Κριτική: Μαρία Ψωμά-Πετρίδου – «Όταν με βρήκε ο λύκος»(Εκδόσεις Τύρφη)

Το Όταν με βρήκε ο λύκος είναι ένα μυθιστόρημα- ή για την ακρίβεια ένα ψυχολογικό θρίλερ- για την ενδοοικογενειακή βία και τον αλκοολισμό, για ψυχικά άρρωστους άντρες που κακοποιούν τις γυναίκες τους στο πλαίσιο του γάμου τους και για την αποτυχία των τελευταίων να δώσουν ένα τέλος στην κόλαση που ζουν.

Η Ερατώ είναι παντρεμένη με τον Αχιλλέα Παναγιωτίδη, γνωστό καρδιοχειρουργό. Έχουν αποκτήσει μια κόρη, τη Ζωή. Εκ πρώτης όψεως, όλα φαίνονται καλά και στρωμένα στη ζωή της Ερατώς. Κι όμως, συχνά ο Αχιλλέας αλλάζει πρόσωπο και μεταμορφώνεται σε λύκο… Συνήθως όταν γυρίζει στο σπίτι πιωμένος. Φωνάζει, βρίζει ανεξέλεγκτα και πολλές φορές γίνεται βίαιος. Κυματοθραύστης της μανίας του είναι η Ερατώ, που υποφέρει σιωπηλά και για χάρη της Ζωής. Η Ζωή, φυσικά, έχει καταλάβει τα πάντα. Προσπαθεί να φεύγει από το σπίτι, όταν μπορεί, αλλά αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να μείνουν κρυφά για πολύ.

Όταν όμως η Ζωή μεγαλώνει πια, ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι. Οι μάσκες πρέπει να πέσουν και οι δύο γυναίκες, μετά από χρόνια που υφίστανται λεκτική και σωματική βία, θα μεταμορφωθούν κι αυτές με τη σειρά τους σε λύκαινες. Τότε θα αντιδράσουν. Η Ερατώ, βέβαια, πάλι δειλιάζει. Με την προτροπή της οργισμένης, όμως, Ζωής, θα προσπαθήσει να βρει το κουράγιο να απαγκιστρωθεί από τον τύραννό της.

Τη λύση και την οριστική λύτρωση θα τη δώσει η μυστηριώδης δολοφονία του Αχιλλέα- ή μήπως όχι; Θα καταφέρει τελικά η Ερατώ να ξεφύγει από τον λύκο;

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το βιβλίο αποτελεί μία κραυγή αγωνίας και μια ηχηρή προειδοποίηση για τα δεινά που υφίστανται πολλές γυναίκες μέσα στον γάμο τους και δεν αντιδρούν, διστάζοντας να τερματίσουν οριστικά μία αρρωστημένη συμβίωση. Το καίριο ερώτημα είναι γιατί; Γιατί άραγε, διστάζουν οι γυναίκες να σπάνε τα δεσμά τέτοιων σαθρών γάμων και να καταγγείλουν τον βασανιστή τους; Τις κρατάει καθηλωμένες το παιδί; Η δύναμη της συνήθειας; Η ντροπή; Ή ο φόβος και οι απειλές;

Η Μαρία Ψωμά-Πετρίδου εστιάζει με τη αφήγησή της ακριβώς σε αυτό. Η αρχικά πρωτοπρόσωπη αφήγησή της δίνει τη θέση της στην τριτοπρόσωπη και παραθέτει εξονυχιστικά όλη την ψυχολογική αμφιταλάντευση και το βαρύ ψυχικό φορτίο των γυναικών αυτών μέσα από την εξιστόρηση της ζωής της Ερατώς.

Η Ερατώ ανήκει στις πολλές εκείνες γυναίκες που διέπραξαν μία λανθασμένη επιλογή κάποια στιγμή στη ζωή τους και πλήρωσαν ακριβά το λάθος τους αυτό. Πρέπει, όμως, να πληρώνουν για πάντα και να υποτάσσονται στη Μοίρα ή να πάρουν επιτέλους τη ζωή τους στα χέρια τους.

Πόσες και πόσες φορές δεν σκέφτηκε να φύγει η Ερατώ και ο χαμαιλέοντας άντρας της την τουμπάρισε για μία ακόμα φορά με τη στιγμιαία μειλίχια συμπεριφορά του, προτού μεταμορφωθεί ξανά σε λύκο… Έχει, επομένως, και εκείνη το δικό της μερίδιο ευθύνης  για την διαιώνιση της κατάστασης.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο τρόπος που τα περιγράφει όλα αυτά η συγγραφέας είναι μέσα από μία εφυή και πρωτότυπη αφήγηση. Κομβικό πρόσωπο στην όλη ιστορία είναι, φυσικά, η Ζωή, η κόρη του ζεύγους. Αυτή- όλως τυχαίως- σπουδάζει ψυχολόγος και είναι εκείνη που θα ξυονήσει τελικά την Ερατώ. Η οργή της για την όλη κατάσταση είναι μεγάλη. Τα λόγια που εξακοντίζει στη μάνα της, σκληρά, σαν βέργες, πετυχαίνουν κατευθείαν να βρουν τον στόχο τους στην ευαίσθητη ψυχή της Ερατώς:

” Είκοσι χρόνια μαζί του, τίποτε δεν έμαθες, παρ’ όλο που τα ‘παμε χίλιες φορές! Ντιπ χαϊβάνι! Η νοοτροπία της γυναίκας θύμα είναι ένα με το πετσί σου!

Και τελικά, αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα πολλών γυναικών που δεν βρίσκουν την ψυχική δύναμη να τερματίσουν τέτοιες νοσηρές καταστάσεις: η νοοτροπία της γυναίκας-θύμα. Πολλές από αυτές τις γυναίκες που καταφέρνουν, εν τέλει, να βγουν από το τέλμα μιας τέτοιας κατάστασης, θα βασανίζονται σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους από φοβίες, επώδυνες αναμνήσεις, τύψεις, ακόμη και ενοχές καμιά φορά.

Η συγγραφέας Μαρία Ψωμά-Πετρίδου δημιουργεί επιδέξια αντιθετικά ζεύγη στην αφήγησή της τα οποία δίνουν το παρόν σε όλες τις σελίδες του βιβλίου της: παρελθόν και παρόν, τα οποία εναλλάσσει και στην αφήγηση, επιθυμία για φυγή από τη μία, αλλά και θέληση για παραμονή στον γάμο από την άλλη, ο βίαιος Αχιλλέας και η ήρεμη-μέχρι να εκραγεί βέβαια- Ερατώ, η αγάπη που συνυπάρχει με το μίσος και την απέχθεια, η άβουλη μάνα και η δυνατή κόρη, το θύμα και ο θύτης.

Το Όταν με βρήκε ο λύκος είναι ένα δυνατό ανάγνωσμα που μας αναλύει διεξοδικά μία μάστιγα της σημερινής εποχής, την ενδοοικογενειακή βία, η οποία, μάλιστα, αυξήθηκε εξαιτίας του εγκλεισμού από την πανδημία. Συνιστάται, επομένως, ανεπιφύλακτα ως ανάγνωσμα.


Ποιος θα συμφωνούσε άραγε με τη βία; Δημόσια ίσως κανείς, σε κατάσταση ιδιωτικού αναστοχασμού ή εξομολόγησης δεν ξέρουμε τι μπορεί να συμβαίνει, οπωσδήποτε όχι τα θύματα, δεν θα επικροτούσαν τη βία, αλλά και για τον δράστη τίποτε δεν είναι βέβαιο. Τι όμως συμβαίνει και άνθρωποι που ξεκίνησαν με τις καλύτερες προθέσεις βρίσκονται μπλεγμένοι στον κύκλο της βίας;

Τι κάνει το χέρι ενός ανθρώπου να υψωθεί ενάντια σε έναν άλλο άνθρωπο και μάλιστα δικό του; Και αυτός ο άλλος τι αισθάνεται όταν τον χτυπά το αγαπημένο χέρι και γιατί δεν αντιδρά συνήθως με τον αναμενόμενο τρόπο ενός βιολογικού αυτοματισμού άμυνας; Σε ποιο βαθμό οι σκέψεις, οι πράξεις και η καθημερινότητά μας είναι μέρος της συνειδητής και σε ποιο της ασυνείδητης ύπαρξής μας;

Τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα, πότε ζούμε στην πραγματικότητα και πότε στην φαντασία μας, πού αρχίζει και πού τελειώνει το σκοτάδι του συσχετισμού μέσα στο οποίο κινούνται θύτης και θύμα;

Όπως φαίνεται τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά. Και όλες αυτές οι διευκρινίσεις είναι μάλλον απαραίτητες για να διαρραγεί αυτό το σκοτάδι -αν μπορεί- και να ξεχυθεί κάποτε στον κόσμο, αλλάζοντας τον κόσμο και τον άνθρωπο, εάν και εφόσον μπορεί να αλλάξει.

Βρείτε το βιβλίο ΕΔΩ.