Κριτική: Jean-Michel Guenassia, «Οι Χώρες της Επαγγελίας» (Εκδόσεις Πόλις)

Ο Jean-Michel Guenassia υπογράφει την ολόκληρη μίας οδυσσειακής πορείας τού 20ου αιώνα, μέσα από τη βιωματική εμπειρία πολλαπλών προσώπων και χαρακτήρων. Από τον Μισέλ Μαρινί στον Φρανκ και από τον Σάσα έως τον Ίγκορ, μέσα από τις πτυχές των ανθρωπίνων σχέσεων, όπως ξεπροβάλλουν τη δεκαετία του ’70, μεταβαίνουμε από το Παρίσι στο Ισραήλ και το Τελ Αβίβ και από τη Ρωσία τής Μόσχας και τής Αγίας Πετρούπολης στο Αλγέρι, με τα αποτελέσματα της γαλλικής αποικιοκρατίας μεγεθυμένα, όπως ακριβώς η πραγματικότητα όρισε, δίχως εξιδανικεύσεις και τεχνητές αφομοιώσεις. Σε μία Γαλλία των μεγαλοϊδιοκτητών, που βιώνει τις προοπτικές τής φιλελεύθερης οικονομίας, ο πατέρας τής οικογένειας προετοιμάζει επιχείρηση εμπορίας φτηνών ηλεκτρικών συσκευών, απαραίτητων για την καθημερινότητα Γάλλων και Γαλλίδων, σε μία εποχή τεχνολογικής διεύρυνσης.

«Η κεντρική ιδέα είναι ότι δεν θα βρίσκουν πουθενά φτηνότερα από εμάς, όλα θα έχουν έναν χρόνο εγγύηση και οι πελάτες θα αγοράζουν με ασφάλεια, θα βάλουμε παντού διαφημίσεις, θα έχουμε στενά περιθώρια κέρδους μα θα πουλάμε με τη σέσουλα» (σελ. 31).

Αυτό είναι το μέλλον τού μέσου πολίτη τής Γαλλικής Δημοκρατίας, όπως το ορίζει ο ίδιος και όπως, με τη σειρά του, προτείνει στον γιο του, Μισέλ, να ακολουθήσει. Και πράγματι, μολονότι εκείνος επενδύει στη φιλολογία, ίσως χωρίς σκοπό και φιλοδοξία, δεδομένης της στεγανοποίησης του εκπαιδευτικού συστήματος, επιχειρεί να προσαρμοστεί στα νέα ρεύματα ιδεών, αυτά της ατομικής αποδοχής σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η αποτυχία αποτελεσματικής αντιμετώπισης των απαιτήσεων, δεν είναι αποτέλεσμα ιδιοσυγκρασίας, αλλά ιδεολογικής αντίληψης των πραγμάτων. Ενώ ο πατέρας, προερχόμενος από έναν καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο, αναζητά λύσεις στην υλική αξία τής ζωής, ως μεταβατικό στάδιο για την ευδαιμονία στον σύγχρονο κόσμο, ο Μισέλ ήταν πεπεισμένος ότι η απάντηση στα αιτήματα για εμβάθυνση στην ποιότητα της ζωής δεν κρύβεται στην εμπορευματοποίηση αυτής. Με μία φωτογραφική μηχανή να επιχειρεί να δικτυωθεί στον κόσμο τής εικονικής καταγραφής και αποτύπωσης των κοινωνικών αντιθέσεων. Και από εκεί, στον θρησκευτικό κόσμο τής παράδοσης, ως ερημίτης Πέτρος, θα επιστρέψει στην Ιθάκη τής νέας του οικογένειας, της κόρης του, Άννας.    

Το ατομικό αφήγημα τόσο του ιδίου, όσο και του αδελφού του, Φρανκ, εκκινά από την υποκείμενη προσέγγιση του εξωτερικού περιβάλλοντος κόσμου, υποκείμενη στις ιδεαλιστικής ερμηνείες για έναν κόσμο δίχως εκμετάλλευση. Με αφετηρία την αντίληψη που θέλει να θυσιάζεται κανείς για το δίκαιο των ιδεών του, ο Φρανκ σπούδασε οικονομικές επιστήμες με κύριο στόχο να κατανοήσει τις βαθύτερες αιτίες που γεννά το σύστημα εξουσιών και να θέσει εαυτόν στην υπεράσπιση των αδυνάτων. Για το λόγο αυτό εγκατέλειψε την οικογενειακή εστία και μετανάστευσε στην Αλγερία. Βρισκόμαστε στην περίοδο κατά την οποία οι γαλλικές στρατιωτικές και διοικητικές δυνάμεις αποχωρούν από τη χώρα και η τελευταία καλείται να οικοδομήσει τη νέα πραγματικότητα ισορροπώντας ανάμεσα στις επιθυμίες και στις δυνατότητες. Πίστευε ακράδαντα στα πορίσματα του μαρξισμού, στην αναγκαιότητα κοινωνικής μεταβολής, στην εξάλειψη των αδικιών.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κάθε ένας εκ των χαρακτήρων αντικρίζει τις προσωπικές του ανασφάλειες, τα όρια και τους περιορισμούς τής κοινωνικής αποδοχής. Αντισυμβατικοί, τόσο ο Φρανκ, όσο και ο Μισέλ, όχι με την έννοια της αντίθεσης/αντίδρασης, όσο με αυτήν της στρατευμένης θέσης σε ένα μεταβαλλόμενο συλλογικό κεκτημένο, αυτό της δυνατότητας αυτοπροσδιορισμού και παρέμβασης. Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο εντάσσεται η γυναικεία οπτική τής καθημερινότητας, όπως εμφανίζεται στις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους και τις ιδέες που εκπροσωπούν τόσο για τις ίδιες, ως διακριτές προσωπικότητες, όσο και για την κοινωνία στην οποία επιθυμούν να ζήσουν. Η διαχείριση του σώματος ως αποκλειστικής ευθύνης τής γυναίκας, η ισότιμη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, οι ευκαιρίες για κοινωνική και επαγγελματική ανέλιξη, αλλά κυρίως η αναγνώριση της αυτονομίας τής γυναικείας ύπαρξης, παράλληλα με τις διεργασίες σε συλλογικό επίπεδο, διακρίνονται στο έργο, προσδίδοντας υπεραξία στις επιλογές των κεντρικών ηρώων. Μέσα από τον προσωπικό της μόχθο, η γυναίκα διεκδικεί χώρο· χώρο στις επιλογές, τις επιθυμίες και τις φιλοδοξίες της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Λουίζ και η Ελέν, του έργου. 

Κάθε ένας εκ των πρωταγωνιστών μεταφέρει το προσωπικό του ενδιαφέρον στην αναζήτηση της αποστολής, για την οποία πιστεύει ότι είναι προορισμένος (όχι με τη μεταφυσική έννοια του όρου, αλλά με τη βούληση για ζωή εν δράσει). Ο Φρανκ συναντά στην Αλγερία μία κατάσταση χαώδους απαντοχής. Απασχολούμενος σε τομείς που κρίνονταν ως υψίστης προτεραιότητας, θα εφαρμόσει αφοσίωση και ακεραιότητα, ως προεκτάσεις των ιδεολογικών του πεποιθήσεων. Δεν φείδεται χρόνου και δυνάμεων. Στην οικοδόμηση της νέας Αλγερίας θα βρεθεί αντιμέτωπος με κενά στον κρατικό μηχανισμό, κενά τα οποία όφειλαν να καλύψουν οι ενεργές δυνάμεις τής χώρας από το μηδέν, σε μία τιτάνια προσπάθεια ανασυγκρότησης. Ο εθνικισμός θα ενεργοποιηθεί και μαζί του θα κινητοποιήσει τον καθημαγμένο πατριωτισμό των πολιτών, σε μια προσπάθεια να καλυφθούν οι υλικές ανεπάρκειες και στο βάθος να καραδοκεί ο εμφύλιος.

«Πρέπει να ανοικοδομήσουμε τη χώρα ξεκινώντας από το μηδέν, μας λείπουν μηχανικοί, οδηγοί, χειριστές γερανών και μηχανημάτων, ηλεκτρολόγοι, κατασκευαστές εργαλείων, δεν θα απαριθμήσω τι μας λείπει, θα ήταν μια ατέλειωτη λίστα. Μας λείπουν τα πάντα» (σελ. 232).

Και μέσα σε αυτήν την κατάσταση αποσύνθεσης ο ίδιος να αναζητά την Τζαμίλα και το παιδί τους. Στην προσπάθεια εύρεσής της αποκαλύπτονται πτυχές τού φεμινιστικού κινήματος της Αλγερίας. Εμφανίζεται η Ένωση Αλγερινών Γυναικών σε διεκδικήσεις ισονομίας και ισότητας. Οι ίδιες αιτίες που πλήττουν τη θέση τής γυναίκας στην προοδευτική Γαλλία, βρίσκονται στο προσκήνιο, με νέα μορφή, στην σπαρασσόμενη από εξουσιαστικές έριδες και έλλειψη υποδομών Αλγερία. Και καθώς η μετάβαση στην εμπορευματοποιημένη οικονομία θα λάβει χώρα ανεπαίσθητα από τον δημόσιο λόγο (δίχως ολική κατανόηση απ’ τις πλατιές μάζες), οι νέες συνθήκες απαιτούν εμπορικές συμφωνίες και επιχειρηματική ανάληψη πρωτοβουλίας. Εν τέλει, κομμουνιστής έμπορος από την Τουλούζη αναλαμβάνει να προωθήσει το κρασί, που παράγεται σε ποσότητες στην Αλγερία, με φόντο τα ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτή είναι η νέα βάση συνθήκης με όφελος τη μεγέθυνση της εγχώριας οικονομίας και ανάκαμψης. Αυτή είναι η νέα εποχή των διάσπαρτων ευκαιριών.    

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ενδιαφέρουσα η περίπτωση του Ίγκορ. Μεγαλωμένος στη Σοβιετική Ρωσία, εβραϊκής καταγωγής, πιστός στο μεγαλειώδες εγχείρημα του κομμουνισμού και πρώτος στις επάλξεις τού Κόμματος, λειτουργούσε με γνώμονα την επίτευξη των στόχων που το τελευταίο έθετε. Όταν, ωστόσο, με τις σταλινικές εκκαθαρίσεις στην περίπτωση των «γιατρών» αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα, βρήκε καταφύγιο στη Γαλλία και από εκεί θα αναζητούσε τρόπο σύνδεσης με την οικογένειά του μέσω Ισραήλ. Ο συγγραφέας μάς παρέχει λεπτομερές ψυχογραφικό οπλοστάσιο, όσον αφορά τις εσωτερικές αθέατες όψεις όλων όσων λάμβαναν χώρα στις σκέψεις τού ήρωα. Η επιθυμία για επανασύνδεση με την οικογένεια, τη γυναίκα και τα δύο τους παιδιά είναι κίνητρο ικανό να οδηγήσει στον κίνδυνο για την ίδια του την ύπαρξη. Ωστόσο, δεν το αρνείται. Στα πρόσωπα τους εντοπίζει τη δική του «γη τής ευδαιμονίας», την οποία επαγγέλλεται στωικά, δίχως θρησκευτικές περγαμηνές. 

Οι ήρωες του μυθιστορήματος αναμετρώνται με τις πνευματικές, συναισθηματικές και ψυχολογικές τους ανησυχίες. Αναζητούν θέση κάτω από τον ήλιο, όχι της νέας εποχής, που ξημερώνει το επιχειρηματικό κέρδος του τέλους τής αποικιοκρατίας και της διάψευσης των ιδεών, αλλά της προσωπικής θέασης των πραγμάτων μέσα από τα μάτια των εκάστοτε «άλλων». Στις γυναίκες και τα παιδιά τους, που άφησαν σε εκκρεμότητα για να διεκδικήσουν έναν κόσμο ανθρώπινο, σε αυτούς επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους, γιατί σε αυτούς αναγνωρίζουν τη δική τους «γη τής επαγγελίας».


Ο Ζαν-Μισέλ Γκενασιά γεννήθηκε στο Αλγέρι το 1950. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του H λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων (τιμήθηκε με το βραβείο Γκονκούρ που απονέμουν οι μαθητές λυκείου), Η ζωή που ονειρεύτηκε ο Ερνέστο Γκ. και Το βαλς των δέντρων και του ουρανού.

Στο εξώφυλλο: © Jean-Philippe CHARBONNIER / Getty Images / Ideal Image
Μετάφραση: Χαρά Σκιαδέλλη
Σελίδες: 624 Τιμή: 22 ευρώ

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.