Κριτική: Αλέκος Κιτζίρης – «Ο παλαιοπώλης της Μεσογείου» (Εκδόσεις Κέδρος)

Το μυθιστόρημα του Αλέκου Κιτζίρη με τίτλο «Ο παλαιοπώλης της Μεσογείου» επάξια θα αποτελούσε την πεζογραφική μεταφορά του καβαφικού ποιήματος «Ιθάκη». Οι προεκτάσεις, νοηματικές και θεματικές, του τελευταίου, τηρουμένων των αναλογιών, αναπτύσσονται στον χρονικό ορίζοντα του μυθιστορήματος. Η πλοκή αυτού περιστρέφεται γύρω από την αναζήτηση ενός παλαιοπώλη από την Θεσσαλονίκη αντικειμένου ανεκτίμητης αξίας, μέσα από την προσφορά αγνώστου προσώπου. Επιφανειακά μοιάζει απλή και σχεδόν στρωτή ιστορία. Δίχως κορυφώσεις, πόσο μάλλον εξάρσεις των γεγονότων. Ωστόσο, η χρονική αναδρομή μέσα από τις Βαβυλωνιακές διαδρομές τις οποίες οικοδομεί ο δημιουργός, διαδρομές που σχηματίζουν μία πορεία μέσα στο χρόνο του παρόντος και του παρελθόντος, στο ενδιάμεσο του οποίου επανεμφανίζονται ιστορικής και, εν πολλοίς, αρχαιολογικής υφής ζητήματα. Ένα πολύτιμο αντικείμενο, των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του επιστήθιου ακολούθου του Ηφαιστίωνα, σχηματοποιεί μία ολάκερη πραγματικότητα στις ατραπούς της οποίας ο κεντρικός πρωταγωνιστής αναζητά τη λύση του μυστηρίου καταγωγής και προέλευσης αυτού. Για να κατανοήσουμε την προσωπικότητα του ήρωα ο συγγραφέας δεν επιτρέπει την απομάγευση της ιστορίας μέσα από τα διαδραματιζόμενα γεγονότα αλλά μας προσφέρει την αιτία της συνολικής του συμπεριφοράς, και της εμμονής με την ανακάλυψη της αλήθειας του αντικειμένου, μέσα από την προσωπική του ζωή. Ήτο ανήρ σαράντα πέντε χρόνων, ανύπαντρος και δίχως τέκνα υπό την προσοχή του. Αφοσιωμένος στο παλαιοπωλείο και τη μητέρα του. Ήδη, αυτού του είδους η σκιαγράφηση μας ωθεί όπως αντιμετωπίσουμε τον ήρωα όχι υπό τη σκέπη του ρόλου που του αποδίδεται αλλά ενός ρόλου διαφυγής από την, περιορισμένη προσδοκιών, πραγματικότητα. Επομένως, η αναζήτηση και η λύση του μυστηρίου αποτελεί τρόπο ζωής και, στο βάθος της αφήγησης, επιβίωσης. Κάθε πεπαλαιωμένο αντικείμενο, είτε στο χώρο του είτε στα κέντρα ενδιαφέροντος κυρίαρχα της Ανατολής (βλ Αίγυπτος, Συρία, Λίβανος), λειτουργεί ανακλαστικά στη στάση ζωής του ιδίου, ως καθρέφτης ενός ολικού αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει μέσα από συνειδητές επιλογές. «Οι γυναίκες που περνούσαν από τη ζωή του Πάνου έμεναν για λίγο και μετά χάνονταν» (σελ. 14).

Πίσω και πάλι στην πλοκή του έργου. Ένας μυστήριος πελάτης ζητά αντικείμενο μοναδικής αξίας και ο πρωταγωνιστής εκκινά μία πορεία μέσα στο χρόνο να το εντοπίσει. Μέσα στο χρόνο και όχι μέσα από τα πρόσωπα που συναντά στο διάβα της πορείας του και τα οποία αξιοποιεί (και τον αξιοποιούν) στο έπακρο. Υπογραμμίζω την αίσθηση του χρόνου, διότι μέσα απ’ τις σελίδες του έργου η εποχή των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου αναβιώνει και μεταφέρει την ιστορική της αντοχή στο «σήμερα» των αναπάντητων ερωτήσεων. Προφανώς και ο πρωταγωνιστής δεν επιδιώκει την επίλυση του μυστηρίου παράλληλα με την επίλυση χρόνιων θεμάτων που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα, όσον αφορά τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και άλλες αντίστοιχες αναφορές. Μέσα από την αδυναμία καταγραφής μίας οριστικής απάντησης σχετικά με την προέλευση, τη γνησιότητα και την πορεία του στο χρόνο των δαχτυλιδιών (του πολύτιμου αντικειμένου) ο ήρωας της ιστορίας βρίσκεται έτι μία φορά αντιμέτωπος με την προσωπική αδυναμία ερμηνείας της δικής του στάσης ζωής, έναντι των πραγμάτων. Για το λόγο αυτό εισέρχεται σε έναν κυκεώνα ερωτικών περιδινήσεων με πρώην συντρόφισσες και επαγγελματίες συναδέλφισσες επιχειρώντας να συνθέσει τα κομμάτια της δική τους παρουσίας στα υπαρξιακής φύσεως θέματα τα οποία προκύπτουν και επενεργούν στον ίδιο από τον περιβάλλοντα χώρο. «Η πηγή της γνώσης για όλα τα παλιά αντικείμενα βρίσκεται στον τόπο της προέλευσής τους» (σελ. 66) υποστήριζε μία εκ των τριών γυναικών που εμφανίζονται κατ’ επανάληψη με ενεργό ρόλο στη ζωή και την πορεία του ήρωα και  σκέψη αμέσως μετατίθεται στην τελική κατάληξη της ιστορίας.  Η τελευταία επί της ουσίας, μολονότι σκιαγραφείται σε ρεαλιστική, αρχική, βάση, ωστόσο διολισθαίνει ολοένα στην αυτό-υπονόμευσή της. Ο ρεαλισμός δίνει τη θέση του σε υπερφυσικές συνθήκες και συγκυρίες που δείχνουν την «βιασύνη» του συγγραφέα να τελειώσει με την πλοκή. Η δολοφονία του επίδοξου αγοραστή και οι αλλεπάλληλες εξω-ιστορικές αναφορές στις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, υπονομεύουν τη συνοχή του έργου. Καταλήγει, το τελευταίο, να απομακρύνεται από τον κεντρικό του πυρήνα, που δεν είναι άλλος από την αναζήτηση των ιχνών της ιστορίας των πολύτιμων αντικειμένων στο πέρασμα του χρόνου και τον τρόπο με τον οποίο διαπλέκονται οι ζωές όλων όσων επενδύουν σε αυτά, και να επεκτείνει βεβιασμένα στις ανθρώπινες προοπτικές της «επόμενης ημέρας». 

Είναι το σημείο στο οποίο, ουσιαστικά, η ιστορία έχει ολοκληρωθεί και αρνείται να κλείσει τον κύκλο της ακριβώς επειδή δεν έχουν διαλευκανθεί οι σχέσεις των πρωταγωνιστών στην καθημερινότητά τους. Για να προσδώσουν περιεχόμενο στην επίπεδη εναλλαγή των επεισοδίων αυτής, μετατρέπονται οι ίδιοι σε ρυθμιστές της ιστορικής σκηνής, όπως ο ήρωάς μας που υποκαθιστά τις αρχές στην έρευνα της δολοφονίας ή ακόμη και με τη χρήση μεταφυσικών/υπερφυσικών μεθόδων στο κέντρο των οποίων βρίσκεται μία γυναίκα. (Εδώ οφείλω να υπογραμμίσω την στάση του συγγραφέα έναντι των γυναικών του έργου. Όλες τους εμφανίζονται θύματα τρίτων παραγόντων, εσωστρεφείς και αδύναμες, με μόνη επιθυμία την ερωτική ολοκλήρωση. Ερμηνεύονται ως φορείς μίας αρνητικής συνδήλωσης, στοιχείο το οποίο αδικεί την πλοκή και την στόχευση του συγγραφέα. Η ίδια στάση έναντι του ομοφυλοφιλικού και ετεροφυλοφιλικού έρωτος καθιστά τον τελευταίο «ξένο» στην πλοκή. Συνήθως οι ερωτικές περιγραφές επενδύουν στους χαρακτήρες και ενισχύουν την αποφασιστικότητά τους για όσα μεσολαβούν. Στην περίπτωσή μας οι έρωτες απλώς προστίθενται στο έργο δίχως σκοπιμότητα, γεγονός το οποίο αδυνατίζει το συνολικό αποτέλεσμα. Σε συνδυασμό με τα άλματα που παρατηρούνται σε ορισμένα σημεία της ιστορίας και την τροπή που στο τέλος παίρνουν τα πράγματα, αυτή μοιάζει να αυτό-αναιρείται).

Στο τέλος της ιστορίας οι πρωταγωνιστές επιστρέφουν στις αρχικές τους θέσεις, δίχως ταυτότητα και προορισμό. Οι σχέσεις μεταξύ τους μετατρέπονται σε παίγνιο στα χέρια του χρόνου και αποκαθίσταται η ισορροπία μέσα από την αποκάλυψη του μυστικού που κρύβονταν στις οικονομικές συνδιαλλαγές αυτής.


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Πάνος είναι ιδιοκτήτης ενός παλαιοπωλείου στο Μπιτ Παζάρ της Θεσσαλονίκης. Οι μέρες του κυλούν μονότονα, χωρίς απρόοπτα, μέχρι τη στιγμή που παρουσιάζεται στο μαγαζί του ένας μυστηριώδης άντρας, ο οποίος του αναθέτει να βρει για εκείνον ένα οποιοδήποτε παλιό αντικείμενο που να είναι μοναδικό.

Από τότε μπαίνει σε μια περιπέτεια που ανατρέπει τη ζωή τη δική του και των γύρω του. Αποκτά ένα σπάνιο, πολύτιμο δαχτυλίδι που τον καλεί σε ένα παράξενο ταξίδι στον χρόνο και στον χώρο και τον οδηγεί στη Σμύρνη, στη Βηρυτό, στη Δαμασκό και στην Αλεξάνδρεια, όπου έρχεται σε επαφή με ανθρώπους που φαίνεται να γνωρίζουν γι’ αυτό περισσότερα από όσα δείχνουν.

Μήπως πίσω από την αναζήτηση μιας σπάνιας αντίκας κρύβεται το κυνήγι της ευτυχίας; Αν ναι, μέχρι πού μπορεί να οδηγήσει κάποιον το πάθος για την απόκτησή της;

Ο Αλέκος Κιτζίρης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Αποφοίτησε από το Τμήμα Φυσικής του ΑΠΘ και δίδαξε σε σχολεία της Κωνσταντινούπολης, της Γερμανίας και της Θράκης. Επέστρεψε στη γενέτειρά του όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα. Έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα Δίδυμα τείχη (Κέδρος, 2000), Ανατολική Εποχή (Κέδρος, 2002) και Σκοτεινός βυθός (Θερμαϊκός-ΙΑΝΟΣ, 2018). Ο παλαιοπώλης της Μεσογείου είναι το τέταρτο μυθιστόρημά του. Βρείτε το βιβλίο ΕΔΩ.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ