Κριτική: Λίλα Κονομάρα, «Ο μπόγος» / Μία ματιά στην Ιστορία της Ελλάδας του εικοστού αιώνα

Η Λίλα Κονομάρα μέσα από το νέο πολυφωνικό της μυθιστόρημα με τίτλο «Ο μπόγος» φιλοδοξεί να δώσει στον αναγνώστη μία ματιά στην Ιστορία της Ελλάδας του εικοστού αιώνα, όχι μέσα από την ξερή παράθεση των πολιτικών γεγονότων, αλλά μέσα από θραύσματα από τις ζωές απλών, καθημερινών ανθρώπων. Εστιάζει, δηλαδή, στην ιστορία της καθημερινότητας, στην ψυχολογία του πολίτη και στο πως τα ιστορικά γεγονότα περιπλέκουν συνήθως τις ζωές του λαού.

Η αρχή γίνεται το 1911 στην ύπαιθρο της Μακεδονίας όπου ένας χωροφύλακας συντάσσει μία αναφορά για το σώμα ενός αναίσθητου άνδρα που εντοπίστηκε ξαφνικά. Κατόπιν, το ίδιο γεγονός προσεγγίζεται από την πλευρά μιας νοσοκόμας, ενός γιατρού και μιας εφημερίδας της εποχής.

Η συνέχεια περιλαμβάνει μνήμες των βαλκανικών πολέμων και σκέψεις περί τη συμβίωση χριστιανών- μουσουλμάνων, του αγροτικού ζητήματος, τη σχέση κολίγων-τσιφλικάδων, αλλά και του αντιεβραϊσμού στον Μεσοπόλεμο. Ακολουθούν η Κατοχή, ο Εμφύλιος, ο χωρισμός σε Αριστερούς και Δεξιούς μεταπολεμικά, αλλά και η Χούντα, το Κυπριακό και ο πόλεμος του Βιετνάμ. Οι τελευταίες αφηγήσεις αφορούν όψεις τη σύγχρονης ζωής όπως τα ινστιτούτα αισθητικής και κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook. Η Κονομάρα επιλέγει να τελειώσει το βιβλίο επανερχόμενη σε αφηγήσεις που σχετίζονται με εγκλήματα  στη σύγχρονη εποχή.

Αξιοπρόσεκτη είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί κάθε φορά η συγγραφέας, προσαρμοσμένη στην ιδιότητα κάθε προσώπου που εξομολογείται, αλλά και οι γλαφυρότατες περιγραφές της μέσα από μικρές περιόδους που κάνουν τον αναγνώστη να φαντάζεται όμορφες εικόνες της Μητέρας Φύσης, όπως την παρακάτω:

«Είχε ρίξει πολλές βροχές τον τελευταίο μήνα. Κατεβασιές ολόκληρες. Το ένα νερό έσμιξε με το άλλο, γη και ουρανός πλέχτηκαν αξεδιάλυτα. Κύλησε ο καιρός. Μπήκε η άνοιξη.

Ο ήλιος είχε διαλύσει την πρωινή ομίχλη που κατέβαινε απ’ το βουνό. Θα ήταν μία ζεστή μέρα. Κυλούσε με δύναμη προς τον κάμπο, ίδιο κι όμως αλλιώτικο κάθε ξημέρωμα. Έτρεχε, έτρεχε το νερό. Γλιστρούσε πάνω στις πέτρες, έγλυφε τα βράχια και προχωρούσε. Αλλού βάθαινε κι αλλού ξεχείλιζε μουσκεύοντας τους κορμούς των δέντρων. Στο πέρασμά του το χώμα βλάσταινε. Τα φύλλα στα δέντρα γυάλιζαν κι οι κορμοί ήταν ακόμα υγροί».

Μέσα από τις πολλές και διαφορετικές απόψεις των απλών ανθρώπων του λαού-μιας παπαδιάς, ενός καθηγητή, ενός γιατρού, ηλικιωμένων, νεαρών, ανδρών, γυναικών και άλλων πολλών αναφαίνεται η επίδραση της Ιστορίας στις ζωές του ελληνικού λαού, οι απόψεις των ανθρώπων, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου και οι επιλογές των  ανθρώπων ή η μη επιλογές τους καμιά φορά που στις οποίες τους εξαναγκάζει η ίδια η Ιστορία όταν δεν έχουν εναλλακτική.

Πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο αξίζει να διαβάσουμε κυρίως για την πρωτότυπη προσέγγιση της συγγραφέως για την νεοελληνική ιστορία, αλλά και για την άρτια χρήση της ελληνικής γλώσσας από μία έμπειρη λογοτέχνιδα, τόσο στις περιγραφές, όσο και στους διαλόγους και τους μονολόγους. Αυτή κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο να ξεχωρίζει.

To βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Ακολουθήστε το tetragwno.gr στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook, twitter και instragram για να ενημερώνεστε άμεσα για όλες τις πολιτιστικές ειδήσεις.

Δείτε επίσης