλικά, ενώ από εδώ και στο εξής γράφει μόνο στη μητρική του γλώσσα, στην αφρικανική διάλεκτο «γκικούγιου», που αποτελεί την κυριότερη κενυατική εθνότητα. Η πράξη αυτή θα μπορούσαμε να πούμε αποτελεί μία πράξη επανάστασης, με σκοπό την πολιτισμική χειραφέτηση της αφρικανικής κουλτούρας από τις διαβρωτικές επιρροές της αποικιοκρατίας και της Δύσης γενικότερα. Η πράξη αυτή οδήγησε στη συγγραφή του μυθιστορήματος «Ο διάβολος στον σταυρό», το οποίο μάλιστα γράφτηκε στα κρυφά πάνω σε χαρτί τουαλέτας, με τον Θιόνγκο να ρισκάρει την ίδια του ζωή!

Το μυθιστόρημα αυτό, «Ο διάβολος στον σταυρό» εκδόθηκε το 1980, ενώ στα ελληνικά έρχεται 43 ολόκληρα χρόνια μετά, για λογαριασμό των εκδόσεων Καστανιώτη από την μεταφράστρια Σταυρούλα Αργυροπούλου, η οποία μετέφρασε και το προηγούμενο μυθιστόρημα του συγγραφέα, στη σειρά Συγγραφείς απ’ όλο τον κόσμο. Πρόκειται ξεκάθαρα για ένα αμιγώς πολιτικό μυθιστόρημα, μέσα από το οποίο ο συγγραφέας δε διστάζει στιγμή να λάβει ανοιχτά θέση και να στηλιτεύσει τα κακώς κείμενα της αποικιοκρατικής πολιτικής και όχι μόνο! 

Όλα ξεκινούν όταν  η νεαρή ηρωίδα του Θιόνγκο, η Γουαρινγκά, απολύεται από την δουλειά της, γιατί αρνείται να επιδοθεί στις σεξουαλικού περιεχομένου προτάσεις του αφεντικού της, ενώ στη συνέχεια απομένει και χωρίς σύντροφο, αφού όταν του εξομολογείται τα όσα συνέβησαν πρωτύτερα στον πρώην χώρο εργασίας της, εκείνος δείχνει να αμφιβάλλει για την ηθική της και να κατηγορεί την Γουαρινγκά για όσα συνέβησαν. Η Γουαρινγκά λοιπόν θα μείνει χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι και σύντροφο, με αποτέλεσμα η φυγή από το πολύβουο και απρόσωπο Ναϊρόμπι να φαντάζει ως η μόνη ιδανική λύση. Έτσι, η Γουαρινγκά θα επιχειρήσει να επιστρέψει στους γονείς της και στον γενέθλιο τόπο της, στην πόλη του Ίλμορογκ. Στο δρόμο της επιστροφής θα έρθει σε επαφή με μία ομάδα ετερόκλητων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων θα αναπτυχθούν ποικίλες ενδιαφέρουσες συζητήσεις, μέσα από τις οποίες ο Θιόνγκο θα επιχειρήσει να αναδείξει όσα τον απασχολούν και τον προβληματίζουν. 

Μεγάλο ενδιαφέρον σε αυτό το ταξίδι παρουσιάζει μία πρόσκληση που λαμβάνει η Γουαρινγκά, πρόσκληση που σχετίζεται με μία επιβλητική γιορτή και ταυτόχρονα μεγάλο διαγωνισμό, μέσα από τον όποιο θα εκλεγούν οι Επτά Δεξιοτέχνες της Σύγχρονης Κλοπής στο Ίλμορογκ. Γιορτή στην οποία θα συμμετοχή και απεσταλμένοι από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από τον Διεθνή Οργανισμό Κλεφτών και Ληστών. 

Πρόκειται για μία ιδιαίτερα παράξενη γιορτή-διαγωνισμό, που ξυπνά την περιέργεια της πρωταγωνίστριας για το τι πρόκειται να διαδραματιστεί εκεί, γι’ αυτό και αποφασίζει να επισκεφθεί τον διαγωνισμό και να παρακολουθήσει τελικά την διεξαγωγή του. Ταυτόχρονα, οι συνταξιδιώτες της Γουαρινγκά εκφράζουν κι αυτοί το ενδιαφέρον και την περιέργεια τους για αυτόν τον πρωτότυπο θεσμό-διαγωνισμό και με αφορμή αυτόν, επιδίδονται σε μία πληθώρα υπαρξιακών, κοινωνικών και πολιτικών συζητήσεων. 

Αρχικά, ο Νγκούγκι γουά Θιόνγκο μέσα από το παρόν μυθιστόρημα αναφέρεται εκτεταμένα στο φαινόμενο της αποικιοκρατίας και στα αποτελέσματα που είχε η εγκατάσταση των λευκών και συγκεκριμένα κατά κύριο λόγω των Βρετανών στην χώρα του. Η επεκτατική, ιμπεριαλιστική πολιτική των Βρετανών, από την οποία οι Κενυάτες κατάφεραν να απελευθερωθούν το 1963, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, επιδρώντας σημαντικά σε τομείς όπως η οικονομία, ο πολιτισμός, αλλά και στην κοινωνία γενικότερα. Σαφώς, το πρόσημο της επίδρασης αυτής είναι κάτι παραπάνω από αρνητικό, αφού οι Κενυάτες αναγκάστηκαν να ζουν υπό βρετανικό ζυγό, κάτω από τα όρια της φτώχιας και της εξαθλίωσης, με τον αγώνα για επιβίωση να μετατρέπεται σε πρωταρχικό σκοπό για τη ζωή τους. 

Το φαινόμενο της αποικιοκρατίας επέφερε σημαντικά αρνητικές επιδράσεις και σε κοινωνικό επίπεδο αφού λειτούργησε με τρόπο που οδήγησε στην όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και στη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ του γηγενή πληθυσμού. Συγκεκριμένα, οδήγησε στην έντονη εμφάνιση φαινομένων όπως η βία, η παραβατικότητα, αλλά και η εγκληματικότητα, τα οποία σίγουρα είναι συνυφασμένα και με το φαινόμενο της φτώχιας που έπληττε την χώρα. Ο τρόπος εφαρμογής της αποικιοκρατικής πολιτικής προς όφελος των δυτικών, η συγκέντρωση και η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου με την ταυτόχρονη εξαθλίωση του πληθυσμού, είχε σαν συνέπεια την ανάπτυξη μίας θα λέγαμε συγκεκριμένης στάσης στον τρόπο που ακόμα και οι γηγενείς κάτοικοι που συγκέντρωναν όλο τον πλούτο στα χέρια τους αντιμετώπιζαν και εκμεταλλεύονταν χωρίς καμία αιδώ τους φτωχότερους και τους πιο αδύναμους Κενυάτες. Είναι άλλωστε εύγλωττη η στάση και οι απόψεις του συγγραφέα, αναφορικά με την επέλαση των δυτικών στη χώρα του, αλλά και η κριτική που ασκεί στους προνομιούχους Κενυάτες και στον απάνθρωπα σκληρό τρόπο με τον οποίοι και οι ίδιοι συμπεριφέρθηκαν στους εργάτες τους, παρά τις κοινές τους καταβολές. 

Συγκεκριμένα, ένας από τους ήρωες του συγγραφέα, ο οποίος μεταναστεύει στην Αμερική για να συνεχίσει τις σπουδές του, δηλώνει αποτροπιασμένος με τη συνειδητοποίηση του γεγονότος πως και οι προνομιούχοι Κενυάτες συμπεριφέρονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι Αμερικανοί αντιμετώπιζαν τους απόγονους των Αφρικανών σκλάβων, κατάσταση η οποία τον οδήγησε στο συμπέρασμα πως η Κένυα ναυαγεί, πως η Κένυα βουλιάζει σε ένα συμπαγές σκοτάδι, που δημιουργείτε από τον ίδιο της τον λαό. Το γεγονός αυτό οδηγεί  τον  ήρωα του συγγραφέα να απορρίψει τις οικογενειακές επιχειρήσεις και να επιλέξει να υπηρετήσει το ταλέντο του στη Μουσική, σε μία προσπάθεια να επαναστατήσει έναντι του πατέρα του και της πίστης του στο Χρήμα που διαφεντεύει την ζωή του.  

Παράλληλα, ο Θιόνγκο μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος του αναδεικνύει την διαβρωτική επίδραση της αποικιοκρατικής επιβολής στον αφρικανικό πολιτισμό και κουλτούρα, με την προσπάθεια για τον εξευρωπαϊσμό του κενυατικού πληθυσμού, να οδηγεί στη σύνθεση μίας νέας τάξης πολιτών. Ο συγγραφέας ειδικότερα μέσα από τους ήρωες του και την καθημερινότητα αυτών φωτίζει το πως ο δυτικός πολιτιστικός ιμπεριαλισμός έχει εσωτερικευθεί και εντυπωθεί στη σφαίρα του κοινωνικού ασυνείδητου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η προσπάθεια της βασικής ηρωίδας του Θιόνγκο η οποία μέσα από τη χρήση ποικίλων κρεμών, προσπαθεί να ξανοίξει την μαύρη απόχρωση του δέρματος της. 

Πέρα από την στηλίτευση της αποικιοκρατίας και της επίδρασης της στον αφρικανικό πολιτισμό, ο συγγραφέας αναδεικνύει τις κοινωνικές παθογένειες της χώρας του, όπως η εξαθλίωση, η φτώχια και η πείνα που μαστίζει τον αφρικανικό λαό, ενώ ταυτόχρονα τονίζει την αναγκαιότητα ανάπτυξης ενός επαναστατικού πνεύματος, η μεταλαμπάδευση του οποίου δύναται να οδηγήσει στη διεξαγωγή ενός αγώνα διεκδίκησης αρχικά των βασικών και αναφαίρετων ανθρώπινων δικαιωμάτων, που καταπατώνται συστηματικά, και στη συνέχεια στη σθεναρή αντίσταση και καταπολέμηση της πνευματικής τύφλωσης και κώφωσης, που αποτελούν απόρροια του πολιτιστικού ιμπεριαλισμού σύμφωνα με τον Αφρικανό συγγραφέα.    

Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, η μετάφραση του μυθιστορήματος «Ο διάβολος στον σταυρό» του Αφρικανού συγγραφέα Νγκούγκι γουά Θιόνγκο αποτελεί ένα σημαντικό λογοτεχνικό γεγονός. Το παρόν πολιτικό μυθιστόρημα γράφτηκε σε μία κρίσιμη εποχή για τη ζωή του συγγραφέα και αξίζει να διαβαστεί ως ένα μέσο επαναστατικής αφύπνισης του αφρικανικού λαού και όχι μόνο στη νέα μορφή της υποδόριας επιβολής του δυτικού τρόπου ζωής και προτύπων, ως αποτέλεσμα της πολιτιστικής διάβρωσης και της επιβολής της ομοιομορφίας, που επιβάλλουν η παγκοσμιοποίηση και ο καπιταλισμός.  

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

Δείτε επίσης